Η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) δεν αποτελεί πλέον μία φανταστική προβολή στο μέλλον, αλλά μία πραγματικότητα που εισχωρεί όλο και πιο βαθιά στην προσωπική, κοινωνική και εργασιακή μας καθημερινότητα. Ειδικότερα όσον αφορά στον επαγγελματικό τομέα παρατηρούμε όλο και περισσότερες, δημοφιλείς εταιρείες να αξιοποιούν τη δύναμη της «έξυπνης» ρομποτικής και της μηχανικής μάθησης (machine learning) για να βελτιώσουν τα προϊόντα τους και να κάνουν πιο άνετες τις ζωές μας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όσο πιο «έξυπνη» γίνεται η τεχνολογία, τόσο πιο αποδοτικές και προσαρμοσμένες στις ανάγκες μας είναι οι λύσεις που προσφέρει. Ωστόσο, μέσα σε αυτό το νέο, διαφαινόμενο τεχνολογικό και εργασιακό περιβάλλον, υπάρχει πάντα η αμφιβολία πως όλες αυτές οι εξελίξεις θα χρησιμοποιηθούν με κακόβουλο τρόπο αν πέσουν στα λάθος χέρια. Σε αυτή τη συζήτηση έρχεται να συνεισφέρει η έρευνα που πραγματοποίησε η Kaspersky τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμια κλίμακα, βασικό συμπέρασμα της οποίας είναι πως οι φόβοι και οι ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο που θα έχει η ανάπτυξη, η υιοθέτηση και η εφαρμογή αυτοματοποιημένων μεθόδων τεχνολογίας στον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα, φαίνεται πως αφθονούν.
Είναι χαρακτηριστικό πως περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες (57,7%) εκφράζουν την ανησυχία πως τα παιδιά τους θα δυσκολευτούν να βρουν εργασία ως ενήλικες λόγω της τεχνολογίας Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ).
Σύμφωνα με τα ευρήματα της πρόσφατης μελέτης της Kaspersky σε εγχώριο επίπεδο, το 71,3% ανησυχεί πως οι θέσεις εργασίας θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από την τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης στο μέλλον και μόλις 1 στους 3 (31,3%) θεωρεί πως η συγκεκριμένη τεχνολογία θα βοηθήσει την οικονομία της Ελλάδας στο εγγύς μέλλον μέσα από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Παράλληλα, ενώ επικρατεί σχετική ανασφάλεια για την απώλεια και τη δυσκολία εύρεσης θέσεων εργασίας, το 61,7% θεωρεί πως η υιοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης θα ενισχύσει την παραγωγικότητα στον χώρο εργασίας σε πολλούς διαφορετικούς τομείς και το 63,5% πιστεύει πως το ποιοτικό επίπεδο των εργασιακών αρμοδιοτήτων θα αυξηθεί σε αυτό το νέο, πρωτοποριακό πλαίσιο τεχνολογικής εξέλιξης.
Ο Βασίλης Βλάχος, Channel Manager της Kaspersky για την Ελλάδα και την Κύπρο, σχολιάζει σχετικά: «Με βάση την έρευνα που πραγματοποιήσαμε στην Kaspersky σε εγχώριο επίπεδο, το 60,2% ανησυχεί πως αν δεν υιοθετήσουμε την τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης ως χώρα, θα μείνουμε πίσω συνολικά σε σχέση με άλλες. Πράγματι, είναι σημαντικό να αντιληφθούμε πως η αποδοχή και η συμφιλίωση με τη συγκεκριμένη τεχνολογική εξέλιξη αποτελεί μία ευκαιρία για την ανάπτυξη του επιπέδου της εθνικής μας παραγωγικότητας, αλλά και τη βελτίωση της ανταγωνιστικής μας θέσης στον παγκόσμιο, τεχνολογικό χάρτη. Φυσικά, είναι λογικό κάθε πρόοδος της τεχνολογίας να τρομάζει και να αντιμετωπίζεται με καχυποψία στα πρώτα της στάδια, αλλά η σωστή χρήση και αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης έχει να προσφέρει μόνο οφέλη τόσο στην προσωπική όσο και στην εργασιακή μας ζωή, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο».
Ο David Emm, Principal Security Researcher στην Kaspersky, θεωρεί ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρωπο για να δουλέψει αποτελεσματικά. «Πρέπει να το επαναπρογραμματίζετε (AI) για να ανταποκρίνεται στις νέες εξελίξεις αν θέλετε να είναι σε θέση να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά που είναι προγραμματισμένο να κάνει. Θα πρέπει οι άνθρωποι να συνεχίσουν να συμπληρώνουν τη λογική που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία όλων αυτών των αντικειμένων».
Ο Emm όμως δεν είναι ιδιαίτερα καθησυχαστικός, καθώς ανησυχεί για το μέλλον, ειδικά εάν οι μηχανές και οι άνθρωποι παραμένουν εγγενώς συνδεδεμένοι. «Η ανθρωπότητα μπορεί να εξαρτάται υπερβολικά από τη μηχανική μάθηση και σε ένα τέτοιο σενάριο, εκείνοι που δημιουργούν νέα τεχνολογία υπάρχει η περίπτωση να μην είναι σε θέση να καλύψουν πλήρως τις δυνατότητές της». Και προσθέτει: «Φανταστείτε ένα μέλλον όπου πραγματικά μπορούμε να οικοδομήσουμε τεχνολογία, αλλά η τεχνολογία έχει την ικανότητα να παρακολουθεί τις εργασίες που εμείς δεν μπορούμε. Τι γίνεται αν το AI ξεπεράσει τους ανθρώπους, κι έτσι δεν μπορούμε να το παρακολουθήσουμε και δεν έχουμε την εγκεφαλική ικανότητα να συγκρατήσουμε τις πληροφορίες που αυτό μπορεί; Δεν θα μπορέσουμε να μάθουμε αν μας δίνει τη σωστή απάντηση. Ένας υπολογιστής είναι καλός, ξέρουμε πότε παίρνουμε τη λανθασμένη απάντηση. Κάτι αντίστοιχο όμως δεν μπορούμε να το κάνουμε με κάποια από αυτά τα προηγμένα συστήματα μηχανικής μάθησης. Τι γίνεται αν δεν μπορείτε να διαπιστώσετε αν το αποτέλεσμα είναι έγκυρο ή όχι»;
Όσο όμως περιμένουμε να δούμε τι επιφυλάσσει το μέλλον για το AI και τους χώρους εργασίας, οι οργανισμοί μπορούν να κάνουν βήματα προς την κατανόηση του δυνητικού αντίκτυπου της τεχνολογίας που χρησιμοποιούν. Παραμένοντας σε επαγρύπνηση για το πόσο συχνά μοιράζονται τα προσωπικά ή ευαίσθητα εταιρικά δεδομένα με «έξυπνες» υπηρεσίες και εισάγοντας αποτελεσματικές λύσεις ψηφιακής ασφάλειας θα προσφέρουν έλεγχο και προστασία. Το εργατικό δυναμικό φαίνεται να προορίζεται για μετασχηματισμό, αλλά με τα σωστά πρότυπα υλοποίησης, προσαρμογής και ασφάλειας μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο.