Επίπεδα ρεκόρ σημείωσαν τα ιδιωτικά κεφάλαια το 2021, θέτοντας τη βάση για ακόμα υψηλότερα επίπεδα το 2022. Η αξία των εξαγορών (buyout) έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 1,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, διπλασιάζοντας το σύνολο των 577 δισεκατομμυρίων δολαρίων του 2020 και καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 804 δισεκατομμυρίων δολαρίων που είχε σημειωθεί το 2006, την περίοδο πριν την παγκόσμια οικονομική κρίση. Παράλληλα, τα deals αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίου διπλασιάστηκαν σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2021, με τη μέση αξία των συμφωνιών να φτάνει τα 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια, εμφανίζοντας άνοδο 57%, ξεπερνώντας το όριο του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίου για πρώτη φορά.
Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ευρήματα της ετήσιας έκθεσης Global Private Equity της Bain & Company, του κορυφαίου σύμβουλου ιδιωτικών κεφαλαίων, που κυκλοφόρησε πρόσφατα και διερευνά τις επενδυτικές τάσεις του 2022.
Σύμφωνα με την έρευνα της Bain & Company, η απότομη αύξηση στην αξία των deals εκτιμάται ότι οφείλεται στον τεράστιο όγκο κεφαλαίων της αγοράς. Μετά από 10 χρόνια σταθερής ανάπτυξης, τα ταμειακά αποθέματα σημείωσαν ένα ακόμα ρεκόρ το 2021 αγγίζοντας τα 3,4 τρισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, με περίπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια από αυτά να βρίσκονται σε κεφάλαια εξαγοράς.
Έντονη ήταν και η δραστηριότητα του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (P2P), ειδικά στη Βόρεια Αμερική και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, όπου σημειώθηκε αύξηση κατά 57% στις συμφωνίες P2P, απορροφώντας 469 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, συμβάλλοντας στα ιστορικά υψηλά επίπεδα συναλλαγών το 2021.
Σημειώνεται ότι η τελευταία φορά που η αγορά παρήγαγε τέτοια αύξηση στις συναλλαγές P2P ήταν πριν από την παγκόσμια οικονομική κρίση το 2006-07. Ωστόσο, ο βασικός παράγοντας που διαφοροποιεί τα σημερινά P2P deals είναι το μικρότερο μέγεθός τους, καθώς πραγματοποιούνται συχνά από έναν έως δύο αγοραστές με βαθιά εξειδίκευση στον τομέα, έναντι των κοινοπραξιών που απαιτούνται για τις μεγάλες συμφωνίες που υπήρχαν το 2006-07.
Επιπλέον, η συνεχής ανάπτυξη του τομέα fintech, της υγειονομικής περίθαλψης και των επιχειρηματικών υπηρεσιών – όπου η υπεραπόδοση είναι όλο και περισσότερο συνυφασμένη με την τεχνολογία – προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών αγοραστών, με μία στις τρεις εξαγορές να αφορά πλέον μια εταιρεία τεχνολογίας.
Εκτός από τις επενδύσεις, τα κεφάλαια εξαγοράς άγγιξαν τα 957 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως σε ενεργητικό, υπερδιπλασιάζοντας το ισχυρό σύνολο του 2020 και ξεπερνώντας τον μέσο όρο της πενταετίας κατά 131%. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτες ήταν οι συμφωνίες εταιρειών εξαγορών ειδικού σκοπού (SPAC), οι οποίες αυξήθηκαν κατά 325% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, φτάνοντας τα 158 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η συγκέντρωση κεφαλαίων ολοκλήρωσε τη λίστα με τις μετρήσεις που έσπασαν τα ρεκόρ του περασμένου έτους. Τα παγκόσμια κεφάλαια που συγκεντρώθηκαν σε όλο το φάσμα του ιδιωτικού κεφαλαίου έφτασαν τα 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια, το υψηλότερο επίπεδο που έχει επιτευχθεί ποτέ. Τα κεφάλαια εξαγοράς συγκέντρωσαν 387 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021, τη δεύτερη καλύτερη χρονιά τους μέχρι σήμερα.
Ο Hugh MacArthur, ο παγκόσμιος επικεφαλής Private Equity της Bain & Company δήλωσε σχετικά: «Δεδομένων των υψηλών τιμών που καταβλήθηκαν το 2021, θα υπάρξει αναπόφευκτα μεγαλύτερη πίεση στα deals για άμεσα αποτελέσματα φέτος, ενώ οι πιθανότητες επιτυχίας είναι υψηλότερες για εταιρείες με μακρά πορεία σε έναν κλάδο. Παράλληλα, για να αυξηθούν οι αποδόσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είναι σημαντικό οι διαπραγματευτές να κατανοήσουν πλήρως τη μικροοικονομία του κλάδου, τους μοχλούς δημιουργίας αξίας που είναι διαθέσιμοι και τους κινδύνους που διατρέχουν. Ταυτόχρονα, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, οι επενδυτές θα κληθούν να αποκτήσουν πεποίθηση γύρω από ένα πιο πιθανό σενάριο. Αντίθετα, οι επενδυτές ιδιωτικών μετοχών θα πρέπει να σχεδιάσουν ένα φάσμα σεναρίων, ευρύτερο από το κανονικό, και να παρακολουθούν στενά καθώς τα γεγονότα συνεχίζουν να εξελίσσονται».