Μια ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική συζήτηση με τον κ. Μάνο Πανώριο, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Stanton Chase Athens & Γ. Δ/ντή Χρηματοπιστωτικού Τομέα, για το αύριο του τραπεζικού τομέα στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Στην Ευρώπη σήμερα λειτουργούν περισσότερες από 2.000 μικρές και μεσαίες τράπεζες, οι οποίες διαδραματίζουν ένα κάθε άλλο παρά αμελητέο ρόλο στην χρηματοδότηση της οικονομίας. Όπως και το μεγαλύτερο μέρος του τραπεζικού κλάδου, αυτές οι τράπεζες ξεκίνησαν το 2020 με σχετικά μικρό αριθμό επισφαλών δανείων. Αυτή ήταν μια εικόνα εντελώς διαφορετική από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους πριν από μία δεκαετία, όταν ο εξασθενημένος τραπεζικός τομέας υπέστη μεγάλες ζημίες κεφαλαίου και απαιτούσε σημαντικές κρατικές ενισχύσεις διάσωσης. Δυστυχώς η κρίση COVID-19 έφερε τα πάνω κάτω σε ολόκληρο τον επιχειρηματικό κόσμο και επηρέασε κάθε τομέα. Σήμερα οι τράπεζες αυτές μοιάζουν να έχουν χάσει τον έλεγχο καθώς η ζήτηση δανεισμού έχει αυξηθεί και οι εγγυήσεις απόδοσης έχουν μειωθεί.

 

 Συνέντευξη στον Χρήστο Ν. ΚΩΝΣΤΑ

  • Ως προοίμιο της συζήτησης μας, σας παρουσιάζω τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών τραπεζών για το 4ο τρίμηνο του 2020. Είναι μάλλον θετικά και δεν υποστηρίζουν αυτό που νομίζω ότι θέλετε να μου πείτε σήμερα…

Είναι αλήθεια ότι τα αποτελέσματα του Q4 2020 είναι καλά. Ωστόσο δεν αντικατοπτρίζουν την πλήρη εικόνα: ότι δηλαδή οι τράπεζες της Ευρώπης βρίσκονται σε βαθιά κρίση και ακροβατούν μεταξύ του να είναι μέρος της λύσης ή μέρος του προβλήματος όσον αφορά την ανάκαμψη. Εμείς από την πλευρά μας στη Stanton Chase είδαμε μια έντονη αλλαγή των απαιτήσεων όσον αφορά τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων και τους ηγέτες των παγκόσμιων τραπεζών.

  • Ποια προβλήματα εντοπίζετε;

Ο τραπεζικός τομέας στην Ευρώπη είναι επιβαρυμένος με επιτόκια εξαιρετικά χαμηλά, υπερβολικά υψηλά κόστη, έλλειψη σχεδιασμού και προοπτικής που εκδηλώνεται κυρίως στην προσπάθεια ψηφιοποίησης του κλάδου. Οι περισσότερες τράπεζες λειτουργούν σχεδόν στα τυφλά. Το επίπεδο της μακροοικονομικής αβεβαιότητας τις έχει καταστήσει ανίκανες να προβούν σε προβλέψεις ακόμη και για χρονικό ορίζοντα ενός ή δύο ετών. Οι μικρότερες και μεσαίες τράπεζες, πρέπει να ετοιμάζονται για να αντέξουν το βάρος των συνεπειών μόλις τα διάφορα κυβερνητικά μέτρα -που έχουν προκύψει με την κρίση- αρθούν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

  • Οι Ευρωπαϊκές τράπεζες καλούνται τώρα να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψη και να να καλύψουν τα μεγάλα κενά που έχουν δημιουργηθεί και διευρυνθεί από την κρίση του κορονοϊού….

Τα ίδια τα μέτρα που υιοθετήθηκαν για να τις βοηθήσουν σε αυτόν τον ρόλο – όπως το δανειακό μορατόριουμ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι εγγυήσεις δανείων από το δημόσιο και η μεγάλης κλίμακας δημοσιονομική επέκταση -, τα μέτρα που βοήθησαν αρχικά την Ευρώπη να αποφύγει την πιστωτική κρίση, αφήνουν τώρα, ορισμένες τράπεζες, εκτεθειμένες στον κίνδυνο να διατηρούν ένα χαρτοφυλάκιο δανείων που δεν αποδίδουν.

