Συνεχείς μεταβολές και, κατά συνέπεια, αστάθεια επιφέρει η αδυναμία πλήρους εφαρμογής ενός νομικού, οικονομικού και φορολογικού πλαισίου, με αποτέλεσμα να ελλοχεύουν κίνδυνοι για τις επιχειρήσεις.
Από τη μια πλευρά, οι ασφαλιστικές εταιρείες μέσω Solvency II μπορούν πλέον να ποσοτικοποιήσουν αποτελεσματικότερα τους παραπάνω κινδύνους, το ίδιο δεν ισχύει ακόμη όμως για το σύνολο της κοινωνίας και της οικονομίας.
Σε επίπεδο φυσικών καταστροφών, όπως εξηγεί η Ομάδα Διαχείρισης Κινδύνων της Interlife ΑΑΕΓΑ, οι ώριμες και καλά προετοιμασμένες επιχειρήσεις, στην πλειοψηφία τους, πραγματοποιούν κινήσεις ώστε να προστατευθούν.
Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα σημαντικός πλέον θεωρείται ο κίνδυνος των κυβερνοεπιθέσεων, για τον οποίο η ασφαλιστική αγορά θα κληθεί να παρέχει περαιτέρω λύσεις.
Σύμφωνα με τα στελέχη της Interlife, η γεωπολιτική αστάθεια και οι αλλαγές στη νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών ναι μεν δεν μπορούν να υποτιμηθούν, αλλά δεν πρέπει να αποτελέσουν ανασταλτικό παράγοντα για την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Συνέντευξη στον Βάιο Κρόκο
iw? Μόνιμος «πονοκέφαλος» για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα ήταν το ασταθές νομικό/φορολογικό πλαίσιο και η αβεβαιότητα, λόγω του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, της οικονομίας και της πολιτικής. Έχει αλλάξει κάτι; Μάθαμε τίποτα από την κρίση;
απ. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, από τη φύση τους, ζουν από την ανάληψη κινδύνων και καλούνται να διαχειριστούν και να ποσοτικοποιήσουν την αβεβαιότητα επέλευσης ενός γεγονότος. Ως εκ τούτου, η εξασφάλιση της βιωσιμότητάς μας και η διαχείριση της αβεβαιότητας αποτελούν μέρος των καθημερινών δραστηριοτήτων μας.
Εντούτοις, η μεταβλητότητα του νομικού, οικονομικού και φορολογικού πλαισίου στην Ελλάδα εμφανίζει μια συχνότητα που λειτουργεί ανασταλτικά προς την επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά και σε οποιαδήποτε προσπάθεια πρόβλεψης και μακροχρόνιου προγραμματισμού.
Εξαιτίας, ενδεχομένως, αυτής της μεταβλητότητας, η οικονομική κρίση στη χώρα μας κράτησε περισσότερα χρόνια απ’ ό,τι στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Επιπλέον, χαρακτηριστικό της χώρας μας είναι η αδυναμία πλήρους εφαρμογής ενός νομικού, οικονομικού και φορολογικού πλαισίου, που οδηγεί και σε συνεχείς μεταβολές και, κατά συνέπεια, σε αστάθεια.
Δεν είναι σαφές ακόμα ότι οδεύουμε σε ένα πιο βέβαιο περιβάλλον και αν η κρίση μάς βοήθησε σε αυτό. Χρειάζονται χρόνια για να πεισθούμε ότι συνέβη αυτό. Δύο όμως είναι τα σημεία ενδιαφέροντος. Το πρώτο είναι ότι ως ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουμε πλέον τον τρόπο μέσω του εποπτικού πλαισίου Solvency ΙΙ να εντοπίσουμε και να ποσοτικοποιήσουμε την αβεβαιότητα του νομικού, οικονομικού και φορολογικού περιβάλλοντος. Το δεύτερο είναι ότι το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ισορροπήσει σε ένα σημείο το οποίο να είναι μακροχρόνια βιώσιμο τόσο για τη χώρα όσο και για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της. Προς το παρόν, δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα βιώσιμο για τους δεύτερους. Ως εκ τούτου, σχεδόν σίγουρα αναμένουμε περαιτέρω αλλαγές.
iw? Σε ποιους κινδύνους θεωρείτε πως είναι πλέον πιο ευάλωτες οι εταιρείες; Είναι οι καιρικές αλλαγές και οι φυσικές καταστροφές λόγοι για να διακοπεί η επιχειρηματική δραστηριότητα;
απ. Οι καιρικές αλλαγές και οι φυσικές καταστροφές, όπως οι σεισμοί, οι πυρκαγιές κ.ά., ήταν πάντοτε μορφές κινδύνων που απειλούσαν την επιχειρηματική δραστηριότητα. Θεωρούμε ότι, σε μεγάλο βαθμό, οι εταιρείες τις αναμένουν και προσπαθούν, ανάλογα και με την ωριμότητά τους, να προστατευθούν από αυτές, είτε προλαμβάνοντάς τες με φυσικά μέσα είτε ασφαλιζόμενες, ώστε να καλυφθούν σε περίπτωση επέλευσής τους.
