Στην 6η μείωση (5η διαδοχική από τον Σεπτέμβριο) των επιτοκίων του Ευρώ, από τον Ιούνιο προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με ακόμα μία κίνηση 25 μονάδων βάσης (0,25%) που οδήγησε το επιτόκιο καταθέσεων της ευρωτράπεζας στο 2,5%.
Αμέσως μετά τις ανακοινώσεις της ECB, η ισοτιμία του Ευρώ ενισχύθηκε έναντι του δολαρίου (1,0821 $) αλλά και των άλλων βασικών νομισμάτων .
Κατά τη διάρκεια τη συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ να μειώσει για έκτη συνεχή φορά το βασικό επιτόκιο δανεισμού, η πρόεδρος Λαγκάρντ αναφέρθηκε επανειλημμένως στο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κινητοποίηση έως και 800 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, υπογραμμίζοντας παρά ταύτα, ότι καίτοι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν εξαιρετικά ευνοϊκή για την οικονομία της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ πρέπει να είναι προσεκτική και σε διαρκή εγρήγορση, καθώς πρόκειται για μια «εν εξελίξει διαδικασία».
- «Η ΕΚΤ παρακολουθεί προσεκτικά το τι θα προκύψει από τη σημερινή συνάντηση στις Βρυξέλλες (σ.σ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου) και την περαιτέρω εξέλιξη στη γερμανική πολιτική σκηνή (σ.σ για την αύξηση των αμυντικών δαπανών) για να εκτιμήσουμε τις οικονομικές συνέπειες.
- Πρόκειται για πολιτικές και γεωπολιτικές αποφάσεις που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας»
Οι κεντρικοί τραπεζίτες στην ανακοίνωση τους επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο, με τον ρυθμό αύξησης των μισθών να μετριάζεται και τα εταιρικά κέρδη να απορροφούν εν μέρει τον αντίκτυπο.
- Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες της τράπεζας αναθεώρησαν ξανά προς τα κάτω τις προβολές τους για την ανάπτυξη.
Η απόφασή του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, να μειώσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων -το επιτόκιο με το οποίο το Διοικητικό Συμβούλιο δίνει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής- βασίζεται στην επικαιροποιημένη αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο.
Ο πληθωρισμός συνέχισε να εξελίσσεται σε γενικές γραμμές όπως ανέμεναν οι εμπειρογνώμονες και οι πιο πρόσφατες προβολές συμβαδίζουν με τις προηγούμενες προοπτικές για τον πληθωρισμό.
Οι εμπειρογνώμονες αναμένουν τώρα ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,3% το 2025, 1,9% το 2026 και 2,0% το 2027.
Η αναθεώρηση του γενικού πληθωρισμού για το 2025 προς τα πάνω αντανακλά εντονότερη δυναμική των τιμών της ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,2% το 2025, 2,0% το 2026 και 1,9% το 2027.
- Οι περισσότεροι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί γύρω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για ρυθμό 2% σε διατηρήσιμη βάση.
Ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, κυρίως επειδή οι μισθοί και οι τιμές σε ορισμένους τομείς εξακολουθούν να προσαρμόζονται στην προηγούμενη έντονη άνοδο του πληθωρισμού με σημαντική καθυστέρηση. Αλλά ο ρυθμός αύξησης των μισθών μετριάζεται όπως αναμενόταν και τα κέρδη απορροφούν εν μέρει τον αντίκτυπο του πληθωρισμού.
Η νομισματική πολιτική γίνεται ουσιωδώς λιγότερο συσταλτική, καθώς οι μειώσεις των επιτοκίων καθιστούν τη λήψη νέων δανείων λιγότερο δαπανηρή για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και ο ρυθμός αύξησης των δανείων επιταχύνεται.
Ταυτόχρονα, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων που συνεχίζουν να μεταδίδονται στο ανεξόφλητο απόθεμα των πιστώσεων συνιστούν αντίξοο παράγοντα για τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης και οι χορηγήσεις παραμένουν συνολικά υποτονικές.
- Η οικονομία αντιμετωπίζει συνεχείς προκλήσεις και οι εμπειρογνώμονες αναθεώρησαν ξανά προς τα κάτω τις προβολές τους για την ανάπτυξη -σε 0,9% για το 2025, 1,2% για το 2026 και σε 1,3% για το 2027.
Οι αναθεωρήσεις προς τα κάτω για το 2025 και το 2026 αντανακλούν χαμηλότερες εξαγωγές και συνεχιζόμενη υποτονικότητα των επενδύσεων, εν μέρει ως αποτέλεσμα του υψηλού βαθμού αβεβαιότητας όσον αφορά την εμπορική πολιτική καθώς και της ευρύτερης αβεβαιότητας σχετικά με την οικονομική πολιτική.
Η άνοδος των πραγματικών εισοδημάτων και η σταδιακή εξασθένηση των επιδράσεων των προηγούμενων αυξήσεων των επιτοκίων εξακολουθούν να αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που στηρίζουν την αναμενόμενη ανάκαμψη της ζήτησης με την πάροδο του χρόνου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί με διατηρήσιμο τρόπο στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Ιδίως υπό τις τρέχουσες συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας, θα ακολουθήσει μια προσέγγιση που βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και θα λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγηση που διενεργεί όσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού
Το χαρτοφυλάκια APP και PEPP μειώνονται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί με διατηρήσιμο τρόπο στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διαφυλάξει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Επιπλέον, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμίζει ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά, που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για σταθερότητα των τιμών.