Τα φορολογικά βάρη στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα ανάμεσα στα περίπου 25 κράτη – μέλη του, ενώ η χώρα μας κατέχει αρνητική “πρωτιά” σε χρηματοδοτική/επιδοματική στήριξη των ανέργων, αλλά και στην πορεία του ΑΕΠ.
Αυτό επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, σύμφωνα με υπολογισμούς σε ετήσια έκθεσή του.
Ο ΟΟΣΑ μάλιστα συστήνει μεταξύ άλλων και μείωση των εργοδοτικών εισφορών στους χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους. Συγκεκριμένα, ο οργανισμός κάνει λόγο για μεγάλο “μαύρο” τομέα εργασία στην Ελλάδα και επισημαίνει ότι “η αντιμετώπισή του απαιτεί μεταρρυθμίσεις” μαζί με την μείωση των φορολογικών βαρών στην εργασία (σ.σ. εργοδοτικές εισφορές), “των χαμηλά αμειβόμενων εργαζόμενων στους οποίους αυτή παραμένει υψηλή”.
Στην ετήσια έκθεσή του “Going for Growth” που δημοσιεύθηκε χθες, ο ΟΟΣΑ καταγράφει πάρα πολύ μεγάλα φορολογικά βάρη στην Ελλάδα. Υπολογίζει ότι το μέσο φορολογικό βάρος στην Ελλάδα για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά που λαμβάνουν το μέσο μισθό είναι στο 38,2% του εισοδήματός τους, έναντι 13,6% φορολογικών βαρών της Ιρλανδίας.
Η επιβάρυνση είναι από τις υψηλότερες ανάμεσα στα 25 περίπου κράτη μέλη του ΟΟΣΑ. Μεγαλύτερες υποχρεώσεις έχουν μόνο πλούσιες χώρες όπως το Βέλγιο, η Σουηδία, η Γαλλία και η Γερμανία, ενώ ο μέσος όρος είναι στο 2,8,6%.
Στο επιχειρηματικό πεδίο μεγάλη έμφαση στην απουσία φορολογικών ελαφρύνσεων στην Ελλάδα ούτως ώστε να αναπτυχθεί η έρευνα και η τεχνολογική ανάπτυξη. Ο ΟΟΣΑ υπολογίζει τη δαπάνη για τις φορολογικές ελαφρύνσεις στην Ελλάδα στο συγκεκριμένο πεδίο μόνο στο 0,05% του ΑΕΠ, έναντι 0,29% του ΑΕΠ στην Ιρλανδία.
4.3 Average tax wedge on labour
Φορολογικό βάρος για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά
Απροστάτευτοι οι άνεργοι
Σε κανένα κράτος μέλος του ΟΟΣΑ η κάλυψη των ανέργων (μέσω επιδομάτων) δεν είναι τόσο μικρή όσο στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η κρατική χρηματοδότηση (επίδομα ανεργίας κλπ) που λαμβάνει ένας άνεργος αμέσως μετά την απόλυσή του φτάνει στο 42% αυτού που είχε ως εργαζόμενος. Έπεται η Κορέα με 51,4%, ακολουθεί η Αυστραλία και η Τουρκία. Κατά μέσο όρο στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ ο απολυμένος θα λάβει μέσω επιδομάτων το 70% του προηγούμενου εισοδήματός του.
Αλλά και 60 μήνες μετά την απόλυσή του ο μακροχρόνια άνεργος στην Ελλάδα λαμβάνει ελάχιστο εισόδημα (από κάποια επιδόματα), έναντι του 46,9% κατά μέσο όρο στα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ.
Ο ΟΟΣΑ στο εργασιακό πεδίο καταγράφει μία σχετικά ανοιχτή αγορά τόσο στο πεδίο των συλλογικών απολύσεων, όσο και των κατώτατων μισθών αλλά και των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Σχετικά αυστηρή αναφέρει ότι είναι η νομοθεσία προστασίας της απασχόλησης, αορίστου και προσωρινού χρόνου.
Τεράστια η “ψαλίδα” σε ανάπτυξη
Ο ΟΟΣΑ στην έκθεση του καταγράφει την πάρα πολύ μεγάλη υστέρηση στην ανάπτυξη της Ελλάδος λόγω της κρίσης. Υπολογίζει ότι η Ελλάδα υπέστη την μεγαλύτερη απώλεια κατά κεφαλήν ΑΕΠ με αποτέλεσμα πλέον να βρίσκεται στην δεύτερη χειρότερη θέση ανάμεσα στα 25 περίπου κράτη – μέλη του μετά την Λετονία. Πολύ μεγάλες παραμένουν όπως εκτιμά και οι αποκλίσεις σε παραγωγικότητα εργασίας από τα υπόλοιπα “ανεπτυγμένα” κράτη μέλη που εξετάζονται.
Όσον αφορά στην απελευθέρωση των αγορών, καταγράφει πρόοδο αλλά και απόσταση σε σχέση με τις επιδόσεις των καλύτερων κρατών-μελών. Tα προβλήματα που πρέπει να επιλύσει η Ελλάδα περιλαμβάνει την απλούστευση της νομοθεσίας, την άρση των φραγμών που υπάρχουν στη διενέργεια των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ανά τομέα μεγαλύτερες ανάγκες παρεμβάσεων καταγραφεί στην αγορά φυσικού αερίου, αλλά και στα λεγόμενα “κλειστά” επαγγέλματα.
Στην εκπαίδευση ναι μεν η Ελλάδα έχει υψηλή αναλογία αποφοίτων Λυκείου και πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά έχει πάρα πολύ χαμηλές επιδόσεις σε σχέση με άλλα κράτη στην ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος (με βάση τον δείκτη PIZA).
Ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στο πεδίο της συνταξιοδοτικής δαπάνης εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κανένα επιπλέον όφελος από την παραμονή στην εργασία μετά τα 60, καθώς κατά κανόνα δεν μπορεί να περιμένει ο Έλληνας εργαζόμενος μία αύξηση των συντάξιμων απολαβών του.
Συστάσεις
Στις συστάσεις που απευθύνει προς την Ελλάδα και οι οποίες εκτιμά ότι δεν με έχουν ακόμα υιοθετηθεί είναι:
• η προσαρμογή της αγοράς εργασίας στις ανάγκες στις οικονομικές ανάγκες και η επέκταση της δια βίου μάθησης,
• η εισαγωγή και η επέκταση μιας διαδικασίας αποτίμησης των αποτελεσμάτων των παρεμβάσεων στις αγορές,
• η ενίσχυση των αρχών ανταγωνισμού των ρυθμιστικών αρχών,
• η δημιουργία one stop shop για τις επιχειρήσεις,
• η ενίσχυση του δικαστικού συστήματος και η επιτάχυνση των διαδικασιών του,
• η αύξηση των δαπανών για ενεργές πολιτικές στήριξης της απασχόλησης και η επέκταση κάποιων από τα προγράμματα που σχετίζονται με αυτές,
• η ενίσχυση της στόχευσης των οικογενειακών και άλλων κοινωνικών επιδομάτων.