Σύμφωνα με την «Έκθεση για την εφαρμογή επιλεγμένων πολιτικών COVID-19» της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης, που δημοσιεύτηκε στα τέλη Ιανουαρίου, όλα τα μέτρα αντιμετώπισης που εφαρμόστηκαν πρέπει να παρακολουθούνται στενά. Στην Έκθεση αναφέρεται ρητά: «Η παρακολούθηση της εφαρμογής της αναστολής για την αποπληρωμή δανείων, τα μέτρα ανοχής που σχετίζονται με το COVID-19 και η χρήση δημόσιων εγγυήσεων για νέο δανεισμό είναι ζωτικής σημασίας για την ανάλυση των κινδύνων των επιμέρους ιδρυμάτων όσο και για τη συνολική χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην ΕΕ»

  • Πως μπορούν λοιπόν οι τράπεζες να αποφύγουν τις σπασμωδικές αντιδράσεις;

Οι μικρού και μεσαίου μεγέθους Τράπεζες στην Ευρώπη είναι πλέον πιθανό να εκτεθούν σε κινδύνους ρευστότητας, όπως υψηλά επίπεδα πιστωτικών ορίων και εξάρτηση από χρηματοδότηση χονδρικής. Θα είναι πιο ευάλωτες στις διακυμάνσεις στις αγορές χονδρικής. Ο μεγαλύτερος αντίκτυπος πιθανότατα θα φανεί στην ποιότητα και τη φερεγγυότητα του ενεργητικού. Οι τράπεζες εκείνες που είχαν διαφοροποιημένη δραστηριότητα και δεν ήταν αυστηρά συνδεδεμένες με έναν συγκεκριμένο τομέα ή εκείνες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, είναι καλύτερα προετοιμασμένες να αντέξουν την πανδημία με σταθερότητα, όπως και αυτές που είναι σε θέση να διαφοροποιηθούν εκ νέου εν μέσω της τρέχουσας κρίσης.

Ο Andrea Enria, πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, λέει ότι, σε σύγκριση με το 2010, οι τράπεζες δεν είναι το πρόβλημα αυτή τη φορά. Ωστόσο, «υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να επιδεινώσουν το πρόβλημα – ότι θα μπορούσαν να αντιδράσουν σπασμωδικά [και] με μια ξαφνική αυστηροποίηση των όρων», είπε πρόσφατα σε Συνέντευξη Τύπου της ΕΚΤ.

Τα μέτρα που υιοθέτησε η ΕΚΤ, πρόσθεσε, λήφθηκαν ώστε να βοηθήσουν τις τράπεζες να αποτελέσουν μέρος της λύσης και να αποφύγουν την προκυκλικότητα, και εξαιτίας αυτών η ΕΕ έχει αποφύγει μια πιστωτική κρίση μεγάλης κλίμακας.

  • Πιστεύετε λοιπόν ότι η προσπάθεια της Ευρώπης για ανάκαμψη θα ανακοπεί από αυτές τις τράπεζες;

Ο εγγενής κίνδυνος, των ακραίων μέτρων που η ΕΚΤ και οι μεμονωμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν εφαρμόσει για να ενισχύσουν τους τραπεζικούς τους τομείς είναι ότι όταν η ανάκαμψη γίνει τελικά πραγματικότητα, το φράγμα θα σπάσει. Οι τράπεζες και τα εποπτικά όργανα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα μέτρα έκτακτης ανάγκης τους – όσο καλά και εύλογα και αν είναι – δεν δημιουργούν πλημμύρα προβλημάτων στο άμεσο μέλλον. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μορατόρια δανείων, τα οποία διατρέχουν τον κίνδυνο να βρουν ένα ίδρυμα απροετοίμαστο με μια απρόβλεπτη συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων.

  • Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συμμερίζεται αυτή σας την ανησυχία;

Το μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ, η Kerstin af Jochnick, περιέγραψε πρόσφατα τις προτεραιότητες στις οποίες επικεντρώνεται η Kεντρική Tράπεζα για το τρέχον έτος. «Μία από τις κύριες προτεραιότητές μας για το 2021 θα είναι να διασφαλίσουμε ότι οι κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών είναι αρκετά ισχυρές», είπε. «Υπάρχει ακόμη ένας σημαντικός βαθμός αβεβαιότητας γύρω από τις οικονομικές προοπτικές και των σχετικών επιπτώσεων που προέρχονται από την κρίση του κορονωϊού στους ισολογισμούς των τραπεζών. Είναι πιθανό η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών να επιδεινωθεί, ιδίως όταν αποσυρθούν οι κυβερνητικές εγγυήσεις».

