Τη Δευτέρα 6 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας η τελετή ένταξης στον στόλο και ονοματοδοσίας του δεύτερου Πλοίου Γενικής Υποστήριξης, το οποίο δώρισε η οικογένεια του Προέδρου του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, Πάνου Λασκαρίδη, στο Πολεμικό Ναυτικό.
Το ΠΓΥ «ΗΡΑΚΛΗΣ», όπως ονομάστηκε, έχει μήκος 85 μέτρα και εκτόπισμα 4.500 τόνων. Διαθέτει 2 προωστήριες μηχανές ισχύος 9.600 ίππων, 2 αξονικές γεννήτριες, 4 εγκάρσιους προωθητήρες, (2 πλώρα και 2 πρύμα) επιπλέον των 2 κύριων ελίκων των κύριων μηχανών. Η μέγιστή ταχύτητά του είναι 15 κόμβοι, ενώ διαθέτει και μεγάλη μεταφορική ικανότητα άνω των 2.600 τόνων στο ανοικτό του κατάστρωμα και δεξαμενές πετρέλευσης 4.000 τόνων. Το νέο πλοίο είναι «αδελφό» του ΠΓΥ «ΑΤΛΑΣ Ι», δωρεά και αυτό της οικογένειας του κ. Πάνου Λασκαρίδη στο Πολεμικό Ναυτικό, που εντάχθηκε στον στόλο τον περασμένο Δεκέμβριο.
Αναλυτικά η ομιλία του κ. Λασκαρίδη:
«Κυρία Πρόεδρε, κύριοι Αρχηγοί, κυρίες και κύριοι,
Είχα ετοιμάσει μια μικρή ομιλία για την περίσταση αλλά μετά από αυτά που είπε ο κ. Υπουργός, με την όλως εξαιρετική τιμή που μου απέδωσε η κ. Πρόεδρος, ξέχασα τα λόγια μου, μπέρδεψα την ομιλία κι έτσι θα μου επιτρέψετε να σας πω μόνο δυο λόγια από καρδιάς.
Καταρχήν, θέλω να εκφράσω τις τεράστιες ευχαριστίες μου για αυτές τις δύο εξαιρετικές τιμές σήμερα που έρχονται σε συνέχεια άλλων τιμών, τις οποίες μου έχουν απονείμει στο παρελθόν οι Ένοπλες Δυνάμεις και η Πατρίδα, συνήθως με μεγάλη και πολλές φορές υπερβολική γενναιοδωρία.
Δεύτερον, θα ήθελα να επιστρέψω αυτή την τιμή εκεί από όπου ξεκίνησε, δηλαδή το Πολεμικό μας Ναυτικό, διότι όταν οι πολίτες τιμώνται από την Πατρίδα πρέπει και εκείνοι με τη σειρά τους να επιστρέφουν την τιμή στην Πατρίδα και την Πολιτεία.
Τρίτον, να ευχαριστήσω την οικογένειά μου, τα παιδιά μου, τον αδερφό μου, που όλα αυτά τα χρόνια είναι δίπλα μου και με στηρίζουν.
Τέταρτον, να σας υποσχεθώ ότι με τις λίγες δυνάμεις μου, όσο μπορώ, θα βοηθώ το Πολεμικό Ναυτικό και στο μέλλον.
Σήμερα είναι μία σπουδαία μέρα για μένα και την οικογένειά μου, γιατί το Πολεμικό Ναυτικό μου επιτρέπει για άλλη μία φορά μετά από λίγους μήνες, να είμαι εδώ και να παρίσταμαι σε μία ακόμα τελετή ένταξης στο Στόλο μας ενός νέου πλοίου, που μαζί με το προηγούμενο -τον «ΑΤΛΑΝΤΑ»- ο «ΗΡΑΚΛΗΣ» τόσο κατά την δική μου γνώμη, όσο και κατά την γνώμη του Ναυτικού μας, θα δώσει στο Στόλο μας περισσότερες δυνατότητες να κάνει τη δουλειά του πιο αποτελεσματικά και με καλύτερο τρόπο.
Στο Στόλο μας, για τον οποίον όλοι μας είμαστε υπερήφανοι και όλοι μας τον καμαρώνουμε, διότι είναι ένας στόλος κυρία Πρόεδρε που επί 100 αιώνες δεν εγκατέλειψε ποτέ τα πεδία των ναυμαχιών, δεν υπέστειλε τη Σημαία του και δεν αποχώρησε ποτέ νικημένος, έναν Στόλο που ξέρουμε ότι τα στελέχη του -όπως εμείς όταν ήμαστε μικροί γράφαμε κάθε μέρα «Δεν θα ξεχνώ το τετράδιό μου»- κάθε μέρα φέρνουν στο μυαλό τους τη γραφή του Ηροδότου που λέει: «Πάλιν δὲ τοῦ Ξέρξου γράψαντος «Πέμψον τὰ ὅπλα», ἀντέγραψε «μολὼν λαβέ». Η άλλη, η νεότερη γραφή του Γεωργίου Σαχτούρη, στην αναφορά του προς τους Προκρίτους της Ύδρας την επαύριον της Ναυμαχίας του Γέροντα «ενωρίς την πρωΐαν λαβόντες τα πανιά εξήλθομεν το γρηγορότερον κατά του Τοπάλιν», εννοώντας βέβαια τον Τοπάλ Πασά, τότε αντιναύαρχο του Οθωμανικού Στόλου.
