Εκτός αναπτυξιακής πορείας απειλούν να θέσουν την ελληνική οικονομία ο μεγάλος αριθμός των εταιρειών «ζόμπι» που – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – εξακολουθούν να υποστηρίζονται από τις τράπεζες, στερώντας πόρους από τις υγιείς επιχειρήσεις, αλλά και το υψηλό επίπεδο των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων και δη, αυτών που έχουν βγει εκτός τραπεζικών ισολογισμών.
Σύμφωνα με σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στο 59ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η διατήρηση σε λειτουργία των εταιρειών «ζόμπι», εκείνων, δηλαδή, που επί σειρά ετών δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τους τόκους επί των δανειακών τους υποχρεώσεων, φαίνεται να έχει διεθνώς αρνητικό αντίκτυπο, όχι μόνο στα μακροοικονομικά μεγέθη, αλλά και στη λειτουργία υγιών επιχειρήσεων.
Την ίδια στιγμή, όπως τονίζεται στη μελέτη, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στους τραπεζικούς ισολογισμούς μειώθηκαν σημαντικά μεταξύ 2016 και 2022 (κατά 85% σωρευτικά), η μείωση των NPEs στο σύνολο της οικονομίας είναι πολύ μικρότερη (28% σωρευτικά), αφού το μεγαλύτερο μέρος της επίμαχης «κληρονομίας» που βρίσκεται υπό τη διαχείριση των servicers παραμένει ως μη εξυπηρετούμενο. «Έτσι, η διευθέτηση όλων των NPEs, μέρος των οποίων οφείλονται σε εταιρείες ‘ζόμπι’, θα πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα», προστίθεται.
Όσον αφορά ειδικά στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών σε μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες (NFCs), αυτά, όπως τονίζεται στη μελέτη, έφτασαν στο ανώτατο όριο των 58 δισ. ευρώ το 2015, αντιπροσωπεύοντας το 47,0% της συνολικής έκθεσης. Μέχρι το 2022, ωστόσο, είχαν μειωθεί σημαντικά στα 8,9 δισ. ευρώ ή στο 8,1% του συνόλου, καταγράφοντας πτώση κατά 49,1 δισ. ευρώ (ή 84,7%), κυρίως ως αποτέλεσμα διαγραφών και πωλήσεων κατά την περίοδο 2016 – 2019 και πωλήσεων / τιτλοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του «Ηρακλή» το 2020 – 2022. «Η σημαντική
μείωση των NPEs στους τραπεζικούς ισολογισμούς δεν σημαίνει αυτόματα αφαίρεση του χρέους από τις ελληνικές εταιρείες, με το μεγαλύτερο
μέρος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, ύψους 33,4 δισ. ευρώ, να έχει μεταφερθεί σε funds και επί του παρόντος να έχουν αναλάβει τη διαχείριση οι servicers. Επομένως, η καθαρή μείωση των NPEs προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις υπολογίζεται σε περίπου 15,7 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2015-2022», σημειώνεται χαρακτηριστικά.