της Σοφίας Τσιπσέ
Με το νόμο 4512/2018 η διαμεσολάβηση καθίσταται ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ως προστάδιο για την επίλυση μιας διαφοράς. Η πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα νομοθετική προσέγγιση ήρθε για να καλυτερέψει τις συνθήκες στην Δικαιοσύνη, ή για να διχάσει τους νομικούς κύκλους και να προσθέσει ακόμα ένα στάδιο στη διαδικασία επίλυσης μια διαφοράς;
Οι ανθρώπινοι Πολιτισμοί ανά τους αιώνες κρίνονται και αξιολογούνται από την οικονομία τους, από την τεχνολογική τους ανάπτυξη και σαφέστατα από τη Δικαιοσύνη. Ο σημερινός πολιτισμός , η σημερινή μας εποχή χαρακτηρίζεται από μια συνεχώς εξελισσόμενη τεχνολογία, και παρά ταύτα από μία οικονομική παρακμή , έως και κατάρρευση της χρηματοοικονομικής λογικής που στηριζόταν όλο το σύστημα, και από μία αν μη τη άλλο μη αποτελεσματική Δικαιοσύνη.
Είναι γνωστό τοις πάσι πως η ταχύτητα στην απονομή Δικαιοσύνης είναι αντιστρόφως ανάλογη με τον όγκο των υποθέσεων, με αποτέλεσμα να δίνονται δικάσιμοι μακρινές και να τελεσιδικούν οι υποθέσεις μετά από 15 και 20 χρόνια.
Τα προβλήματα αυτά έρχεται να λύσει ή πιο δόκιμα να περιορίσει ένας «νέος» θεσμός – Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ. Δεν είναι ακριβώς νέος, καθότι η έννοια του και η λειτουργικότητα του είχαν γίνει διακριτές σε αρχαίους πολιτισμούς , πχ στην αρχαία Ελλάδα, και σε άλλους προηγμένους πολιτισμούς.
Στη σύγχρονη Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες γνωρίζουμε πως όταν υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα σε δύο μέρη, καταλήγουμε στα δικαστήρια. Πολλές φορές μάλιστα σε πλειάδα διαφορών στόχος των μερών δεν αποτελεί τόσο το αποτέλεσμα της δίκης, το αν θα χάσουν ή αν θα νικήσουν, αλλά το πόσο ταλαιπώρησαν την αντίδικη πλευρά- γεγονός που αποτελεί μία όψη της λεγόμενης «δικομανίας».
Τι είναι η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ:
Είναι μία εναλλακτική διαδικασία επίλυσης μιας διαφοράς ΕΚΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ.
Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της το Ποινικό Δίκαιο και οι Διαφορές με το Δημόσιο, όπου σε αυτές τις κατηγορίες το λόγο έχουν μόνο τα Δικαστήρια (εξαιρείται η ποινική διαμεσολάβηση στο αναθεωρημένο νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας).
Τα μέρη που έχουν μία διαφορά επιλέγουν ένα διαμεσολαβητή διαπιστευμένο από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο οποίος είναι ουδέτερος. Μέσα από μία διαρθρωμένη διαδικασία ιδιωτικών συναντήσεων των μερών με το διαμεσολαβητή , αλλά και κοινών συναντήσεων, και κάτω από βασικές αρχές , όπως η αρχή της ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑΣ και του ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ, ο διαμεσολαβητής καλείται μέσα από την εμπειρία του και από την υψηλού επιπέδου εκπαίδευσή του, να «βγάλει» την εμπάθεια από τα μέρη , κάνοντας τα να δουν και να αντιληφθούν οι ίδιοι το συμφέρον τους και να βρουν μόνοι τους μια συναινετική λύση στο πρόβλημά τους.
Είναι μια ειρηνική επίλυση της διαφοράς, μέσα από την οποία όλα τα εμπλεκόμενα μέρη , τις περισσότερες φορές είναι κερδισμένοι, καθότι επιλύεται η διαφορά τους ειρηνικά, άμεσα, οικονομικά, και γρήγορα. Μία διαφορά που στα δικαστήρια θα μπορούσε να διαρκέσει 10 χρόνια, στη διαμεσολάβηση μπορεί να επιλυθεί μέσα σε μία μέρα!
Σε περίπτωση που μέσω της διαμεσολάβησης οδηγηθούν τα μέρη της διαφοράς σε συμφωνία, υπογράφεται ενώπιον του διαμεσολαβητή ένα πρακτικό στο οποίο αναλυτικά περιγράφονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της συμφωνίας και το οποίο δύνανται να το επικυρώσουν στο Πρωτοδικείο, οπότε και αποκτά η συμφωνία ισχύ ωσάν δικαστική απόφαση, με όλες τις συνέπειες που απορρέουν από μια δικαστική απόφαση, ήτοι είναι άμεσα εκτελεστή.
Νομικό πλαίσιο:
Η διαμεσολάβηση νομοθετικά ήρθε στη χώρα μας με το νόμο 3868/2010, υιοθετώντας Ευρωπαϊκή Οδηγία. Με βάση το νομικό πλαίσιο του συγκεκριμένου νόμου η διαμεσολάβηση ήταν προαιρετική , με αποτέλεσμα να μην επιλέγεται από την πλειοψηφία ως μέσο επίλυσης της διαφοράς εξωδικαστικά, λόγω έλλειψης γνώσης του όρου «διαμεσολάβηση» στο ευρύ κοινό.
