Επιδεινώθηκαν οι επιχειρηματικές προσδοκίες στη βιομηχανία το Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη που καταρτίζει το ΙΟΒΕ να κινείται αισθητά χαµηλότερα έναντι του Φεβρουαρίου.
Η εξέλιξη αυτή συµβαδίζει µε τη σηµαντική εξασθένηση των επιχειρηµατικών προσδοκιών σε όλους τους τοµείς της οικονοµίας και αντανακλά µια διόρθωση, ίσως των υπερβολικά αισιόδοξων προσδοκιών, που σηµειώθηκαν τους προηγούµενους µήνες.
Το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι σε κάποιο βαθµό η επιδείνωση αυτή θα µπορούσε να σχετιστεί µε αβεβαιότητες σε ευρύτερα θέµατα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Στο εσωτερικό, οι αβεβαιότητες συνδέονται κυρίως µε την ασάφεια στους όρους χρηµατοδότησης της χώρας µετά τη λήξη του τρέχοντος προγράµµατος, περίοδος που θα είναι πρωτόγνωρη για τη χώρα στην τελευταία οκταετία. Στο εξωτερικό έχουν ενισχυθεί οι αβεβαιότητες στις σχέσεις µε γειτονικές χώρες, ενώ ευρύτερος προβληµατισµός υπάρχει για τις γενικότερες πολιτικές προστατευτισµού που φαίνεται να επανέρχονται στο προσκήνιο, µετά και τις πρόσφατες δηλώσεις προθέσεων του Προέδρου των ΗΠΑ. Γι΄ αυτό άλλωστε όπως θα φανεί και στη συνέχεια έχουν αποκλιµακωθεί οι αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία των εξαγωγών.
Ενδεικτικά για την εγχώρια βιοµηχανία αλουµινίου και χάλυβα -εφόσον υλοποιηθεί η απόφαση για επιβολή δασµών 25% και 10% στα συγκεκριµένα προϊόντα – σηµαίνει ότι δυσκολεύουν οι εξαγωγές προς ΗΠΑ, αν και θα πρέπει να σηµειωθεί ότι αυτές είναι χαµηλού όγκου. Όµως µε την αµερικάνικη αγορά να “περιορίζεται” π.χ. στις κινέζικες εισαγωγές, σηµαίνει µε τη σειρά του ότι αυτές θα προωθηθούν στην Ευρώπη ή σε άλλες αγορές και άρα θα αναδιατάξουν τον σχετικό ανταγωνισµό παγκοσµίως. Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει την επέκταση για πέντε ακόµη χρόνια της εισαγωγής δασµών και µέτρων προστασίας κατά αθέµιτων πρακτικών σε συγκεκριµένα χαλυβουργικά προϊόντα από την Κίνα. Οι αβεβαιότητες αυτές για την ώρα έχουν οδηγήσει σε άνοδο των τιµών αλουµινίου, εξέλιξη που ωφελεί την ελληνική βιοµηχανία, αν και τα συµβόλαια είναι µακροχρόνια και συνήθως ενσωµατώνουν αυτόν τον κίνδυνο.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η µεγαλύτερη απειλή δεν είναι η επιβράδυνση του παγκόσµιου ρυθµού ανάπτυξης. αλλά τυχόν επιδείνωση της επιχειρηµατικής και καταναλωτικής εµπιστοσύνης, που, τελικά καταλήγει σε µείωση των επενδύσεων στη βιοµηχανία.
Χαµηλότερα επίπεδα παραγγελιών και ζήτησης, στα ίδια επίπεδα οι προβλέψεις για την απασχόληση
Ο ∆είκτης Επιχειρηµατικών Προσδοκιών στη Βιοµηχανία διαµορφώνεται τον Μάρτιο αισθητά χαµηλότερα έναντι του προηγούµενου µήνα, στις 102,6 (από 108,7) µονάδες.
Ωστόσο παραµένει υψηλότερα του αντίστοιχου περυσινού του επιπέδου (98,8 µον.). Την πτωτική τάση µεταξύ των βασικών µεταβλητών του δείκτη καθορίζει κυρίως η επιδείνωση των εκτιµήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση, που γίνεται έντονα αρνητική. Αλλά και το ισοζύγιο στις εκτιµήσεις για τα αποθέµατα αυξάνεται, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα αποθέµατα αυτής της περιόδου θεωρούνται υψηλά για την εποχή. Αντίθετα, στο ίδιο επίπεδο κινούνται οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς µήνες, που παραµένουν εξαιρετικά αισιόδοξες.