  • Τι πρέπει να γίνει λοιπόν;

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι τράπεζες πρέπει να συντονίσουν μια κοινή αντίδραση με τα εποπτικά όργανα. Ο Wim Mijs, Διευθύνων Σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Τραπεζών, λέει ότι το EBF υποστηρίζει το «φιλόδοξο σχέδιο για την προώθηση της ανάκαμψης της ΕΕ επιταχύνοντας τη διπλή επανάσταση της βιομηχανικής ψηφιοποίησης και μετάβασης προς μια βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς και ανθεκτική οικονομία».

«Είναι επίσης σημαντικό να εξετάσουμε συλλογικά τον υφιστάμενο τραπεζικό κανονισμό και να προσδιορίσουμε πού το νομικό πλαίσιο έχει υποστηρίξει την οικονομία και πού τα προκυκλικά μέτρα έχουν προκαλέσει εμπόδια, ιδίως στην περαιτέρω εφαρμογή της οριστικοποίησης της Basel3 και στο λογιστικό πλαίσιο του IFRS», συνέχισε.

Ένας τρόπος με τον οποίο οι μεμονωμένες τράπεζες μπορούν να επιδιώξουν να αποτρέψουν την υποβάθμιση των περιουσιακών στοιχείων είναι με τη δημιουργία ενός βιώσιμου επιχειρηματικού μοντέλου όπου οι τράπεζες ενθαρρύνουν νέους τρόπους αντιμετώπισης των δανειοληπτών τους, προκειμένου να διακρίνουν εκείνους που θα αποπληρώσουν τα δάνειά τους και εκείνους που τελικά δεν θα το κάνουν.

  • Νομίζετε ότι πρέπει να αλλάξει το διοικητικό μοντέλο των τραπεζών;

Αυτό το είδος του ριζικού εταιρικού επαναπροσδιορισμού απαιτεί νέες οπτικές στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών. Ως Γενικός Διευθυντής Χρηματοπιστωτικού Τομέα στο παγκόσμιο δίκτυο της  Stanton Chase, βλέπω ξεκάθαρα ότι σε όλο τον κόσμο οι τράπεζες αναζητούν φρέσκα πρόσωπα και προοπτικές στα διοικητικά συμβούλιά τους για να τις καθοδηγήσουν έξω από την κρίση.

Κατά την άποψή μου, οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν το δυναμικό τους με νέο αίμα – και νέα ζωή – σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Απαιτούνται ηγετικές ικανότητες άνευ προηγουμένου. Ποτέ άλλοτε δεν έχει υπάρξει τόσο επείγουσα ανάγκη να βρεθούν οι πλέον εξειδικευμένοι οραματιστές για τον τραπεζικό τομέα.

Εμείς στη Stanton Chase βλέπουμε ότι υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για αναζήτηση νέων ηγετών, αλλά μέχρι στιγμής μόνο οι πιο διορατικές τράπεζες έχουν αναλάβει δράση. Είμαστε όμως εδώ για να παρέχουμε καθοδήγηση και να βοηθήσουμε τις τράπεζες να βρουν τους ηγέτες που χρειάζονται.

 Ποιος είναι ο κ. Μάνος Πανώριος

Ο Μάνος Πανώριος  από το  Μάρτιο 2013  κατέχει τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου στο γραφείο της Stanton Chase  Αθήνας.

Η πορεία του στην εταιρεία ξεκίνησε το 1998 από τη θέση του Οικονομικού Διευθυντή, προερχόμενος από τους τομείς των καταναλωτικών  προϊόντων, υπηρεσιών και κατασκευών.

Το 2000 ανέλαβε συμπληρωματικά το ρόλο του Συμβούλου Executive Search και σε διάστημα ενός έτους έγινε Partner, συμμετέχοντας στη συνέχεια ενεργά στην ανάπτυξη της εταιρείας στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Ανέλαβε  επίσης την ευθύνη  ανάπτυξης των υπηρεσιών της Stanton Chase Athens στον Χρηματοπιστωτικό Τομέα.  Τον Μάρτιο του 2014 συμπληρωματικά ανέλαβε τη θέση του Financial Services Sector Leader για την περιφέρεια της Κεντρικής & Ανατολικής Ευρώπης με έμφαση στον Τραπεζικό Kλάδο και από τον Σεπτέμβριο του 2019 ο ρόλος του διευρύνθηκε σε Global Financial Services Practice Leader με ευθύνη που καλύπτει το παγκόσμιο δίκτυο εταιρειών της Stanton Chase .

 

Έχει σπουδάσει  Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας και κατέχει μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων από το Πανεπιστήμιο του Leicester.

Είναι Μέλος της Επιτροπής Απασχόλησης του Ελληνο – Αμερικανικού Εμπορικού  Επιμελητηρίου.