Μεταξύ σφύρας και άκμονος βρίσκονται το τραπεζικό σύστημα και το εγχώριο επιχειρείν, καθώς η βίαιη διόρθωση στις αγορές έχει επαναφέρει σε ανοδική φορά τα επιτόκια, συνακόλουθα το κόστος δανεισμού.
Ούτως ή άλλως, το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματικότητας και των νοικοκυριών δεν πρόλαβαν να επωφεληθούν σημαντικά από τη μείωση του κόστους χρήματος το 2019, καθώς η αποκλιμάκωσή του ήταν αργή, ενώ και στα χαμηλά επίπεδα (του τέταρτου τριμήνου) οι χρηματοδοτήσεις επιβαρύνονταν με επιτόκια διπλάσια σε σχέση με τα μέσα επίπεδα της ευρωζώνης.
- Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως το μέσο επιτόκιο για δάνεια έως 250.000 ευρώ διαμορφωνόταν στο 4,40%, έναντι 1,95% στην ευρωζώνη.
Μάλιστα το επιτόκιο για δάνεια τακτής λήξης προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις αυξανόταν στο 3,90% από 3,70%, παρότι μέρος των νέων χορηγήσεων προερχόταν από ευρωπαϊκά προγράμματα (π.χ. COSME) των οποίων η τιμολόγηση, λόγω της εγγύησης μέρους του δανείου, καθίσταται φθηνότερη.
- Συγκριτικά, πάντα, γιατί για την ελληνική οικονομία η περίοδος «φθηνού χρήματος» ήταν εξαιρετικά βραχύβια, ως απόρροια και των country risk, non investment grade κ.λπ.
Ήδη οι αναταράξεις στις αγορές αποτυπώνονται στα ομόλογα, με ενδεικτική τη διακύμανση του 10ετούς, που από το 0,919% (αρχές Φεβρουαρίου) εκτινάχθηκε έως το 3,795% (18 Μαρτίου), για να «γυρίσει» πάλι στο 2,383% (24 Μαρτίου).
Μεταβλητότητα που σε αυτήν τη φάση επηρεάζει τόσο τη διαμόρφωση της επιτοκιακής πολιτικής που θα ακολουθήσουν για τους πελάτες τους όσο και την τακτική που θα ακολουθήσουν οι επιχειρήσεις. Ευχής έργο και για τις δύο πλευρές να εξισορροπηθούν σε ένα επίπεδο επιτόκια/αποδόσεις, ώστε να ξεπαγώσει η διαδικασία χρηματοδότησης/δανεισμού.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως μόνο μέσα στον Μάρτιο ανεστάλη η έκδοση δύο ομολογιακών εκδόσεων ύψους 850 εκατ. ενώ δύο ισχυροί εισηγμένοι όμιλοι δεν πρόλαβαν να προχωρήσουν στην αναχρηματοδότηση μέρους του δανεισμού τους, καθώς τα νέα υψηλότερα επιτόκια/κόστη θα βάραιναν τις υφιστάμενες εκδόσεις/γραμμές χρηματοδότησης.
Συνεπώς, η στάση αναμονής των μεν και των δε είναι αναπόφευκτη, παρά το ότι κεντρικά έχει δοθεί η παραίνεση προς τις τράπεζες να ενεργοποιήσουν εμπροσθοβαρή προγράμματα ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας.
- Μέχρι τώρα, ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος μπορεί να είναι περισσότερο συμπληρωματικός των κρατικών ενισχύσεων, της χρηματοδότησης από το Δημόσιο, στο πλαίσιο της αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων/βοήθειας.
- Λογικά, το εγχώριο banking θα βρίσκεται σε “alert” μέχρις ότου οριστικοποιηθεί το συνολικό ύψος της ευρωπαϊκής βοήθειας, συγκεκριμενοποιηθούν οι εγγυήσεις που θα δίνονται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό ή το ελληνικό Δημόσιο.
Βέβαια, για την επανεκκίνηση των χρηματοδοτήσεων επείγονται εξίσου οι τράπεζες, που εύλογα θέλουν να αυξήσουν τα καθαρά έσοδά τους από τόκους. Για αυτό και μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα αναληφθούν πρωτοβουλίες και από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών και από την ΤτΕ και τις 4 συστημικές προκειμένου να αρχίσουν να ενεργοποιούνται ροές χρηματοδότησης.
Ωστόσο, προϋπόθεση είναι να επέλθει σχετική εξισορρόπηση στις διεθνείς αγορές και, συνακόλουθα, στην εγχώρια.
…………………………….
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 31/03/2020