της Ελενας Ερμείδου
Την πόρτα της ανάπτυξης ανοίγει ο τουρισμός στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα όσα αποτυπώνονται από τα στατιστικά στοιχεία του ΣΕΤΕ και του ΣΕΤΕ Intelligence. Η αύξηση της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης και ιδιαίτερα των αεροπορικών αφίξεων, η στρατηγική της Fraport για τα αεροπορικά δρομολόγια κατά τους χειμερινούς μήνες, η ενίσχυση των αεροπορικών συνδέσεων στα νησιά αλλά και αυξημένη ζήτηση για ξενοδοχειακές υπηρεσίες συνιστούν θετικούς οιωνούς για το κλάδο. Το στοίχημα είναι να μπορέσουν όλα αυτά να υλοποιηθούν μέσω ενός ολοκληρωμένου αναπτυξιακού πλάνου το οποίο θα συνδέσει τον τουρισμό με την οικονομία.
23% αύξηση κατέγραψαν οι αεροπορικές αφίξεις τον μήνα Μάιο σε σχέση με το αντίστοιχο μήνα το 2017 με συνολική αύξηση για το τρέχον έτος 20,5%. Μειωμένες εμφανίστηκαν οι οδικές αφίξεις κατά 7,9%, ωστόσο αυξημένες κατά 0,9% στο σύνολο του έτους. Οι χώρες που επιδεικνύουν αυξημένη καταναλωτική εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα και τις κυριότερες αγορές είναι οι: Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Φινλανδία, Ουγγαρία, Ολλανδία, Πολωνία, Ιταλία, Ελλάδα, Βρετανία, Σλοβακία, ΗΠΑ. Μείωση αντίθετα καταγράφεται από την Τουρκία και την Σουηδία.
Ο Διεθνής Αερολιμένα Αθηνών κατέχει την πρωτιά
Αναλυτικότερα στα κυριότερα αεροδρόμια καταγράφηκε αύξηση των διεθνών αφίξεων +23,0% (+19,7% από την αρχή του έτους). Αύξηση παρατηρήθηκε τόσο στην Αθήνα (+25,0%) όσο και στα περιφερειακά αεροδρόμια (+22,5%), ενώ από την αρχή του έτους οι αντίστοιχες αυξήσεις είναι +21,6% και + 18,5% αντίστοιχα. Οι διεθνείς οδικές αφίξεις, μειώθηκαν κατά -7,9%, ενώ από την αρχή του έτους υπάρχει οριακή μεταβολή +0,9%.
Οι αυξημένες αφίξεις αποτυπώνονται και στην Έρευνα Συνόρων της ΤτΕ, με την εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση του Απριλίου αυξημένη κατά +9,6% σε σχέση με τον Απρίλιο 2017, και τις ταξιδιωτικές εισπράξεις κατά +1,6%. Οι αντίστοιχες μεταβολές από την αρχή του έτους είναι +11,5% και +8,1% αντίστοιχα.
Απώλειες από Σουηδία και Τουρκία
Βελτίωση δείχνει ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης στις περισσότερες αγορές του ελληνικού τουρισμού, και στην πλειονότητά τους κυμαίνεται σε υψηλότερα επίπεδα από τον αντίστοιχο δείκτη του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Δεδομένου ότι η καταναλωτική εμπιστοσύνη αποτελεί σημαντική παράμετρο για την πραγματοποίηση ταξιδιών αναψυχής, το στοιχείο αυτό δείχνει προοπτικές διατήρησης της ισχυρής ζήτησης για το ελληνικό τουριστικό προϊόν. Εξαίρεση αποτελούν – οι σημαντικές για την Ελλάδα – αγορές της Σουηδίας και της Τουρκίας που ο αντίστοιχος δείκτης είναι μειωμένος σε σχέση με πέρυσι.
Εξελίξεις στον ελληνικό τουρισμό
Σημαντική εξέλιξη για τον ελληνικό τουρισμό αποτελεί η πρώτη απευθείας διασύνδεση ελληνικού νησιού (Μύκονος) με προορισμό στα Εμιράτα (Κατάρ). Επίσης, η Fraport, που διαχειρίζεται 14 περιφερειακά αεροδρόμια ανακοίνωσε εκπτωτικό πρόγραμμα για την εισαγωγή αεροπορικών δρομολογίων κατά τους χειμερινούς μήνες.
