Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας του ελληνικού εργατικού δυναμικού αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός. Ο δείκτης που αξιολογεί τις επιδόσεις των δεξιοτήτων των εργαζομένων (European Skills Index) καθώς και την συμβολή του εργατικού δυναμικού στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας το πιστοποιεί. Η Ελλάδα καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στον συγκεκριμένο Δείκτη, έχοντας καλύτερη επίδοση μόνο από την Ισπανία.

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP), η συμβολή του ανθρώπινου δυναμικού και των δεξιοτήτων του στην οικονομική ανάπτυξη μεγιστοποιείται, όταν συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις:

  • τα συστήματα ανάπτυξης δεξιοτήτων παρέχουν στο ανθρώπινο δυναμικό τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες,
  • το ανθρώπινο δυναμικό προσφέρει ενεργά τις δεξιότητές του στην αγορά εργασίας,
  • η αντιστοίχιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας είναι αποτελεσματική.

Η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όσον αφορά στο τρίπτυχο Ανάπτυξη-Ενεργοποίηση-Αντιστοίχιση δεξιοτήτων. Οι επιδόσεις της χώρας είναι χαμηλές στους περισσότερους από τους δείκτες, που συνθέτουν τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων.

Δυσκολίες

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση των στοιχειών του CEDEFOP από τον ΣΕΒ, στον Δείκτη Ανάπτυξης Δεξιοτήτων, τα προβλήματα αφορούν, κυρίως, στις επιδόσεις των συστημάτων δια βίου μάθησης και συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και λιγότερο σε αυτές της βασικής εκπαίδευσης.

Στην Ενεργοποίηση Δεξιοτήτων, οι επιδόσεις των χωρών προκύπτουν από δείκτες, οι οποίοι μεταξύ άλλων αφορούν στη μετάβαση από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας,

  • όπως είναι το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο.

Στον σχετικό δείκτη η Ελλάδα επιτυγχάνει την υψηλότερη επίδοσή της (76). Όμως, η επίδοση της είναι μηδενική σε σχέση με την απασχόληση του εργατικού δυναμικού ηλικίας 20-34, που αποφοίτησε πρόσφατα από την ανώτερη δευτεροβάθμια ή την τριτοβάθμια εκπαίδευση, γεγονός που σημαίνει ότι το ποσοστό απασχόλησης της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας είναι πολύ χαμηλό σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Όσον αφορά στην Αντιστοίχιση Δεξιοτήτων, η επίδοση της Ελλάδας είναι πολύ χαμηλή, σε σχέση με τους άλλους δύο πυλώνες. Η χαμηλή επίδοση οφείλεται τόσο στην ελλιπή αξιοποίηση, όσο και στην αναντιστοιχία των δεξιοτήτων.

Ευρωπαϊκές επιδόσεις

Οι επιδόσεις των χωρών στον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων διαφέρουν σημαντικά, ενώ καμία δεν επιτυγχάνει τη μέγιστη επίδοση (100) ή επίδοση πολύ κοντά σε αυτήν. Την καλύτερη επίδοση του Ευρωπαϊκού Δείκτη Δεξιοτήτων επιτυγχάνει η Τσεχική Δημοκρατία (75). Η επίδοση αυτή οφείλεται στην αποτελεσματική αντιστοίχιση των δεξιοτήτων, καθώς οι επιδόσεις της στα πεδία της ανάπτυξης και της ενεργοποίησης δεξιοτήτων δεν είναι ανάλογα καλές.

Η Φινλανδία βρίσκεται στη δεύτερη θέση της κατάταξης, με την επίδοση της να οφείλεται στην αποτελεσματικότητα του συστήματος ανάπτυξης δεξιοτήτων, καθώς στα πεδία της ενεργοποίησης και της αντιστοίχισης δεξιοτήτων, οι επιδόσεις υπολείπονται αρκετών άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ίδια επίδοση επιτυγχάνει και η Σουηδία, εξαιτίας των υψηλών αποδόσεών της στα πεδία της ανάπτυξης και της ενεργοποίησης δεξιοτήτων, καθώς στο πεδίο της αντιστοίχισης δεξιοτήτων υστερεί σημαντικά.

Οι χαμηλότερες επιδόσεις του Δείκτη καταγράφονται στην Ισπανία (23), στην Ελλάδα (23) και στην Ιταλία (25). Οι χαμηλές επιδόσεις της Ισπανίας και της Ελλάδας οφείλονται, κυρίως, στη σχετικά αναποτελεσματική αντιστοίχιση δεξιοτήτων, ενώ της Ιταλίας στην ασθενή ενεργοποίησή τους .

Συνολικά, μόνο έξι από τις 28 χώρες επιτυγχάνουν το τρίπτυχο Ανάπτυξη-Ενεργοποίηση-Αξιοποίηση Δεξιοτήτων: Τσεχική Δημοκρατία, Φινλανδία, Σουηδία, Λουξεμβούργο, Σλοβενία και Εσθονία. Από την άλλη, υπάρχουν έξι χώρες η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία των οποίων οι επιδόσεις είναι σχετικά χαμηλές και στους τρεις Δείκτες Πυλώνες.