του Χρήστου Σταϊκούρα

Η οικονομική επιστήμη από παλαιότερα αλλά ειδικότερα, από τα τέλη της δεκαετίας του 50 – αρχές της δεκαετίας του 60, με θεωρητική και εμπειρική επάρκεια, έχει τεκμηριώσει τον καίριο και πολυσχιδή ρόλο του ανθρώπινου κεφαλαίου στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.  

Η εκπαίδευση και η κατάρτιση αποτελούν τους κύριους θεσμικούς μηχανισμούς παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης ανθρώπινου κεφαλαίου (γνώσεων, δεξιότητες, στάσεων).

Οι μονάδες της εκπαίδευσης και της κατάρτισης αναλώνουν πόρους από τους περιορισμένους της οικονομίας και παρέχουν ποικιλία εκροών, αποτελεσμάτων, οφελών, θετικών εξωτερικοτήτων και διάχυτων επιδράσεων.

Ο πραγματικός κόσμος, η οικονομική επιστήμη και η εφαρμοσμένη πολιτική δείχνουν ότι οι περιορισμένοι πόροι είναι ανταγωνιστικά διεκδικούμενοι.

Οι ορθολογικές επιλογές κατανομής τους μεταξύ των διαφόρων τομέων δημόσιας και ιδιωτικής δράσης έχει ιδιαίτερη σημασία.

Επιπροσθέτως δε στα πεδία της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, η αξιοποίηση τους από τις μονάδες είναι κρίσιμης σημασίας.

Η ποσοτικοποίηση της κατανομής και αξιοποίησης των πόρων γίνεται με τα μεγέθη της αποδοτικότητας, της παραγωγικότητας, της αποτελεσματικότητας.

Οι μετρήσεις αυτών των μεγεθών δύναται να οδηγήσουν την εφαρμοσμένη πολιτική σε περιορισμό της σπατάλης των πόρων.

Οι εμπειρικές μελέτες δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ως ιδιαίτερη οντότητα και χώρες – μέλη της δρουν προς τις κατευθύνσεις που υποδεικνύει η επιστήμη και φέρουν θετικά αποτελέσματα.

Φρονώ ότι στην περίοδο της γνώσης που διανύουμε προτεραιότητα πρέπει να δοθεί, εκτός των ανωτέρων μεγεθών, και στην ποιότητα.

Ποιότητα παντού.

Στην ποιότητα πρέπει να εστιάσει και η Ελλάδα.

Η συστηματική αξιολόγηση, οι διακρατικές συγκρίσεις, η κατασκευή και μέτρηση ενιαίων δεικτών και η εφαρμογή διαδικασιών benchmarking αποτελούν εκ των ων ουκ άνευ προϋποθέσεις προκειμένου να πετύχουμε το στόχο που είναι η ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ατομική και κοινωνική ευημερία, σήμερα αλλά και αύριο.

 

{Το κείμενο αποτελεί Ομιλία του Υπουργού Οικονομικών στη συνεδρίαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, στο πλαίσιο του ECOFIN}