Οι προβλέψεις για την εξέλιξη της παραγωγής τους προσεχείς 3-4 µήνες, διατηρούνται πολύ ευοίωνες καθώς το σχετικό ισοζύγιο διαµορφώνεται εκ νέου στις +26 µονάδες: σχεδόν µία στις τρεις βιοµηχανικές επιχειρήσεις προβλέπει συνέχεια στην άνοδο της παραγωγής του το επόµενο τρίµηνο και µόλις ένα 5% διατυπώνει απαισιόδοξη πρόβλεψη για µείωσή της.
Επιπρόσθετα, ο µέχρι τον προηγούµενο µήνα οριακά θετικός δείκτης (+1 µον.) στις προβλέψεις για την απασχόληση κερδίζει 3 µονάδες, µε το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπει άνοδο απασχόλησης στο προσεχές τρίµηνο να κινείται στο 8%, έναντι ενός 5% που αναµένει µείωσή της. Γενικά πάντως τους τελευταίους µήνες η απασχόληση στη Βιοµηχανία παραµένει περίπου σταθερή, παρόλο που η παραγωγή εµφανίζεται ενισχυµένη.
Στο ίδιο πλαίσιο οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις τους προσεχείς µήνες ενισχύονται περαιτέρω τον Μάρτιο (+28 από +26 µον. το ισοζύγιο), µε το 1/3 των επιχειρήσεων να αναµένει εκ νέου άνοδο το προσεχές χρονικό διάστηµα και µόλις ένα 6% µείωσή τους. Από την άλλη πλευρά πάντως ο δείκτης εκτιµήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις εξασθενεί ελαφρώς και διαµορφώνεται στις +6 (από +9) µονάδες.
Στους δείκτες εξαγωγικής δραστηριότητας καταγράφονται τον Μάρτιο µάλλον αρνητικές τάσεις, εξέλιξη που επιβεβαιώνει τις αβεβαιότητες που περιεγράφηκαν στην εισαγωγή. Έτσι οι θετικές εκτιµήσεις για τις εξαγωγές κατά το τελευταίο τρίµηνο αποκλιµακώνονται (+9 από +14 µον. ο δείκτης), όπως και οι προβλέψεις για εξαγωγές τους προσεχείς µήνες (+10 από +27 µον. ο δείκτης), µε το ισοζύγιο στις εκτιµήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση εξωτερικού να γίνεται έντονα αρνητικό (στις -13 από -2 µον.).
Ως προς τις προβλέψεις για τις µεταβολές των τιµών, αυτές υποδηλώνουν τάση
αποκλιµάκωσης, µε το σχετικό δείκτη να κινείται στις -3 (από +4) µονάδες, αν και το 84% των επιχειρήσεων δεν αναµένει και πάλι µεταβολές τους το επόµενο τρίµηνο.
Σε επίπεδο παραγγελιών και τρέχουσας ζήτησης, ο ήδη αρνητικός δείκτης ενισχύεται περαιτέρω και διαµορφώνεται τον Μάρτιο στις -17 (από -5) µονάδες, µε το ¼ (από 1/5) των επιχειρήσεων να δηλώνουν χαµηλές για την εποχή παραγγελίες και µόλις το 8% (από 14% τον προηγούµενο µήνα) να αναφέρει το αντίθετο.
Ως προς τα αποθέµατα έτοιµων προϊόντων, το σχετικό θετικό ισοζύγιο αυξάνεται στις +11 (από +6) µονάδες, γεγονός που υποδηλώνει τη διόγκωσή τους. Πράγµατι το 17% των επιχειρήσεων αναφέρει υψηλά για την εποχή αποθέµατα και µόλις το 6% (να δηλώνει το αντίθετο. Όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραµµα, οι δύο αυτές µεταβλητές κινούνται συνήθως αντίθετα, αφού οι αυξηµένες παραγγελίες υποδηλώνουν ρευστοποίηση αποθεµάτων και το αντίστροφο.
