Το όγδοο ετήσιο συνέδριο της ΕΥ Ελλάδος, Financial Reporting Insights, πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου, με τη συμμετοχή ανώτατων στελεχών και στελεχών οικονομικών διευθύνσεων ελληνικών και πολυεθνικών εταιρειών.
Το συνέδριο, στον απόηχο της Διάσκεψης COP26 του ΟΗΕ για το Κλίμα, επικεντρώθηκε στην εντεινόμενη εστίαση σε ζητήματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και διακυβέρνησης (ESG) και στις συνεχιζόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και της πανδημίας στις χρηματοοικονομικές και μη χρηματοοικονομικές εταιρικές αναφορές.
Συζητήθηκαν, επίσης, οι νέες προτεραιότητες εποπτείας των ευρωπαϊκών και αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών, οι τελευταίες εξελίξεις στη θέσπιση διεθνών προτύπων αναφοράς σε θέματα βιωσιμότητας και στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (IFRS), καθώς και ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης.
Τα θέματα καλύφθηκαν με παρουσιάσεις από στελέχη της ΕΥ Ελλάδος και της EY Κύπρου, αλλά και μέσω συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων που συντόνισε η κα Χριστιάνα Παναγίδου, Εταίρος, Ελεγκτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος και Επικεφαλής της EY για θέματα IFRS στην περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA). Συμμετείχαν η κα Σοφία Καλομενίδου, Εταίρος, Ελεγκτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος και Επικεφαλής Υπηρεσιών Κεφαλαιαγορών και Δημοσίων Εγγραφών της EY στην περιοχή CESA, ο κος Βασίλης Τζίφας, Εταίρος, Ελεγκτικές Υπηρεσίες, EY Ελλάδος, η κα Κιάρα Κόντη, Associate Partner, Υπηρεσίες Κλιματικής Αλλαγής και Βιώσιμης Ανάπτυξης, EY Ελλάδος, ο κος Πάνος Χούτρης, Senior Manager, Ελεγκτικές Υπηρεσίες, EY Κύπρου, και η ομάδα του CESA IFRS Desk: κος Παντελής Παύλου, Director, EY Κύπρου, κα Γεωργία Καλπακλή, Senior Manager, EY Ελλάδος, κος Στέλιος Ντούρης, Senior Manager, EY Ελλάδος, κα Κωνσταντίνα Χαραλαμπίδου, Senior Manager, EY Κύπρου, και κα Γεωργία Βερρή, Manager, EY Ελλάδος. Επιπρόσθετα, ο κος Enrico Evink, Associate Partner, EY Ολλανδίας, συνεισέφερε την εμπειρία του από την εφαρμογή του ESEF (European Single Electronic Format) το 2020.
Κατά την πρώτη ενότητα του διαδικτυακού συνεδρίου, αναλύθηκαν οι εξελίξεις σε πολιτικό και νομοθετικό επίπεδο σχετικά με τις αναφορές βιωσιμότητας και ESG, όπως η πρόσφατη Οδηγία Corporate Sustainability Reporting Directive (CSRD), οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις εταιρικές αναφορές και οι ευρωπαϊκές και διεθνείς προσπάθειες για την καθιέρωση κοινών προτύπων αναφοράς σε θέματα βιωσιμότητας. Επιπλέον, αναλύθηκαν και οι προτεραιότητες των εποπτικών αρχών σε σχέση με την κλιματική αλλαγή.
Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων, τα στελέχη που παρακολούθησαν το συνέδριο κλήθηκαν να απαντήσουν μέσω διαδικτυακής ψηφοφορίας, πόσο προετοιμασμένες είναι οι επιχειρήσεις τους όσον αφορά τις απαιτήσεις της Οδηγίας CSRD. Δύο στους πέντε (40%) εκτιμούν ότι, επί του παρόντος, η CSRD δεν αφορά την επιχείρησή τους. Μεταξύ των υπολοίπων, το 32% δήλωσαν ότι είναι εν μέρει έτοιμοι, παρακολουθούν το θέμα συστηματικά και έχουν ξεκινήσει μια προμελέτη, 17% ότι δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει να αναλύουν τον αντίκτυπό της και μόλις 11% ότι έχουν προγράμματα υλοποίησης που ήδη εφαρμόζονται.
