Σοβαρούς κινδύνους μετακύλισης του αυξημένου κόστους ενέργειας και πρώτων υλών στις τελικές τιμές και τους καταναλωτές, περιορισμού της παραγωγής αλλά και αναστολής λειτουργίας επιχειρήσεων «με τις γνωστές συνέπειες» διαβλέπει η Ελληνική Παραγωγή, επισημαίνοντας τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν, ιδίως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρει, η εκτόξευση των χρηματιστηριακών τιμών του φυσικού αερίου έως και 400% τους τελευταίους μήνες σε σύγκριση με τις τιμές του 2019 και η συνακόλουθη άνοδος των τιμών στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας που υπερβαίνει τα 200 ευρώ/ΜWh, έχουν σαν αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση κατά 20-40% στο κόστος παραγωγής της ελληνικής βιομηχανίας.
«Δεδομένου ότι οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας μετακυλούν το αυξημένο κόστος στην ελληνική βιομηχανία, το περιβάλλον που διαμορφώνεται είναι εξαιρετικά δυσμενές, ιδίως για τις μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις, καθώς η εκτόξευση των τιμών ενέργειας έρχεται να προστεθεί στην παράλληλη αύξηση των διεθνών τιμών πρώτων υλών, του κόστους των μεταφορών και των σοβαρών προβλημάτων επάρκειας και καθυστερήσεων στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας. Το σύνολο των παραγόντων αυτών οδηγεί σε μια πρωτοφανή αύξηση του κόστους παραγωγής που είναι αδύνατον να απορροφηθεί στο σύνολό της από τις ίδιες τις επιχειρήσεις», αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση.
Τονίζει, τέλος, ότι το ζήτημα ήταν από τα κυρίαρχα θέματα στην ατζέντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στα συμπεράσματα του οποίου αναφέρεται ρητά ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να πάρουν μέτρα στήριξης των ευάλωτων καταναλωτών και των επιχειρήσεων.