Συνεπώς, ναι μεν υφίστανται, αλλά μια ώριμη εταιρεία έχει λάβει ήδη τα μέσα αντιμετώπισής τους. Φυσικά, υπάρχουν και οι εταιρείες εκείνες που θεωρούν ότι δεν θα συμβούν σε αυτές και έτσι παραμένουν απροστάτευτες.
Υπάρχουν όμως κι άλλα αίτια, πιο σύγχρονα, που μπορούν να προκαλέσουν διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Από τη μία, το εξελισσόμενο νομικό και εποπτικό πλαίσιο μπορεί να οδηγήσει εκτός δραστηριότητας μια εταιρεία που δεν συμμορφώθηκε ή δεν φρόντισε να συμπεριλάβει τις εξελίξεις στην επιχειρηματική της λειτουργία.
Για παράδειγμα, η μη συμμόρφωση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων θα μπορούσε να οδηγήσει σε προσβολή της φήμης ή και σε πρόστιμο το οποίο μπορεί να καταστήσει την εταιρεία μη βιώσιμη.
Από την άλλη, οι απειλές πλέον δεν είναι υποχρεωτικά φυσικές, αλλά είναι και –ίσως κυρίως– ψηφιακές. Συνεπώς, μια κυβερνοεπίθεση κατά της εταιρείας μπορεί να της προκαλέσει τέτοια ζημιά που να οδηγήσει σε πιθανή διακοπή της δραστηριότητάς της.
Άλλωστε, ιστορικά, οι μορφές κινδύνων στις οποίες εκτίθενται οι εταιρείες αλλάζουν ταυτόχρονα με την εξέλιξη του περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιούνται, και το ίδιο συμβαίνει και στις μέρες μας.
iw? Από την εποχή του «φθηνού χρήματος» περνάμε –αν και αρκετά δειλά– σε αύξηση των επιτοκίων. Τι ρόλο παίζουν οι αγορές, ένα πιθανό καθοδικό σπιράλ στις χρηματαγορές και, εν τέλει, η νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών;
απ. Το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων συντηρήθηκε, ενδεχομένως, περισσότερο από όσο χρειαζόταν, καθώς οι κεντρικές τράπεζες, τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρώπης, διέθεσαν ρευστότητα αγοράζοντας τίτλους, ώστε να αναχαιτίσουν την οικονομική κρίση και να αποτρέψουν τη συνέχιση ή επανεμφάνισή της.
Είναι αναμενόμενο ότι αυτή η πολιτική, που κράτησε σχεδόν μία δεκαετία, δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί. Η επιχειρηματική δραστηριότητα καλείται να σταθεί εκ νέου στα πόδια της από μόνη της. Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος της παρεχόμενης ρευστότητας ωφέλησε κυρίως τις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, καθώς δεν έφτασε πάντοτε απευθείας στις επιχειρήσεις, αλλά κυρίως στους επενδυτές.
Η αύξηση των επιτοκίων είναι, σταδιακά, αποδεκτή και διαχειρίσιμη και οι αγορές φαίνεται σε ένα βαθμό να την αναμένουν και να την έχουν προεξοφλήσει. Μετά από δύο ακραίες, ενδεχομένως, αντιδράσεις των αγορών, τον Φεβρουάριο και τον Οκτώβριο του 2018, σε αντίστοιχες κινήσεις ή προσδοκίες κινήσεων από την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, εκτιμούμε ότι αφενός οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν πιο ήπιες και σταδιακές κινήσεις, αφετέρου οι αγορές θα τις περιμένουν και θα κινούνται ανάλογα.
Αυτό αποτυπώνεται άλλωστε και στις αποδόσεις των αγορών μετοχών από την αρχή του χρόνου. Η σταδιακή άνοδος των επιτοκίων θα οδηγήσει σε μείωση μεν των τιμών των ομολόγων, αλλά όχι σε βίαιη πτώση τους. Οι διαχειριστές των αντίστοιχων χαρτοφυλακίων εκτιμούμε ότι την αναμένουν και έχουν λάβει τις θέσεις που απαιτούνται για την αντιμετώπιση του επιτοκιακού κινδύνου.
iw? Η ανάφλεξη εστιών έντασης ανά τον κόσμο ή οι διχαστικές δυνάμεις, ακόμη και εντός ΕΕ, προκαλούν προβληματισμό. Πόσο επικίνδυνη μπορεί να αποβεί η γεωπολιτική αστάθεια για μια επιχείρηση;
απ. Η γεωπολιτική αστάθεια δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί και ανασταλτικό παράγοντα για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης, δεν επηρεάζει το ίδιο όλες τις επιχειρήσεις και όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Είναι σαφές ότι εταιρείες που ενεργοποιούνται σε περιοχές που πλήττονται ή αναμένεται να πληγούν ενδέχεται να επηρεαστούν περισσότερο και, ως αποτέλεσμα αυτού, να αναγκαστούν να περιοριστούν ή να μην επεκταθούν περισσότερο σε αυτές. Αυτό, φυσικά, εξαρτάται και από το αντικείμενο των εργασιών τους.
