Η Adecco Ελλάδας πραγματοποίησε για 9η συνεχή χρονιά την ετήσια έρευνά της με θέμα «Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα» σε συνεργασία με την Global Link και την H+K Strategies.
Η έρευνα πραγματοποιείται σε μια σημαντική καμπή για την παγκόσμια καθώς και εγχώρια αγορά εργασίας και μια χρονική περίοδο όπου η χώρα έρχεται αντιμέτωπη με πρωτόγνωρες προκλήσεις, όπως η αύξηση του πληθωρισμού, οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη και το συνεχώς μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον. Απέναντι σε αυτές τις συνθήκες η στάση των εργαζομένων αποτελεί μια ουσιώδη βάση για την κατανόηση του σύγχρονου περιβάλλοντος εργασίας.
Με αφορμή την ετήσια έρευνα, Η Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, ο Όμιλος Adecco φέρνει στο προσκήνιο μερικά από τα πλέον σημαντικά ζητήματα που απασχολούν ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων αλλά και των μη εργαζομένων στη χώρα μας. Η διεξαγωγή της φετινής έρευνας έχει στόχο να αποτυπώσει και να κατανοήσει τις σύγχρονες εργασιακές τάσεις αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τις αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, επικεντρώνεται σε πέντε βασικά πεδία διερεύνησης, όπως η επίδραση του αυξημένου κόστους ζωής στην αναζήτηση εργασίας, οι προσδοκίες και οι στρατηγικές των εργαζομένων, η οικονομική τους κατάσταση και οι ανησυχίες που τη συνοδεύουν, καθώς και οι διακρίσεις στον χώρο εργασίας.
H μελέτη της Adecco, Employability 2023, διεξήχθη σε ευρύ κοινό (δείγμα 595 ατόμων) ενώ τα ερωτηματολόγια αναρτήθηκαν σε επιλεγμένες ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, όπου οι επισκέπτες κλήθηκαν να συμμετάσχουν, με τη μεθοδολογία CAWI (Computer Aided Web Interviewing).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της φετινής έρευνας:
Η εργασία πλήρους απασχόλησης βρίσκεται σε ανοδική πορεία για το 56% των ερωτηθέντων, ενώ σταθερή παραμένει η μείωση της ανεργίας, παρ’ ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα (68%) αναφέρει πως έχει βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας σε κάποια στιγμή της ζωής του. Εστιάζοντας στην αύξηση των επαγγελμάτων πλήρους απασχόλησης, διακρίνεται άνοδος στην επιθυμία για εργασιακή σταθερότητα και ασφάλεια από τους εργαζομένους.
Παράλληλα, έχει σημειωθεί σημαντική μείωση στον χρόνο επανένταξης στην αγορά εργασίας, καθώς υπήρξε μείωση από τα 1,2 χρόνια το περασμένο έτος σε λιγότερο από 1 χρόνο το 2023, τόσο για τους εργαζομένους, όσο και για τους μη εργαζομένους. Το συγκεκριμένο εύρημα υποδηλώνει τον σημαντικό ρόλο που έχει η διατήρηση της σχέσης με την αγορά, η συνεχής επιμόρφωση των επαγγελματιών αλλά και οι στοχευμένες ενέργειες αναζήτησης, συμβάλλοντας στη μείωση του χρόνου αναμονής.
Επίσης, αναδεικνύεται η επίδραση της αύξησης του κόστους ζωής στην απόφαση αναζήτησης εργασίας, καθώς το 79% των εργαζομένων δηλώνει πως έχει επηρεαστεί από το διαρκώς αυξανόμενο κόστος ζωής. Παράλληλα, μειώνεται σταθερά το brain drain, καθώς το ποσοστό που αναζητά εργασία στο εξωτερικό διαμορφώνεται στο 16%, με τους ερωτηθέντες να δείχνουν σταθερή προτίμηση στην Ελλάδα.