Οι µήνες εξασφαλισµένης παραγωγής διαµορφώνονται στους 4,7 (από 4,2), ενώ το ποσοστό χρησιµοποίησης εργοστασιακού δυναµικού κινείται τον Μάρτιο στο 72,2% (από 71,6%), που είναι πάντως από τις υψηλότερες επιδόσεις. Γενικά άλλωστε µετά το καλοκαίρι του 2015, η χρησιµοποίηση του εργοστασιακού δυναµικού έχει ενισχυθεί σηµαντικά ξεπερνώντας το 70%, καθώς η παραγωγή έχει αυξηθεί.
Σε επίπεδο βασικών τοµέων, οι τάσεις των προσδοκιών είναι πτωτικές και στις τρεις κατηγορίες. Αναλυτικά:
Ο δείκτης επιχειρηµατικών προσδοκιών στα Καταναλωτικά αγαθά υποχωρεί στις 104 (από 107,3) µονάδες, λόγω της πτώσης στο ισοζύγιο παραγγελιών και της διόγκωσης των αποθεµάτων. Συγκεκριµένα, το ισοζύγιο παραγγελιών και εγχώριας ζήτησης περιορίζεται στις -9 (από -1) µονάδες, ενώ ο δείκτης προβλέψεων για την παραγωγή παραµένει στις +31 µονάδες, µε τον δείκτη εκτιµήσεων των αποθεµάτων να κινείται ελαφρώς ανοδικά (+13 από +11 µον.).
Οι τάσεις στις εξαγωγικές µεταβλητές είναι πτωτικές, ενώ στις προβλέψεις για την απασχόληση, το ισοζύγιο των +5 µονάδων του προηγούµενου µήνα αυξάνεται οριακά στις +6 µονάδες. Τέλος, οι προβλέψεις για τις τιµές υποδηλώνουν πτώση τους (στις -4 από +10 µον. το ισοζύγιο), µε το 85% των επιχειρήσεων να αναµένει εκ νέου σταθερότητα.
Ο δείκτης επιχειρηµατικών προσδοκιών και στα Κεφαλαιουχικά αγαθά υποχωρεί στις 94,3 (από 118,4) µονάδες, µε όλες τις µεταβλητές του να χειροτερεύουν. Το ισοζύγιο των προβλέψεων για την παραγωγή υποχωρεί στις +11 (από +20) µονάδες, ενώ ο δείκτης των εκτιµήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση αµβλύνεται στις -30 (από +7) µονάδες.
Η τάση στο ισοζύγιο εκτιµήσεων για τα αποθέµατα είναι θετική (στις +16 από -5 µον. ο δείκτης), ενώ στους δείκτες για τις εξαγωγικές προοπτικές, οι τάσεις είναι µικτές. Στις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσµη εξέλιξη της απασχόλησης όµως, το ισοζύγιο των – 14 µονάδων αυξάνεται στις +3 µονάδες, ενώ ως προς τις τιµές, ο δείκτης των -6 µονάδων κερδίζει 3 µονάδες, µε το 90% (από 78%) των ερωτηθέντων να αναµένει σταθερότητα.
Πτωτικά κινείται και ο δείκτης στα Ενδιάµεσα αγαθά, φθάνοντας στις 94,3 (από 118,4) µονάδες, µε όλες τις µεταβλητές του να χειροτερεύουν. Το ισοζύγιο των προβλέψεων για τη βραχυπρόθεσµη εξέλιξη της παραγωγής παραµένει στις +25 µονάδες, ενώ ο ισοσκελισµένος δείκτης εκτιµήσεων για το ύψος των αποθεµάτων αυξάνεται κατά 8 µονάδες. Το αρνητικό ισοζύγιο των -12 µονάδων στις εκτιµήσεις για τις τρέχουσες παραγγελίες και τη ζήτηση χάνει 10 µονάδες, ενώ οι τάσεις στους εξαγωγικούς δείκτες είναι πτωτικές. Στις προβλέψεις για την απασχόληση, ο σχετικός δείκτης διαµορφώνεται σε οριακά θετικές τιµές, στις +2 (από +1) µονάδες, µε το ισοζύγιο στις προσδοκίες για τις τιµές να κινείται πτωτικά στις -3 (από +2) µονάδες και τη µεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων να προβλέπει εκ νέου σταθερότητα τιµών (81%).