Η εξέλιξη της ΕΕ αποτελεί μια διαφορετική περίπτωση, και σίγουρα τυχόν αποχώρηση χωρών, όπως της Μεγάλης Βρετανίας, αποτελεί ανεξερεύνητη περιοχή, γι’ αυτό και η ολοκλήρωσή της παίρνει περισσότερο από τον προβλεπόμενο χρόνο. Οι εταιρείες που εκτίθενται στον κίνδυνο αυτό προσπαθούν να τον αντιμετωπίσουν μέσω της εγκατάστασής τους σε άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ.
Εκτιμούμε ότι, για το μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα, αυτός θα είναι και ο τρόπος με τον οποίο οι επιχειρήσεις θα αντιμετωπίζουν τους κινδύνους αυτού του τύπου. Θα βρίσκουν, δηλαδή, πού θα πρέπει να δραστηριοποιούνται και με ποια μέσα, ώστε να μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.
Άλλωστε, στην ψηφιακή εποχή που ζούμε, η λειτουργία και η παροχή προϊόντων και υπηρεσιών δεν είναι υποχρεωτικό να γίνεται στο σύνολό της στον τόπο παροχής τους, αλλά είναι εφικτή, σε μεγάλο βαθμό, και εξ αποστάσεως.
iw? Από την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών αναδύονται πρωτόγνωρες απειλές: cyber risk, κυβερνοεπιθέσεις κ.ά. Τι φοβούνται και πώς «απαντούν» οι εταιρείες;
απ. Είναι σαφές ότι οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις έχουν πλέον, εκτός από τη φυσική τους ζωή και δραστηριότητα, και ψηφιακή ζωή και δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, ενώ μέχρι πριν από μερικά χρόνια οι κίνδυνοι στους οποίους ήταν εκτεθειμένοι αφορούσαν τη φυσική τους ζωή, πλέον εστιάζουν εξίσου –αν όχι και περισσότερο– στην ψηφιακή τους ζωή.
Ενώ πριν μερικά χρόνια η κλοπή αφορούσε τη φυσική τους περιουσία (χρήματα, κατοικία ή επιχείρηση, αυτοκίνητο κ.λπ.), πλέον απειλεί την ψηφιακή τους περιουσία (ηλεκτρονικές συναλλαγές, ψηφιακό πορτοφόλι, κ.λπ.).
Οι εταιρείες δεν ήταν υποχρεωτικά έτοιμες να αντιμετωπίσουν αυτήν τη νέα μορφή απειλών και κινδύνου, γνωστά πλέον ως cyber attacks ή cyber risks, αντίστοιχα. Σταδιακά, όμως, προετοιμάζονται (ενδεχομένως όχι με τον απαιτούμενο ρυθμό) για την αντιμετώπισή τους με τεχνολογικά μέσα για τη διαχείριση του κινδύνου αυτού, ο οποίος, σημειωτέον, αν συμβεί, ενδέχεται να προκαλέσει ακόμα και τη διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας μιας εταιρείας. Αυτός είναι, ενδεχομένως, και ο μεγαλύτερος φόβος των εταιρειών. Άλλα σημεία ανησυχίας εντοπίζονται στην προσβολή της φήμης, στην απώλεια στοιχείων πελατών ή ακόμα και στην απώλεια χρημάτων, τεχνογνωσίας, πατεντών κ.λπ.
Εδώ όμως εντοπίζεται και μια ευκαιρία για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες ζουν από την ανάληψη κινδύνων. Η ευκαιρία αυτή δεν είναι άλλη από την παροχή ασφαλιστικών προϊόντων, τόσο σε επιχειρήσεις όσο και σε ιδιώτες για την κάλυψη των κινδύνων αυτών.
Όποιο τεχνολογικό μέσο και να χρησιμοποιηθεί για την πρόληψη μιας κυβερνοεπίθεσης, πάντα θα παραμένει ο κίνδυνος αυτή να συμβεί, έστω και μικρός. Η κάλυψη κινδύνων αποτελεί ασφαλιστική δραστηριότητα, και άρα η δημιουργία αντίστοιχων προϊόντων είναι δεδομένη.
*Aναδημοσίευση από το Insurance World