Την αδιαμφισβήτητη πεποίθηση της βελτίωσης τόσο των συνθηκών όσο και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας –αποτυπώνεται και στα στοιχεία του ΑΕΠ- υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΔΣ του ΙΟΒΕ, Τάκης Αθανασόπουλος στο πλαίσιο της  τριμηνιαίας έκθεσης  του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία. Παρά ταύτα, όπως σημείωσε, «αυτό δεν σηματοδοτεί απαραίτητα το οριστικό τέλος της κρίσης».

Ακόμη ο κ. Αθανασόπουλος, υπενθύμισε “τα σημαντικά δομικά προβλήματα της οικονομίας μας, τα οποία δεν έχουν αντιμετωπισθεί, και τον κίνδυνο οι θετικές εξελίξεις να παρερμηνευθούν και να οδηγήσουν στην εγκατάλειψη της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας”. Σύμφωνα με τον ίδιο,  το διακύβευμα για όλους μας πρέπει να είναι πως θα επανακτήσουμε το χαμένο έδαφος. Πως θα επανακάμψει η οικονομία μας στα επίπεδα των ανεπτυγμένων οικονομιών της Ευρώπης. Με απλά λόγια, ο στόχος μας πρέπει να είναι η σύγκλιση με τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης, και αυτό επιτυγχάνεται με ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης 3% με 4% ετησίως”.

Όπως ανέφερε επίσης κατά την παρουσίαση της Έκθεσης, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας:

* Εξετάζοντας τις επιμέρους πλευρές της οικονομίας που προσδιορίζουν από κοινού τον ρυθμό μεγέθυνσης της και τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά, παρατηρούμε συνέχιση της δυναμικής του προηγούμενου έτους, με μια ελαφρά επιτάχυνση.

  • Το εξωστρεφές τμήμα της παραγωγής αναπτύσσεται γρηγορότερα από το υπόλοιπο αν και με αργό ρυθμό, και, η συγκεκριμένη στροφή έχει θετικό πρόσημο. Η αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό, σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν λάβει χώρα στην αγορά εργασίας μειώνουν την ανεργία.
  • Εάν η ελληνική οικονομία δεν προσχωρήσει προς τον δρόμο των δομικών μεταρρυθμίσεων, με έμφαση στο άνοιγμα των αγορών και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της δημόσιας διοίκησης,  ο ρυθμός πραγματικής μεγέθυνσης της οικονομίας κατά την επόμενη δεκαετία δύσκολα τα υπερβεί το 1% ετησίως.
  •  Όλες οι εμπλεκόμενες στο πρόγραμμα πλευρές, οφείλουν να στηρίξουν τη θετική δυναμική της οικονομίας, καθώς ο εγκλωβισμός και πάλι σε “χαμηλές προσδοκίες” μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα επικίνδυνος.
  •  Εφόσον η οικονομία τεθεί σε τροχιά μείωσης των εμποδίων στην παραγωγή και βελτίωσης στα συστήματα υγείας και εκπαίδευσης, επιμέρους παρεμβάσεις θα μπορούν να διευκολύνουν και την εκμετάλλευση ειδικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.

Τα κύρια σημεία της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ:

  •  Το θετικό διεθνές περιβάλλον αναμένεται να διατηρηθεί το 2018 και 2019. Το 2017 η παγκόσμια οικονομία και η Ευρωζώνη αναπτύχθηκαν με τον υψηλότερο ρυθμό από το 2011 και 2007 αντίστοιχα. Το παγκόσμιο εμπόριο διευρύνεται, το νομισματικό πλαίσιο συντηρεί σημαντική ρευστότητα σε χαμηλό κόστος, ενώ η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική στις ΗΠΑ ενισχύει τη βραχυπρόθεσμη δυναμική. Παράγοντες που απειλούν να μετριάσουν τις καλές προοπτικές είναι η εξάπλωση του εμπορικού προστατευτισμού, οι γεωπολιτικές εντάσεις, κίνδυνοι στον χρηματοπιστωτικό τομέα και η σταδιακή υπερθέρμανση των ανεπτυγμένων οικονομιών, ειδικά σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.

 

  •  Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε το 2017 κατά 1,4%. Στο τελευταίο περυσινό τρίμηνο ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης εγχωρίως ήταν της τάξης του 1,9%. Η αύξηση του ΑΕΠ στο προηγούμενο έτος βρίσκεται πολύ κοντά στη σχετική πρόβλεψη του ΙΟΒΕ πριν ένα χρόνο, στην πρώτη τριμηνιαία έκθεσή του για το 2017 (1,5% – 1,8%). Η ανάπτυξη προήλθε κυρίως από αύξηση των επενδύσεων (+14,9%), ως επί το πλείστον σε μεταφορικό εξοπλισμό. Σημαντική διεύρυνση των εξαγωγών (+6,9%), από τη συνεχή βελτίωση του διεθνούς περιβάλλοντος στη διάρκεια του περασμένου έτους. Όμως, η μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών (+7,5), επιδείνωσε το εξωτερικό ισοζύγιο, σε εθνικολογιστικούς όρους. Ανεπαίσθητη επίδραση της εγχώριας κατανάλωσης (+0,1%).

