Επιδεινώθηκαν τον Μάιο οι επιχειρηματικές προσδοκίες στη Βιομηχανία, σε αντίθεση με το σύνολο του οικονομικού κλίματος, όπου σημειώνεται βελτίωση, λόγω κυρίως της ανόδου των επιμέρους δεικτών στις Υπηρεσίες και τις Κατασκευές, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΙΟΒΕ για τον τομέα της βιομηχανίας.
Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ στην έκθεση του, η βελτίωση του συνολικού κλίματος είναι συμβατή με τις τρέχουσες εξελίξεις στην οικονομία, όπου ήδη στο πρώτο τρίμηνο του έτους καταγράφεται μια σημαντική μεγέθυνση της τάξης του 2,3% (σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2017).
Το ΙΟΒΕ επισημαίνει παράλληλα ότι η χώρα βρίσκεται “σε μια περίοδο αναμονής, καθώς ολοκληρώνεται το τρέχον Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής, και σημαντικές αβεβαιότητες παραμένουν κυρίως για τους ακριβείς όρους εξόδου από το Πρόγραμμα. Το πλαίσιο αξιολόγησης της δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής πολιτικής μετά τον Αύγουστο, η δυνατότητα άντλησης ρευστότητας από τους εταίρους και πιστωτές, ο ρόλος του ΔΝΤ, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, είναι ζητήματα για τα οποία ακόμα εκκρεμούν οι τελικές αποφάσεις. Επιπροσθέτως σημαντικές εξελίξεις στο πεδίο της πολιτικής και των εξωτερικών σχέσεων – όπως η σχέση με την Τουρκία και τη FYROM – πιθανώς να επηρεάσουν επίσης τις οικονομικές προσδοκίες στους επόμενους μήνες”.
Για τη βιομηχανία, το ΙΟΒΕ αναφέρει ότι “με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτει μείωση της παραγωγής τον Απρίλιο κατά 3% σε σχέση με τον Μάρτιο, αλλά άνοδος σε σχέση με τον Απρίλιο του 2017 (2%). Στο διεθνές περιβάλλον – που επηρεάζει ιδιαίτερα τους εξωστρεφείς κλάδους – η απόφαση των ΗΠΑ για την επιβολή δασμών σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων φαίνεται να αναζωπυρώνει την ένταση η οποία είχε καταγραφεί τους προηγούμενους μήνες. Η πιθανή διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής αντίστοιχων πολιτικών, αλλά πολύ περισσότερο η ευρύτερη αστάθεια που δημιουργεί στο παγκόσμιο εμπόριο, θα επηρεάσει αρνητικά τις προσδοκίες ανόδου του. Και σίγουρα οι αντίστοιχες εμπορικές κινήσεις ως αντίδραση από την πλευρά της ΕΕ, είναι βέβαιο ότι θα αναδιατάξουν το ανταγωνιστικό περιβάλλον, προς κατευθύνσεις που δεν είναι δυνατόν ακόμα να αξιολογηθούν”.