Αναφορικά με την ζήτηση για Υπηρεσίες Ξενοδοχειακών Καταλυμάτων, και σύμφωνα με τα στοιχεία της trivago, τον Μάιο 2018 σε σχέση με τον Μάιο 2017, αυξήθηκε το μερίδιο των ταξιδίων Μεσοβδόμαδα (43% έναντι 40%) ενώ μειώθηκε των ταξιδιών Σαββατοκύριακου (37% / 42%). Οριακή αύξηση παρουσίασε των ταξιδιών Διακοπών (20% / 19%). Οι 5 κυριότερες αγορές ήταν Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ – οι ίδιες όπως και πέρυσι. Οι κυριότεροι προορισμοί ήταν η Αθήνα, η Μύκονος, η Σαντορίνη και η Θεσσαλονίκη. Αύξηση παρουσιάζουν οι τιμές των ξενοδοχείων σχεδόν στο σύνολο των κατηγοριών και περιοχών της.
Βλέπει αύξηση εσόδων η Ευρώπη
Αύξηση παράλληλα σημειώνουν και οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις. Η Μέση Ανατολή κυριαρχεί στις εισπράξεις ενώ στις αφίξεις η Ασία και ο Ειρηνικός. Στην Ευρώπη παρατηρείται μεγαλύτερη αύξηση στις εισπράξεις σε σχέση με τις αφίξεις.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2018, οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις/εισπράξεις παρουσίασαν αύξηση +6,2%/+4,8% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Η επίδοση αυτή υπερέβη τις εκτιμήσεις του ΠΟΤ για το 2018. Τη μεγαλύτερη ανάπτυξη κατέγραψαν από πλευράς εισπράξεων η Μέση Ανατολή (+12,9%) και από πλευράς αφίξεων η Ασία και Ειρηνικός (+7,8%). Στην Ευρώπη οι αφίξεις αυξήθηκαν +6,8% και οι εισπράξεις +7,8%
Η μακροοικονομική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας
Με τις αποφάσεις του Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 για την Ελλάδα, θα υπάρξει αναστολή των πληρωμών για τόκους και χρεολύσια για τα δάνεια του EFSF έως το 2030. Παράλληλα η 5η και τελευταία δόση ορίστηκε σε € 15 δισ., ενώ προβλέφθηκε μηχανισμός ώστε να επιστραφούν τα κέρδη της EKT, ύψους περίπου € 4,5 δισ., από τα Ελληνικά Κρατικά Ομόλογα που αγόρασε στα πλαίσια των Μνημονίων. Το ‘μαξιλάρι ρευστότητας’ που δημιουργήθηκε από την επιμήκυνση των δανείων και την πρόσθετη χρηματοδότηση, σε συνδυασμό με τα υπάρχοντα διαθέσιμα, ανέρχεται σε € 25 δισ. περίπου και καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για σχεδόν δύο χρόνια. Με τον τρόπο αυτό δεν υπάρχει πίεση εξόδου στην αγορά για μια έκδοση ομολόγων που θα λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς (benchmark). Αυτό δίνει χρόνο στη χώρα να περιμένει την μείωση των έντονων διακυμάνσεων στις διεθνείς αγορές προτού προχωρήσει σε άντληση κεφαλαίων – πιθανώς εντός του έτους. Με τη ρύθμιση αυτή το χρέος εκτιμάται πλέον ως μεσοπρόθεσμα βιώσιμο από τους πιστωτές μας, περιλαμβανομένου και του ΔΝΤ, καθώς και από τους ανεξάρτητους οίκους αξιολόγησης.
Επιπλέον υπάρχουν και δύο ασφαλιστικές δικλίδες. Η πρώτη προβλέπει ότι λίγο μετά την εκπνοή της περιόδου χάριτος, δηλαδή το 2032, οι εταίροι θα επανεξετάσουν τη βιωσιμότητα του χρέους και θα συμφωνήσουν, αν χρειάζεται, σε επιπλέον μέτρα. Η δεύτερη ασφαλιστική δικλίδα εγγυάται ότι, σε περίπτωση απρόοπτης επιδείνωσης της ελληνικής οικονομίας, οι εταίροι μας θα πάρουν νέα μέτρα ελάφρυνσης. Η δέσμευση για επανεξέταση της βιωσιμότητας του χρέους θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μια δικλείδα ασφαλείας για την πολύ μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους.
Με αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα αποκτά ένα εξαιρετικά σημαντικό και πραγματικά κρίσιμο παράθυρο ευκαιρίας για να εφαρμόσει το δικό της αναπτυξιακό πλάνο για ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο που -μέσω την ανάπτυξης- θα μειώσει το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Βέβαια, όπως με την ένταξη στο Ευρώ, τα πάντα τώρα εξαρτώνται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις της χώρας, οι οποίες θα πρέπει να έχουν ως βασική τους προτεραιότητα τη διαφύλαξη και ενίσχυση της διεθνούς αξιοπιστίας και σταθερότητας, και των αναπτυξιακών πλεονεκτημάτων που ανάκτησε η Ελλάδα μέσω των επίπονων προγραμμάτων των Μνημονίων, και την αποφυγή χρήσης της διαθέσιμης ρευστότητας για καταναλωτικές δαπάνες.