«Εκείνος που δεν μπορεί να ζει μέσα στην κοινωνία με τους άλλους είναι είτε θηρίο είτε θεός».
Τάδε έφη ο Αριστοτέλης στο βιβλίο του Πολιτικά Α’ και με αυτή τη φράση ξεκινάει το βιβλίο του Πάνου Δημάκη, «Δεκαεπτά Κλωστές», που μόλις κυκλοφόρησε από την Κάπα Εκδοτική.
Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το 1909, στα Κύθηρα, διαπράχθηκε το πιο άγριο έγκλημα που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Η ιστορία δεν έσβησε στο νησί, ήταν όμως ένας όλεθρος που πέρασε τότε σχεδόν απαρατήρητος στην υπόλοιπη χώρα.
Ο δράστης είναι ο Καστελάνης, ένας νεαρός τσαγκάρης και λυράρης, που οδηγήθηκε σε αυτήν την αποτρόπαια πράξη μετά από μια συνεχιζόμενη αδικία εναντίον του. Ένας άνθρωπος που προσπαθεί να ανέβει με την αξία του, βασιζόμενος στην υποστήριξη και αποδοχή του κόσμου. Θέλει να μοιράζει απλόχερα τη χαρά στους ανθρώπους, όμως εκείνοι του το αρνούνται όταν τον κατηγορούν για κάτι που δεν διέπραξε. Προδομένος από σχεδόν όλους κι έχοντας χάσει ό,τι ήταν πολύτιμο στη ζωή του, παίρνει μια μοιραία απόφαση που 111 χρόνια μετά έχει στιγματίσει τα Κύθηρα. Οι απίστευτες συμπτώσεις κάνουν την ιστορία του εγκλήματος πραγματικά κάτι που ο αναγνώστης δεν θα μπορέσει να ξεχάσει ποτέ.
Η σκηνή του φονικού κυριολεκτικά καρφώνεται στο μυαλό του αναγνώστη. Με συγγραφική δεξιοτεχνία ξετυλίγεται ένας θανάσιμος χορός στα στενά δρομάκια ενός γραφικού χωριού. Ο Καστελάνης ίσως να είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες λογοτεχνικούς χαρακτήρες των τελευταίων ετών: είναι ολοφάνερο πως ο συγγραφέας «πονάει» τον χαρακτήρα του, ταυτόχρονα θύμα και θύτη, χωρίς όμως να του δίνει συγχωροχάρτι για τις πράξεις του. Δεν τον αγιοποιεί ούτε τον παρουσιάζει ως τον γοητευτικό δολοφόνο που έχουμε συνηθίσει σε άλλα βιβλία. Αντιθέτως, καταπιάνεται και με τις ιστορίες των θυμάτων, ως ένας άτυπος φόρος τιμής σε αυτά.
Ο Πάνος Δημάκης, στο πρώτο του μυθιστόρημα, δεν μας δίνει μια αστυνομική αφήγηση του γεγονότος. Αντιθέτως, βουτά στην ψυχή ενός ανθρώπου που κυνηγήθηκε άδικα όσο λίγοι από μία κοινωνία που δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ ως τις μέρες μας παντού στον κόσμο. Κάνει το ψυχογράφημα μιας κοινωνίας παραδομένης στο κουτσομπολιό και την εσώτερη ανάγκη να επιρρίπτει ευθύνες, να βρίσκει εξιλαστήρια θύματα, χωρίς όμως να κοιτάζει τις δικές της πράξεις.
Οι Δεκαεπτά Κλωστές, εκτός από την ηθική, μιλάει για τη μοίρα και για την προσπάθεια να ξεφύγεις από τα πλοκάμια της και τη δύναμη που χρειάζεται να ελευθερωθείς. Ο συγγραφέας, μέσα από τον ανώνυμο αφηγητή του βιβλίου, υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι μπορούν να την ορίσουν ή να τη διαχειριστούν καλύτερα, αρκεί να το επιλέξουν.
Η πλοκή των Δεκαεπτά Κλωστών είναι καταιγιστική, γεμάτη συγκινήσεις και ανατροπές. Παρά την ιστορική ακρίβεια των γεγονότων και την αναβίωση μιας ολόκληρης εποχής μπροστά στα μάτια μας, ο συγγραφέας δημιουργεί ένα αυθεντικό έργο μυθοπλασίας, με χαρακτήρες που ζωντανεύουν μπροστά στον αναγνώστη, με τις μύχιες σκέψεις και τα όνειρά τους να μας αποκαλύπτονται σε κάθε σελίδα του βιβλίου.
Οι Δεκαεπτά Κλωστές είναι ένα βιβλίο που θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει σενάριο ταινίας ή τηλεοπτικής σειράς.
Συγκινούν, προβληματίζουν και σοκάρουν. Αλλά, κυρίως, αποτελούν μια εξαιρετική επιλογή ανάγνωσης.