Όπως μαρτυρούν οι δεκάδες εκθέσεις και αναλύσεις των ξένων επενδυτικών οίκων για τις ελληνικές τράπεζες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες εβδομάδες, οι ξένοι επενδυτές που επενδύουν στις μετοχές των ελληνικών τραπεζών μαζικά τους τελευταίους μήνες αγοράζουν την ιστορία ανάπτυξης και κερδοφορίας που μπορεί να πετύχει το εγχώριο πιστωτικό σύστημα την ερχόμενη τριετία.
Ο εγχώριος κλάδος, μετά από έναν ευρύ κύκλο μετασχηματισμού, έχει επιτύχει τη μεγάλη επιστροφή στα ραντάρ των μεγαλύτερων επενδυτικών σπιτιών του πλανήτη, εξέλιξη που αποτυπώνεται στην ισχυρή ζήτηση για τους τίτλους των τεσσάρων συστημικών ομίλων και στην άνοδο των αποτιμήσεών τους.
Σε κάθε ευκαιρία που έχουν απέναντί τους το διεθνές επενδυτικό ακροατήριο, οι Έλληνες τραπεζίτες στέλνουν ένα κεντρικό μήνυμα, σύμφωνα με οποίο το εγχώριο πιστωτικό σύστημα έχει γυρίσει σελίδα και παρουσιάζει θετικές προοπτικές και αποδόσεις που ευνοούνται και από το περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας, το οποίο παρουσιάζει ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από αυτούς στην ευρωζώνη.
Την αλλαγή σελίδας για τις ελληνικές τράπεζες «προσυπογράφει» η απεμπλοκή του Δημοσίου από το μετοχικό τους κεφάλαιο, καθώς ήδη η Eurobank και η Alpha Bank είναι πλήρως ιδιωτικές, στην Εθνική Τράπεζα το ΤΧΣ διέθεσε ποσοστό 22% και απομένει η διάθεση του εναπομείναντος 18% μέσα στο 2024, ενώ τέλος Φεβρουαρίου-αρχές Μαρτίου αναμένεται η αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Τράπεζα Πειραιώς.
Άμεσο αποτέλεσμα της αλλαγής σελίδας για τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες είναι η επιστροφή τους στη διανομή μερισμάτων από τα κέρδη της χρήσης 2023. Όπως έχουν ανακοινώσει ήδη οι τραπεζίτες, η Eurobank θα διαθέσει περί τα 300 εκατ. ευρώ για μέρισμα στους μετόχους της (ποσοστό έως 30% των κερδών του 2023), η Εθνική προσανατολίζεται στη διανομή περίπου του 25% των κερδών του 2023, με ανοιχτό το ενδεχόμενο ανταμοιβής των μετόχων και μέσω επαναγοράς μετοχών, η Alpha Bank σχεδιάζει διανομή του 20% των κερδών 2023 και η Τράπεζα Πειραιώς θα μοιράσει συμβολικό μέρισμα της τάξεως του 10% (περίπου 80 εκατ. ευρώ), που όμως θα αυξηθεί στο 15% και 25% των κερδών του 2024 και του 2025, αντίστοιχα.
Οι τραπεζίτες επισημαίνουν παράλληλα την υψηλή κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, η οποία αναμένεται να φτάσει τα 4 δισ. ευρώ για το 2023.
Ο καταλύτης
Αναμφίβολα, καταλύτη αποτέλεσε η έξοδος της χώρας από την κατηγορία των «σκουπιδιών» στα τέλη του περασμένου έτους, που διεύρυνε την επενδυτική βάση και για τις τράπεζες, ανοίγοντας τον δρόμο για την προσέλκυση «φρέσκων» κεφαλαίων, που αναζητούν υψηλές αποδόσεις σε όρους ευρώ. Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης οι θετικές μακροοικονομικές προοπτικές και οι καλύτερες επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Σε αυτό το περιβάλλον, η όρεξη των επενδυτών για ανάληψη ελληνικού ρίσκου έχει αυξηθεί σημαντικά. Το κλίμα αυτό έσπευσε να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση για την οριστική αποχώρηση από το μετοχικό κεφάλαιο των τεσσάρων συστημικών ομίλων. Την αρχή έκανε η Εθνική Τράπεζα με τη διάθεση του 22% των μετοχών της από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) τον Νοέμβριο του 2023, η οποία ολοκληρώθηκε με χαρακτηριστική άνεση και με την προσέλκυση μακροπρόθεσμων funds.
Λίγες ημέρες νωρίτερα, η Alpha Bank είχε υπογράψει συμφωνία με την UniCredit για την απόκτηση του 9% της κρατικής συμμετοχής, σηματοδοτώντας την πρώτη επένδυση μεγάλου τραπεζικού ομίλου στη χώρα μετά από 17 χρόνια.
Οι εξελίξεις αυτές πιστοποίησαν την αλλαγή σελίδας για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, μετά την υπερδεκαετή κρίση, που ακολούθησε τη χρεοκοπία του ελληνικού Δημοσίου. Έκτοτε οι ξένοι επενδυτές είναι μόνιμα αγοραστές των μετοχών των ελληνικών τραπεζών, οδηγώντας τις κεφαλαιοποιήσεις τους σε πολυετή υψηλά.
Το ενδιαφέρον δε που επιδεικνύουν στις παρουσιάσεις που πραγματοποιούν οι διοικήσεις των συστημικών ομίλων στο εξωτερικό για τις προοπτικές τους θυμίζει την εποχή της υπερανάπτυξής τους στα χρόνια μετά την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
Από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ (Τεύχος Ιανουάριος-Φεβρουάριος/Αφιέρωμα Τράπεζες/Κώστας Παπαγρηγόρης)