Τον Ιανουάριο του 2018 μέσα στην πλειάδα των διατάξεων του γνωστού σε όλους μας «πολυνομοσχεδίου» ψηφίστηκε και η αλλαγή του νόμου περί διαμεσολάβησης.
Πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 182 του Ν. 4812/2018 προβλέπεται η ¨υποχρεωτικότητα ¨ της διαμεσολάβησης σε κάποιες υποθέσεις. Η υποχρεωτικότητα συνίσταται στο εξής:
- Πριν συζητηθεί μια υπόθεση στο δικαστήριο, υποχρεούνται τα μέρη να ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΟΥΝ να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και μάλιστα επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης.
- Δηλαδή αν τα μέρη δεν προσπαθήσουν να επιλύσουν μέσω της διαμεσολάβησης τη διαφορά τους , θα κριθεί ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ η δίκη στο δικαστήριο.
Οι διαφορές που υπάγονται υποχρεωτικά στο ΠΡΟΣΤΑΔΙΟ της διαμεσολάβησης:
- α) Οι διαφορές ανάμεσα στους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων από τη σχέση οροφοκτησίας,.
- β) Οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες από αυτοκίνητο,
- γ) Οι διαφορές από αμοιβές του άρθρου 622Α του ΚΠολΔ.
- δ) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές της παραγράφου 1 περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ.
- ε) Οι διαφορές που αφορούν σε απαιτήσεις αποζημίωσης ασθενών ή των οικείων τους σε βάρος ιατρών, οι οποίες ανακύπτουν κατά την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των τελευταίων.
- στ) Οι διαφορές που δημιουργούνται από την προσβολή εμπορικών σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων.
- ζ) Οι διαφορές από χρηματιστηριακές συμβάσεις.
Όπως σε κάθε αλλαγή υπάρχουν αντιδράσεις και έριδες , έτσι και σε αυτή την αλλαγή, η οποία μάλιστα αλλάζει ολοσχερώς τα μέχρι σήμερα «δικαστηριακά» δεδομένα, προκάλεσε αντιδράσεις και υπήρξε ισχυρή «αντίθετη γνώμη». Τα πιο βροντερά αρνητικά επιχειρήματα ήταν τα ακόλουθα:
-Η Υποχρεωτική διαμεσολάβηση αντιβαίνει στον ίδιο τον εαυτό της, γιατί προυπόθεση για τη διαμεσολάβηση είναι εθελούσια συμμετοχή στη διαδικασία.
Ο νόμος 4812/2018 έθεσε τη διαμεσολάβηση ως υποχρεωτικό προστάδιο, ως υποχρεωτική ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ επίλυσης της διαφοράς μέσω της συγκεκριμένης διαδικασίας. Αν τα μέρη δεν θελήσουν να συμφωνήσουν, έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν το «φυσικό τους Δικαστή»
– Η υποχρεωτική Διαμεσολάβηση θέτει σε κίνδυνο τη Δικαιοσύνη, καθότι μιλούμε πλέον για ιδιωτικοποίηση αυτής.
Δεν ευσταθεί το επιχείρημα περί ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης, καθότι ο διαμεσολαβητής ΔΕΝ είναι δικαστής, ΔΕΝ απονέμει Δικαιοσύνη, ΔΕΝ είναι αυτός που αποφασίζει για τη διαφορά και για το πως αυτή θα επιλυθεί.
– Η Διαμεσολάβηση αφαιρεί δικηγορική ύλη.
Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι υποχρεωτική η παράσταση των δικηγόρων. Οπότε ο ισχυρισμός από μερίδα δικηγόρων ότι αφαιρείται δικηγορική ύλη , είναι άνευ αντικειμένου.
Σημειωτέον ότι σε μία νομοθετική αλλαγή που στόχος είναι να εξυπηρετήσει την ΚΟΙΝΩΝΙΑ και να ανανεώσει τη λειτουργία της ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ , αναγκαίο είναι να εστιάζουμε στους σκοπούς αυτούς και όχι να παρεκκλίνουμε εξυπηρετώντας συμφέροντα και ανάγκες μειοψηφίας, που αποτελούν τροχοπέδη στην εξέλιξη της κοινωνίας, και στη μετεξέλιξη της Δικαιοσύνης.
Φαινόμενα τέτοια θυμίζουν άλλες εποχές, μη δημοκρατικές, τότε που η εξέλιξη ¨διώκονταν¨ και η σαθρότητα και η σταθερότητα ήταν τα προαπαιτούμενα ¨αγαθά¨ και οι λέξεις κλειδιά που κλείδωναν κυριολεκτικά την ανάπτυξη και την εξέλιξη.
Το Σεπτέμβρη του 2018 θα ξεκινήσει ο νόμος να εφαρμόζεται και θα δώσει μια νέα πνοή στο θεσμό της διαμεσολάβησης. Διαμεσολάβηση και Δικαστήρια δεν είναι έννοιες αλληλοσυγκρουόμενες, ούτε παράλληλες.
Αντιθέτως είναι έννοιες αλληλένδετες και είναι στο χέρι όλων ημών που υπηρετούμε τη Δικαιοσύνη, ο καθένας από το πόστο του , να κάνουμε πράξη όλες τις αρετές που πρεσβεύουν οι έννοιες αυτές. Είναι χρέος όλων μας απέναντι στην κοινωνία και στη Δικαιοσύνη που βρίσκεται σε αδιέξοδα.