 

  • Επιτάχυνση ανάπτυξης στην Ελλάδα το 2018, στην περιοχή του 2,1%. Τόνωση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας από συνέχιση ανόδου των εξαγωγών (+8,0%). Αναμενόμενη σημαντική συμβολή και των επενδύσεων στην αύξηση του ΑΕΠ (+16%), από επιτάχυνση ΠΔΕ, σε εξωστρεφείς τομείς (μεταποιητικούς, τουρισμό, μεταφορές) και σε αποκρατικοποιήσεις – ιδιωτικοποιήσεις. Ακολουθεί η κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,0%), λόγω κάμψης ανεργίας, υπό περιοριστικές πιέσεις από τα νέα δημοσιονομικά μέτρα (αυξήσεις άμεσων και έμμεσων φόρων, επιβολή νέων έμμεσων φόρων).

 

  • Επίτευξη ταμειακών στόχων Προϋπολογισμού στο πρώτο δίμηνο του 2018, κυρίως από υψηλότερα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού. Προήλθαν από μεγαλύτερα μη φορολογικά έσοδα και περισσότερες εισπράξεις φόρων παρελθόντων ετών (ΠΟΕ). Υπέρβαση στόχου και στην πλευρά των δαπανών, πρωτίστως από χαμηλότερες των προγραμματισμένων ενισχύσεις του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων.

 

  • Κάμψη της ανεργίας το 2017 από αύξηση απασχόλησης σε εξωστρεφείς μεταποιητικούς κλάδους, στον Τουρισμό και το Χονδρικό – Λιανικό Εμπόριο. Ωστόσο το ¼ της μείωσής της προήλθε από συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού. Στο 21,5% η ανεργία κατά μέσο όρο το προηγούμενο έτος, δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από πρόπερσι. Περαιτέρω αποκλιμάκωση το 2018, από την ενίσχυση της απασχόλησης στους περισσότερους από τους τομείς οι οποίοι συνέβαλαν το περασμένο έτος στην πτώση της. Αναμένεται συμβολή στη νέα κάμψη και από τον Κατασκευαστικό τομέα (ΠΔΕ, ιδιωτικοποιήσεις, νέες οικοδομές). Ακολούθως, στην περιοχή του 19,8% η ανεργία στο σύνολο του τρέχοντος έτους.

 

  • Ο ρυθμός μεταβολής τιμών ήταν στάσιμος το πρώτο τρίμηνο του 2018. Ο πυρήνας πληθωρισμού χωρίς φόρους και ενέργεια ήταν οριακά θετικός, για πρώτη φορά μετά από επτά έτη. Η εξασθένιση της πληθωριστικής επίδρασης των έμμεσων φόρων, η μικρή σχετικά επίδραση από την αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου, λόγω αντισταθμιστικών παραγόντων (π.χ. ενισχυμένο ευρώ) και η μικρή ενίσχυση της καταναλωτικής ζήτησης, θα διατηρήσουν τις τιμές σε ανοδική τροχιά το τρέχον έτος, αλλά με ταχύτητα χαμηλότερη από την περυσινή, κοντά στο 0,5%.

 

  • Συνεχίζεται με αργό ρυθμό η αποκατάσταση εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα, εν όψει των αποτελεσμάτων του stress test τον Μάιο. Η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα συνολικά παρέμεινε σε πτωτική τροχιά στην αρχή του 2018, με εξαίρεση τις μη-χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στις οποίες καταγράφηκε οριακή πιστωτική επέκταση. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, με προοπτική βελτίωσης το δεύτερο εξάμηνο του έτους, που εξαρτάται από τη διαχείριση των αποτελεσμάτων του stress test και την συνέχιση της καλής επίδοσης των τραπεζών στη μείωση των “κόκκινων δανείων” που παρατηρήθηκε το δ’ τρίμηνο του 2017. Στις θετικές τάσεις που αναμένεται να συνεχιστούν το 2018, αναμένεται η πλήρης “απεξάρτηση” των τραπεζών από τον ELA έως πριν τα τέλη του έτους, η συνεχιζόμενη σταδιακή επιστροφή καταθέσεων των νοικοκυριών, και η περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.