Λίγο ως πολύ, είναι αναμενόμενα τα συμπεράσματα και οι εκτιμήσεις για το τραπεζικό σύστημα της Κομισιόν και του ΔΝΤ. Πρόσφατα, στις αρχές Ιουνίου, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Ταμείο είπαν αυτά που είναι κοινός τόπος για τους συστημικούς ομίλους.
Η κεφαλαιακή επάρκεια του συστήματος είναι επαρκής σε γενικές γραμμές, αλλά παραμένει πρόκληση, καθώς επηρεάζεται από τη χαμηλή κερδοφορία, ενώ ο υψηλός αναβαλλόμενος φόρος, η αύξηση των κρατικών ομολόγων που έχουν οι τράπεζες, η συμμετοχή του κράτους στο μετοχικό κεφάλαιό τους καταδεικνύουν έναν ισχυρό δεσμό μεταξύ τους, γεγονός που πρέπει εφεξής να παρακολουθείται.
Παράλληλα, αν και οι τράπεζες υλοποιούν σειρά ενεργειών για την κεφαλαιακή ενίσχυσή τους (προκειμένου να καλύψουν το κόστος των τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων), τα περιορισμένα επίπεδα κερδοφορίας μπορεί να δημιουργήσουν προκλήσεις για την κεφαλαιακή θέση τους. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση του ήδη υψηλού μεριδίου του αναβαλλόμενου φόρου στο κεφάλαιο των τραπεζών.
Το παραπάνω είναι, συνοπτικά, το συμπέρασμα της επιτροπής, που ωστόσο εστιάζει και στο ενισχυμένο επενδυτικό ενδιαφέρον, όπως αυτό καταγράφηκε στην πρώτη ΑΜΚ συστημικού ομίλου, μετά το «τραυματικό» 2015. Αφορά στην Πειραιώς και ολοκληρώθηκε επιτυχώς τον Απρίλιο, συγκεντρώνοντας 1,38 δισ. ευρώ.
Υπάρχει ωστόσο το «αγκάθι» της Deffered Tax Credit, που παραμένει «βαρύτερο» από κάθε άλλο τραπεζικό σύστημα χώρας της ευρωζώνης. Συν το αντίστοιχο –λόγω του κόστους (εγγυήσεων του Δημοσίου)– που απαιτείται για τις τιτλοποιήσεις χαρτοφυλακίων NPLs.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το ΔΝΤ, που χαιρετίζει μεν την επέκταση των επιπλέον κρατικών εγγυήσεων για την τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων στο πλαίσιο του «Ηρακλής ΙΙ», πλην όμως προτείνει να υπάρχουν εναλλακτικά σχέδια στην περίπτωση που οι νέες προσπάθειες για ΑΜΚ είναι ανεπαρκείς ή υλοποιηθούν άλλα ρίσκα εκτέλεσης.
Το Ταμείο αναφέρεται ρητά στο πρόβλημα της DTC, για να συμπεράνει πως από τη στιγμή που το σχέδιο της Τραπέζης της Ελλάδος για τη δημιουργία εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων έχει «μπει στον πάγο», θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι αρχές να συνεργαστούν με τη Φραγκφούρτη προκειμένου να βρεθεί μια λειτουργική λύση στο πρόβλημα των αδύναμων κεφαλαίων.
Είναι προφανές πως, παρά τα όσα σημαντικά έχουν γίνει στο εγχώριο banking, χρειάζεται να γίνουν πολύ περισσότερα στη συνέχεια προκειμένου να διαφανεί διέξοδος.
Όπως είναι, επίσης, προφανές πως η κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο χρειάζονται ένα υγιέστερο χρηματοπιστωτικό σύστημα στην προσπάθεια της καλύτερης αξιοποίησης των πόρων του NextGenerationEU.
Και στην περίπτωση του Ταμείου Ανάκαμψης, ο χρόνος επείγει. Όπερ σημαίνει… (σ.σ. το να περάσει στην Dardanel Onentac η εταιρεία «Καλλιμάνης», και μάλιστα με την τραπεζική «χορηγία» ενός γενναιότατου «κουρέματος» υποχρεώσεων 62,3 εκατ. στα 6 εκατ. (!), δείχνει, κατά την ταπεινή εκτίμησή μου, την έλλειψη κεντρικής εθνικής επιχειρηματικής πολιτικής).
Πάντως, το πολιτικό και τραπεζικό σύστημα και οι επιχειρηματίες δεν κατέβαλαν ουσιαστική προσπάθεια να αποτραπεί η παράδοση σε «τουρκικά χέρια» μίας από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου. Δυστυχώς.
………………………………….
αναδημοσίευση, περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Μαι-Ιουν