Έντονη ανησυχία στους εργαζομένους φαίνεται να προκαλεί η ανεπάρκεια των μισθών τους για την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους ζωής, καθώς και η αίσθηση ότι δεν αμείβονται δίκαια για την παραγωγικότητα και τις ώρες εργασίας τους. Πιο αναλυτικά, το 45% των εργαζομένων εκδηλώνει ανησυχία για τη μισθολογική του κατάσταση και μόλις το 5% των εργαζομένων θεωρεί ότι αμείβεται δίκαια για την παραγωγικότητα και τις ώρες που αφορούν στην εργασία του.
Την ίδια στιγμή, αναδεικνύεται έντονα η τάση για εξοικονόμηση χρημάτων μέσα από τις περικοπές στα έξοδα της καθημερινότητας, καθώς το 48% μειώνει τις εξόδους για φαγητό όπως και το delivery. Παράλληλα, υπάρχει και η προσδοκία από το 78% των εργαζομένων για αύξηση μισθού από τους εργοδότες.
Η έρευνα αποκαλύπτει επίσης πως ένα στα τέσσερα άτομα στον χώρο εργασίας αναφέρει διακρίσεις σε βάρος εργαζομένων λόγω διαφορετικότητας (24%), με το φαινόμενο να είναι πιο έντονο σε μικρότερες εταιρείες.
Η ηλικία (51%) και το φύλο (48%) αποτελούν τους συνήθεις λόγους διακρίσεων, ενώ το 49% από τους ερωτηθέντες επισημαίνει πως η κουλτούρα του οργανισμού αναδεικνύεται ως σημαντικός παράγοντας που ενισχύει αυτές τις διακρίσεις.
Η αναζήτηση εργασίας που προσφέρει ανταγωνιστικό μισθό (33%), προοπτικές εξέλιξης (8%) και ένα υγιές εργασιακό περιβάλλον (18%), με ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής (10%), είναι μερικές από τις προτεραιότητες των Ελλήνων εργαζομένων. Επιπλέον, παρατηρείται πως ενώ οι εργαζόμενοι εστιάζουν στις προοπτικές εξέλιξης, οι μη-εργαζόμενοι δίνουν βάρος σε πιο ‘ποιοτικά’ στοιχεία, όπως ένα υγιές εργασιακό περιβάλλον.
Τέλος, το εργασιακό ήθος, η ικανότητα διαχείρισης του χρόνου και οι επικοινωνιακές δεξιότητες αναδεικνύονται ως βασικά προσόντα για τους εργαζομένους, καθώς αποτελούν ζωτικής σημασίας δεξιότητες στον σύγχρονο, δυναμικό και συνεχώς μεταβαλλόμενο εργασιακό χώρο.
Ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Cluster Head του Ομίλου Adecco σε Ελλάδα, Ρουμανία, Βουλγαρία & Τσεχία, δηλώνει σχετικά: «Διανύουμε μια περίοδο με ιδιαίτερες προκλήσεις, που σηματοδοτείται από την αυξανόμενη πίεση στα νοικοκυριά λόγω πληθωρισμού και ανατιμήσεων, καθώς και από τις επιπτώσεις αυτών στις επιχειρήσεις και τους πολίτες. Η κατανόηση των εργασιακών δυναμικών και η ευελιξία στην προσαρμογή είναι ζωτικής σημασίας, καθώς η αύξηση του κόστους ζωής έχει σημαντικό αντίκτυπο στις αντιλήψεις και τις προσδοκίες των εργαζομένων, δημιουργώντας βαθιές αλλαγές στην εργασιακή πραγματικότητα και στην κοινωνία. Για ένατη συνεχή χρονιά, η έρευνα ‘Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα’, από τον Όμιλο Adecco, επιχειρεί να αποτελέσει ένα βασικό εργαλείο για την κατανόηση και ανταπόκριση σε αυτές τις προκλήσεις, καθώς και για την προώθηση της συζήτησης σχετικά με τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου και δυναμικού μέλλοντος στον τομέα της απασχόλησης, με άξονα την τεχνογνωσία και τις ανθρώπινες αξίες».