Όπως έγινε γνωστό ο Πανελλήνιος Σύλλογος Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου (ΣΥΔΑΝΕΦ) υπέβαλλε ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καταγγελία κατά της Ελλάδος, η οποία και εισήχθη, αναφορικά με την παραβίαση από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ελλάδος (Άρειος Πάγος) του άρθρου 267 Συνθήκης Λειτουργίας Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.).
Σε δελτίο Τύπου που εξέδωσε ο ΣΥΔΑΝΕΦ τόνιζε ως αυτονόητο το γεγονός της μη ευχάριστης θέσης στην οποία βρίσκεται να καταγγέλλει -δηλαδή- την Ελληνική Δημοκρατία με πιθανή ακόμη και τη συνέπεια να κινηθεί επίσημη διαδικασία “επί παραβάσει” κατά της Ελλάδας. ΌΜΩΣ στα πλαίσια υπεράσπισης της λειτουργίας ενός κράτος δικαίου πρέπει η πράξη αυτή να θεωρείται ως μια επιβεβλημένη κίνηση εάν όχι υποχρέωση.
Είναι πλέον γνωστό, ότι εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες έλαβαν από τα Πιστωτικά Ιδρύματα δάνεια σε ξένο νόμισμα, προκειμένου οι περισσότεροι εξ αυτών να προβούν σε αγορά κατοικίας. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι το εν λόγω ζήτημα αφορά περισσότερους από 200.000 πολίτες, συνυπολογίζοντας συνοφειλέτες και εγγυητές που φαίνεται να εγκλωβίστηκαν και οι ίδιοι σε αυτόν τον κυκεώνα.
Όπως σε όλη την Ευρώπη, έτσι και στη χώρα μας δημιουργήθηκε Καταναλωτικό Σωματείο (Σύλλογος Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου – ΣΥΔΑΝΕΦ) με σκοπό τη Συλλογική υπεράσπιση αυτών των χιλιάδων οικογενειών.
Ο ΣΥΔΑΝΕΦ ιδρύθηκε στην Αθήνα το 2014 και έχει πανελλήνια συμμετοχή. Στα πλαίσια αποκατάστασης της ζημίας των μελών του (και όχι μόνο) πρωτοστατεί και αξιώνει μέσω συλλογικών αγωγών (σύμφωνα με τον ελληνικό νόμο 2251/1994 για την προστασία των καταναλωτών) με σκοπό τη δικαίωση των δανειοληπτών, που είδαν τα χρέη τους σχεδόν να διπλασιάζονται, όταν ανατράπηκε η ισοτιμία μεταξύ ελβετικού φράγκου και ευρώ, παρόλο που οι ίδιοι ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
Η πολυπληθέστερη αυτών των συλλογικών αγωγών (χιλιάδες μέλη ΣΥΔΑΝΕΦ) κατατέθηκε κατά συστημικής τράπεζας στο ανώτατο δικαστήριο της χώρας (Άρειος Πάγος) μαζί με αίτημα προώθησης προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα μας για την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων στο ΔΕΕ, το οποίο είναι αποκλειστικά αρμόδιο δικαστικό όργανο για την ερμηνεία των ενωσιακών κανόνων. Με την παράλειψη αυτή ο Άρειος Πάγος παραβίασε τη θεμελιώδη υποχρέωση των ανωτάτων δικαστηρίων των κρατών μελών της Ένωσης να αποστέλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ, όταν στην ενώπιόν τους διαφορά τυγχάνουν εφαρμογής ενωσιακοί κανόνες (άρθρο 267 ΣΛΕΕ).
Ως μέσο αντίδρασης, και προκειμένου να συνεχιστεί η αξιοποίηση των νομίμων μέσων που έχουν στη διάθεση τους οι δανειολήπτες, ο ΣΥΔΑΝΕΦ απέστειλε την 13η Απριλίου 2022 επιστολή στο σύνολο των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκειμένου να πείσει την Επιτροπή να κινητοποιηθεί ενισχύοντας συγχρόνως τον εν εξελίξει νομικό αγώνα ώστε να διακοπεί εν τη γεννέσει της η αντίθετη στο ενωσιακό δίκαιο στάση των δικαστηρίων μας αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα των δανείων με ρήτρα ελβετικού φράγκου.
Παράλληλα με επιστολή που εστάλη καλούνται η ελληνική κυβέρνηση, οι Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου και λοιποί θεσμοί να απαντήσουν ως οφείλουν σε μια σειρά κρίσιμων ερωτημάτων αλλά και τι προτίθενται να πράξουν πριν χαθούν τα σπίτια χιλιάδων νοικοκυριών.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω, ερωτώνται η Ελληνική κυβέρνηση και το Ελληνικό κοινοβούλιο:
Τι προτίθεται να κάνει η Ελληνική Δημοκρατία για τους πέραν των 200.000 Ελλήνων που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με δανειακές συμβάσεις που συνήφθησαν με ρήτρα αξίας ελβετικού φράγκου, μετά και την πληθώρα αποφάσεων του ΔΕΕ με βάση τις οποίες ξεκαθαρίζει πως η υπάρχουσα σχετική οδηγία για τις καταχρηστικές ρήτρες δεν αντιτίθεται στη θέσπιση εθνικών διατάξεων που εξασφαλίζουν μεγαλύτερη προστασία στους καταναλωτές;
Συγκεκριμένα, προτίθεται να θεσπίσει άμεσα- πριν κοκκινίσουν και πλειστηριαστούν τα σπίτια χιλιάδων δανειοληπτών- σχετικές διατάξεις που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη προστασία στους καταναλωτές για τα δάνεια που έχουν ήδη συναφθεί, αντιμετωπίζοντας σήμερα το υπάρχον ζήτημα και όχι αόριστα για τις μελλοντικές δανειακές συμβάσεις που «θα» συναφθούν σε ξένο νόμισμα (εξυπακούεται πως όταν ομιλούμαι για θέσπιση εθνικών διατάξεων δεν αναφερόμαστε σε κάποιου είδους τραπεζικών ρυθμίσεων – επιμηκύνσεις κ.α);