Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε BΒ με θετικές προοπτικές, προχώρησε ο καναδικός οίκος DBRS επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες μετά την τελευταία έκθεσή του.
Καθώς η αναβάθμιση του οίκου γίνεται με την επισήμανση θετικών προοπτικών, η ελληνική οικονομία τίθεται πλέον σε καλή θέση για το επόμενο βήμα και το αξιόχρεο.
Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος που είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος διεθνώς μετά τις S&P, Moody’s και Fitch η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει τις δημοσιονομικές και οικονομικές εξελίξεις πριν από την πανδημία που προσέφεραν στη χώρα μεγαλύτερη ανθεκτικότητα ώστε να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες προκλήσεις.
Οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας πριν από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα, που αυξήθηκαν σε 32,2 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου 2021, εξασφάλισαν δημοσιονομικό χώρο στην κυβέρνηση για να λάβει μέτρα στήριξης ώστε να μετριάσει τον αντίκτυπο της πανδημίας, σύμφωνα με τον οίκο.
Η DBRS όπως και η Moody’s (Ba3 σταθερές προοπτικές), βαθμολογούσαν τη χώρα πιο αυστηρά από τους Fitch και S&P (BB με σταθερές και θετικές προοπτικές αντίστοιχα), και τρεις βαθμίδες κάτω από το Investment Grade.
Τα στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο τα οποία εντυπωσίασαν τους αναλυτές και οδήγησαν σε έναν γύρο ανοδικών αναθεωρήσεων των στόχων για την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος, και η βελτίωση που έχουν σημειώσει οι ελληνικές τράπεζες μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους με στόχο τον μονοψήφιο δείκτη το 2022, έδιναν τη δυνατότητα για καλύτερη αξιολόγηση και η αγορά είχε την προσδοκία ότι η DBRS θα ανταποκριθεί.
Ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας
Για την αναβάθμιση ο υπουργός οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας, δήλωσε τα εξής: «ο οίκος αξιολόγησης “DBRS Morningstar” προχώρησε, σήμερα, στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, από ΒΒ(Low) σε ΒΒ.
Η αναβάθμιση πραγματοποιείται μόλις μία εβδομάδα μετά την αναβάθμιση της Ελλάδας από τη “Scope Ratings”.
Είναι η τέταρτη φορά που διεθνής οίκος αξιολόγησης αναβαθμίζει, εν μέσω της υγειονομικής κρίσης, το αξιόχρεο της χώρας μας, και η έβδομη από τότε που η Νέα Δημοκρατία ανέλαβε τη διακυβέρνηση.
Πρόκειται, αναμφίβολα, για μία σειρά σημαντικών θετικών εξελίξεων για την ελληνική οικονομία.
Εξελίξεων οι οποίες είναι καρπός – και ταυτοχρόνως πιστοποίηση και επιβράβευση – των ορθών πολιτικών που έχουν σχεδιαστεί και υλοποιηθεί στο πεδίο της οικονομίας και γενικότερα της αποτελεσματικότητας της κυβερνητικής πολιτικής.
Παράλληλα, οι εξελίξεις αυτές αποδεικνύουν ότι η αξιοπιστία και το κύρος της Ελλάδας έχει ενισχυθεί.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται από τον οίκο αξιολόγησης, στην έκθεσή του, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει ισχυρά σημάδια ανάκαμψης και οι προοπτικές της έχουν βελτιωθεί ουσιαστικά.
Κάτι που οφείλεται – όπως υπογραμμίζει και ο οίκος – στα μέτρα στήριξης τα οποία έλαβε η Κυβέρνηση, συγκρατώντας την ύφεση το 2020, στην υλοποίηση σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, “παρά την υγειονομική κρίση”, καθώς και στην ώθηση την οποία θα δώσει η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων που αναμένεται να λάβει η χώρα μας τα επόμενα έτη.
Αξιοποίηση με βάση και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση, “αποτελείται από μεταρρυθμίσεις που αναμένεται να ενισχύσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις”.
Επιπρόσθετα, ο οίκος κάνει ειδική μνεία στη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στην παράταση του προγράμματος “Ηρακλής”, που – όπως τονίζει – μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού κόκκινων δανείων, εντός του 2022, καθώς και στο ασφαλές ύψος των ταμειακών διαθεσίμων.
Το οικονομικό επιτελείο συνεχίζει τη συστηματική, σκληρή δουλειά, με όραμα, σχέδιο, αποφασιστικότητα, μετριοπάθεια και εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της πατρίδας μας και των πολιτών της. Θέτει συγκεκριμένες προτεραιότητες και υλοποιεί στοχευμένες πολιτικές, προκειμένου να επιτύχει συγκεκριμένους στόχους, οι οποίοι έχουν καταστεί ρεαλιστικοί.
Ένας εξ αυτών είναι η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας το 2023.
Η προσπάθειά μας για μια οικονομία πιο ισχυρή, παραγωγική και ανταγωνιστική και μια κοινωνία δικαιότερη και πιο συνεκτική είναι διαρκής».