Αυτόν όμως τον Πολεμικό Στόλο μας, δυστυχώς εδώ και πολλά χρόνια, διαχρονικές ελληνικές κυβερνήσεις και ηγεσίες, τον έχουν παραμελήσει. Τον έχουν παραμελήσει σε επικίνδυνο βαθμό και πρέπει γρήγορα, με άμεσο και δραστικό τρόπο αυτή η παραμέληση να αναταχθεί το ταχύτερο.
Η παραμέληση αυτή συνίσταται σε δύο στοιχεία:
Πρώτον στη μεγάλη υποχρηματοδότησή του που τον κάνει να βρίσκεται σε μεγάλη δυσκολία να εκτελέσει ακόμα και τις κανονικές του υπηρεσιακές υποχρεώσεις.
Δεύτερον να τον απεμπλέξει από μία φρικτή γραφειοκρατία, η οποία οδηγεί καρεκλοκένταυρους, ελεγκτάς, δημοσίους υπαλλήλους, να καταδικάζουν πολεμικά πλοία σε αργία και ακινησία, την ώρα που τα πλοία αυτά, θα έπρεπε να είναι ενεργά επιχειρησιακά και να βρίσκονται στις θάλασσες του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, να προστατεύουν τα Ιερά και τα Όσια μας.
Βρίσκεται η Πατρίδα σήμερα σε μία δύσκολη κατάσταση. Έχει να αντιμετωπίσει μια επιθετική, προκλητική και αναθεωρητική γείτονα. Πρέπει να σκεφτούμε εάν όλοι μας κάνουμε αυτό που πρέπει, αυτό που χρειάζεται για να ανατάξουμε αυτή την πρόκληση. Γιατί οι ηγεσίες μας, οι κυβερνήσεις μας, εμείς οι ίδιοι, όλοι μαζί, δεν θα κριθούμε από το αν καταφέραμε να πατάξουμε τον κορωνοϊό ή να ανατάξουμε την Οικονομία. Θα κριθούμε από το αν καταφέραμε να υπερασπίσουμε με απόλυτο τρόπο τα Εθνικά Δίκαιά μας.
Παρά τα προβλήματα, εμείς οι Έλληνες έχουμε ακράδαντη πίστη στο ότι το Ναυτικό μας και ο Στόλος μας θα κάνει καλά τη δουλειά του εάν χρειαστεί. Και θα ήθελα να θυμίσω σε εκείνους που δεν είναι ναυτικοί -και να τελειώνω- ένα ιστορικό ανέκδοτο: Τη συζήτηση μεταξύ Ελευθερίου Βενιζέλου και Παύλου Κουντουριώτη στο κατάστρωμα του Θωρηκτού «Αβέρωφ» ένα απόγευμα του Οκτωβρίου του 1912.
Λέει ο Βενιζέλος στον Κουντουριώτη: «Κύριε Ναύαρχε ουδέν το πλέον ευχάριστον σε εν δυνάμει να φανταστώ από το να ακολουθήσω κι εγώ ως απλός δίοπος τον Στόλον. Όμως αι υποθέσεις της Κυβερνήσεως δεν μου το επιτρέπουν. Πρέπει όμως να γνωρίζετε κύριε Ναύαρχε ότι η Ελλάς δεν απαιτεί από υμάς απλώς να αποθάνητε υπέρ Αυτής. Απαιτεί να νικήσετε». Και του απαντά ο αρβανίτης Κουντουριώτης: «Κύριε Πρόεδρε εγώ δεν γνωρίζω πολλά περί παραλλάξεων και τα τοιαύτα. Εν όμως γνωρίζω ότι πλοία δίχως ψυχωμένο πλήρωμα, είναι μόλυβδος βαρύς, βυθιζόμενος εντός του ύδατος! Ημείς με τα πλοία που διαθέτωμεν, θα κάμωμεν καλά την δουλειάν μας». Και απήλθε ο γενναίος Ναύαρχος και τα πλοία του κατήγαγαν τις δύο μεγάλες νίκες της «Έλλης» και της «Λήμνου», γεγονός που βοήθησε να κερδηθούν οι πρώτοι Βαλκανικοί Πόλεμοι και η Ελλάδα να διπλασιάσει το μέγεθος της.
Τελειώνοντας θέλω να υπενθυμίσω ότι για μας τους ανθρώπους που ασχολούμαστε με τη θάλασσα, όλα αρχίζουν και τελειώνουν από τον Άγιο Νικόλαο. Σε Αυτόν ελπίζουμε, σε Αυτόν προστρέχουμε όποια βοήθεια επιζητούμε και έτσι θέλω να ευχηθώ στον Κυβερνήτη, στους Αξιωματικούς και στο πλήρωμα του «ΗΡΑΚΛΗ» να έχουν καλά ταξίδια, ήρεμες θάλασσες και ο Άγιος να είναι πάντα στην πλώρη σας.
Ευχαριστώ πολύ».
Η τελετή ονοματοδοσίας του έγινε παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου, της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, του προέδρου του Κοινοβουλίου και του δωρητή.