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν, επίσης, αν έχουν σκεφτεί να ενσωματώσουν γνωστοποιήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις χρηματοοικονομικές ή μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους για το 2021. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες (40%) απάντησαν ότι θα ενσωματώσουν τις σχετικές γνωστοποιήσεις μόνο στις μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Αντίστοιχα, το 20% θα τις ενσωματώσουν εν μέρει και στις δύο καταστάσεις, το 10% συστηματικά και στις δύο, ενώ σχεδόν ένας στους τρεις συμμετέχοντες (30%) δε θα τις συμπεριλάβει σε καμία από τις δυο καταστάσεις της επιχείρησής του.
Παράλληλα, οι επιπτώσεις του COVID-19 αποτελούν ακόμη το κορυφαίο λογιστικό ζήτημα στην ατζέντα των επιχειρήσεων, σύμφωνα με ένα στα δύο (47%) στελέχη που παρακολούθησαν το διαδικτυακό συνέδριο της ΕΥ, ενώ μικρότερα ποσοστά ανέφεραν τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημιές (12%), τα θέματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή (15%), και το IFRS 17 / τα ασφαλιστήρια συμβόλαια (7%).
Κατά τη δεύτερη ενότητα του συνεδρίου, οι ομιλητές παρουσίασαν τις προτεραιότητες των ευρωπαϊκών και αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών (ESMA και SEC), μεταξύ των οποίων οι επιπτώσεις του COVID-19, τα ζητήματα που συνδέονται με τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημιές, καθώς και τις συγκεκριμένες δράσεις που έχουν αναλάβει οι επόπτες αναφορικά με την εφαρμογή των IFRS σε οικονομικές καταστάσεις που έχουν επισκοπήσει.
Στη συνέχεια, κατά την τρίτη ενότητα, ακολούθησε ενημέρωση για τις τελευταίες τεχνικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά τα IFRS, με έμφαση στις τροποποιήσεις που τίθενται σε εφαρμογή στη χρήση 2021, αλλά και τις επερχόμενες αλλαγές βάσει του προγράμματος του Συμβουλίου Διεθνών Λογιστικών Προτύπων.
Σε σχετική ερώτηση για το κατά πόσο έχουν αποτιμήσει τις επιπτώσεις που δύναται να έχει στην επιχείρησή τους η πρόσφατη απόφαση της Επιτροπής Διερμηνειών των IFRS για την “κατανομή παροχών σε περιόδους υπηρεσίας” σύμφωνα με το ΔΛΠ 19, το 18% των συμμετεχόντων απάντησαν ότι έχουν ολοκληρώσει την ανάλυση και θα προχωρήσουν σε αλλαγές στις λογιστικές πολιτικές τους, ένας στους τρεις (34%) απάντησε ότι βρίσκεται στη διαδικασία ανάλυσης του αντίκτυπου, 22% ότι δεν έχουν προβεί ακόμη σε ανάλυση, ενώ ένας στους πέντε (21%), δήλωσε ότι η αλλαγή αυτή δεν αφορά την επιχείρησή του.
Η τελευταία ενότητα του συνεδρίου επικεντρώθηκε σε εξελίξεις σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, και, συγκεκριμένα, στην ανάγκη αξιολόγησης του συστήματος εσωτερικού ελέγχου των εισηγμένων εταιρειών, ενώ έγινε και σύντομη παρουσίαση των απαιτήσεων του ενιαίου ηλεκτρονικού μορφότυπου αναφοράς ESEF, βάσει του οποίου οι εισηγμένες εταιρείες πρέπει να ετοιμάσουν τις οικονομικές καταστάσεις του 2021, καθώς και των εμπειριών της ΕΥ και πρακτικών θεμάτων από την εφαρμογή του σε κάποιες χώρες το 2020.
Κλείνοντας, η κα Παναγίδου σημείωσε ότι “πέρα από την επίδραση της πανδημίας, φέτος αξίζει να δοθεί προσοχή στην επίδραση που μπορεί να έχουν η κλιματική αλλαγή και η βιωσιμότητα στις οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων”, ενώ, συμπλήρωσε ότι “οι οικονομικοί διευθυντές των εταιρειών θα πρέπει να λάβουν υπόψη την αυξανόμενη σημασία της πληροφόρησης αυτής για τα ενδιαφερόμενα μέρη τους”, υπογραμμίζοντας ότι “η διαφάνεια και η συνεπής επικοινωνία αποτελούν, σε κάθε περίπτωση, κλειδί”.