Η εμπορική κόντρα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα αμαυρώνει την εικόνα της οικονομίας διεθνώς, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία αναμένονται χειρότερες για 2018 και 2019.
Το ΔΝΤ, επισημαίνοντας παράλληλα τους κινδύνους που εγείρουν οι νομισματικές κρίσεις σε ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες και την πορεία των τιμών της ενέργειας, προβλέπει πλέον ανάπτυξη του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,7% για την καθεμιά από δύο χρονιές (–0,2%), επέκταση περίπου ίση με το 2017.
Η επέκταση μοιάζει επίσης να είναι λιγότερο συγχρονισμένη από χώρα σε χώρα, λιγότερες οικονομίες αναπτύσσονται, ενώ το δημόσιο χρέος και εκείνο του ιδιωτικού τομέα έχει φθάσει σε νέα ρεκόρ, παρατηρεί το Ταμείο, που διεξάγει μια από τις ετήσιες συνόδους του αυτή την εβδομάδα στο Μπαλί, στην Ινδονησία.
Να αποφευχθεί ο προστατευτισμός
Στις εαρινές προβλέψεις του, το ΔΝΤ έκανε ήδη λόγο περί οικονομικών κινδύνων, αναφερόμενο ειδικά στους τελωνειακούς δασμούς που η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ είχε αναγγείλει πως θα επέβαλλε σε εταίρους τους, ιδίως στην Κίνα.
Έκτοτε η Ουάσινγκτον έχει περάσει από τα λόγια στις πράξεις: επιβλήθηκαν επιπρόσθετοι τελωνειακοί δασμοί σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Και το Πεκίνο ανταπέδωσε επιβάλλοντας αντίστοιχους δασμούς σε αμερικανικά αγαθά αξίας 110 δισεκ. δολαρίων.
Για την ώρα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2018 των οικονομιών των ΗΠΑ και της Κίνας, των δύο μεγαλύτερων του κόσμου, παραμένουν αμετάβλητες, στο +2,9% και στο +6,6% αντιστοίχως.
Στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη τοποθετείται αρκετά υψηλότερα από ό,τι στις άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες (+2,4% κατά μέσον όρο). Στην Κίνα, ξεπερνά οριακά τον ρυθμό της περιοχής της Ασίας (+6,5%).
Όμως το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί το 2019, στο 2,5% για τις ΗΠΑ και στο 6,2% για την Κίνα (–0,2% και στις δύο χώρες).
Η ανάπτυξη των δύο γιγαντιαίων οικονομιών ενδέχεται να εξασθενίσει ακόμη περισσότερο καθώς οι νέες αυτές προβλέψεις δεν παίρνουν υπόψη τους τις απειλές του Τραμπ να επιβάλλει κι άλλους τελωνειακούς δασμούς, σε κινεζικά προϊόντα αξίας 267 δισεκ. δολαρίων. Πράγμα που σημαίνει ότι θα επιβληθούν επιπρόσθετοι δασμοί στο σύνολο των κινεζικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Ο αμερικανός πρόεδρος και ο κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ εμφανίζονται ως τώρα αδιάλλακτοι. Ο Τραμπ δικαιολογεί την επίθεση που εξαπέλυσε επικαλούμενος την προσπάθειά του να εξασφαλίσει τη δέσμευση από το Πεκίνο ότι θα αλλάξει τις εμπορικές του πρακτικές, που χαρακτηρίζει “κακόπιστες” (εξαναγκαστικές μεταφορές τεχνολογίας, ντάμπινγκ, “κλοπή” πνευματικής ιδιοκτησίας). Η κινεζική κυβέρνηση αντιτείνει ότι δεν θα διαπραγματευτεί με “ένα μαχαίρι στον λαιμό”.
Ο χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον ανησυχεί για το ενδεχόμενο νέας κλιμάκωσης των εντάσεων για το εμπόριο, που μπορεί να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια, να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των αγορών, να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αστάθεια στις κεφαλαιαγορές και να επιβραδύνει κι άλλο τις επενδύσεις και το εμπόριο, τις μηχανές που ωθούν την παγκόσμια ανάπτυξη.
Έχει ήδη αναθεωρήσει επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου στο 4,2% φέτος (–0,6%) και στο 4% την επόμενη χρονιά (–0,5 μονάδα).
Συνολικά, το παγκόσμιο ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί κατά 0,8% ως το 2020, αναφέρει το ΔΝΤ, ενώ το τον Ιούλιο έκανε λόγο για 0,5%.
Ποιοι οι κίνδυνοι
Όσον αφορά άλλες περιοχές του κόσμου, το ΔΝΤ αναθεωρεί επίσης επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της ευρωζώνης στο 2% φέτος (–0,2%), συμπεριλαμβανομένων αυτής της Γερμανίας (+1,9%, μειωμένη κατά –0,3%), και αυτής της Γαλλίας (+1,6%, δηλ. –0,2%), οι εξαγωγές των οποίων πλήττονται εξαιτίας της επιβράδυνσης της οικονομίας της Κίνας.
Το Ταμείο μοιάζει ακόμα πιο απαισιόδοξο για την περιοχή της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, στην οποία αναμένει πλέον ανάπτυξη 1,2% (–0,4%).
Η Βενεζουέλα βυθίζεται σε ύφεση, ενώ παρότι η Βραζιλία επανέρχεται στην ανάπτυξη, η πορεία της μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής θα είναι λιγότερο καλή από ό,τι προβλεπόταν μέχρι τώρα, πάντα κατά το ΔΝΤ. Η Αργεντινή, που ζήτησε και έλαβε δάνειο ύψους 57 δισεκ. δολαρίων από το ΔΝΤ, δεν γλίτωσε από τις νομισματικές κρίσεις που πλήττουν αναδυόμενες οικονομίες.
Η πορεία αυτών των οικονομιών ακολουθεί το τρέχον διάστημα ένα λίγο-πολύ κλασικό σενάριο: οι ΗΠΑ αυξάνουν τα επιτόκιά τους, οι χώρες που έχουν υψηλά χρέη αποτιμημένα σε δολάριο υποφέρουν. Οι επενδυτές τρέπονται σε φυγή, αρχίζουν μαζικές εκροές κεφαλαίων καθώς στρέφονται σε άλλες ελκυστικότερες τοποθετήσεις αποτιμημένες στο δολάριο, τα νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών πέφτουν.
Το ΔΝΤ σημειώνει εξάλλου ότι οι πολιτικές και διπλωματικές εντάσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξασθένιση ορισμένων οικονομιών. Αναφέρεται μεταξύ άλλων στις πρόσφατες δυσκολίες στην Ιταλία ως προς τον σχηματισμό κυβέρνησης, τις αβεβαιότητες γύρω από το Brexit στη Βρετανία, τις πολιτικές και διπλωματικές εντάσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία, την εκ νέου επιβολή των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν.