Σε συνεχή επικοινωνία βρίσκεται η Αθήνα με τη Φραγκφούρτη, οι Έλληνες τραπεζίτες με τον επικεφαλής του Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ, στην προσπάθεια των δύο πλευρών να εξευρεθεί κοινός τόπος για τα δάνεια σε αναστολή και τη στοχοθεσία μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στα περίπου 22,5 δισ. ανέρχονται τα δάνεια σε moratorium μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, στα 8 με 10 δισ. τα νέα «κόκκινα», λόγω Covid-19, στο 1 plus δισ. τα επιπλέον NPLs ανά τρίμηνο και, σύμφωνα με πηγές της Τραπέζης της Ελλάδος, συνθέτουν το δυσεπίλυτο πρόβλημα που διαχειρίζονται το εγχώριο banking και η επιχειρηματικότητα.
Δεδομένης της σταθερής αδυναμίας της ευρωπαϊκής οικονομίας, της καθίζησης της λειτουργικής κερδοφορίας των ευρωτραπεζών και της συντριπτικής ύφεσης, η Φραγκφούρτη προχώρησε, πρόσφατα, σε μία ακόμη κίνηση άμβλυνσης του βάρους που υφίσταται το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Το «πράσινο φως» έδωσε ο ίδιος ο επικεφαλής του Μηχανισμού, Αντρέα Ένρια, ανοίγοντας ένα «παράθυρο» για την παράταση της περιόδου αναστολής αποπληρωμής δανείων πέραν του 2020, σταδιακά μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2021. Ενέργεια που…υπαγορεύτηκε υπό το βάρος του “worst case scenario” της ΕΚΤ, σύμφωνα με το οποίο τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια λόγω κορωνοϊού θα μπορούσαν να φτάσουν ακόμη και το «θηριώδες» 1,4 τρισ., με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν για το ήδη ευάλωτο σύστημα.
Σε υπόμνημα του SSM και προς την Αθήνα ζητήθηκε να γίνει ένας καταρχήν διαχωρισμός των δανείων σε αναστολή, που με την άρση της μπορεί να καταλήξουν σε «κόκκινα» ή να αρχίσουν να εξυπηρετούνται. Μια πρώτη κρησάρα, καθώς θα ακολουθήσουν κι άλλες σε τακτικά διαστήματα και ανάλογα με την εξέλιξη της κατάστασης μέχρι τον Δεκέμβριο. Τότε θα γίνει ένας συγκεντρωτικός απολογισμός, οδηγός για τη συνέχεια, που πιθανότατα θα συνεκτιμηθεί με τα άλλα στοιχεία για τους κεφαλαιακούς ελέγχους.
Το εγχώριο banking έχει κάθε λόγο να επιδιώκει μια περίοδο –πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2020– σταδιακής άρσης του πλαισίου αναστολής, ακριβώς επειδή θέλει να αποφύγει μια απότομη επιβάρυνση των ήδη εύθραυστων ισολογισμών τους και μέσω αυτής του κινδύνου «πρόσκρουσης» ενός μεγάλου μέρους της επιχειρηματικότητας.
Προς τούτο κινούνται συντονισμένα και με ενιαία γραμμή, όπως προκύπτει από τη συνεχή επικοινωνία που έχουν με τη Φραγκφούρτη και σύμφωνα με την πρόταση που επεξεργάζονται και θα υποβάλουν μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου.
Το πιθανότερο είναι πως το ζήτημα των moratorium θα τεθεί συνολικά στη συνεδρίαση του συμβουλίου της ΕΚΤ στις 29 Οκτωβρίου, καθώς ανάλογα κινούνται Ρώμη και Μαδρίτη.
Σχεδιασμός της Τραπέζης της Ελλάδος σε συνεννόηση με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό είναι να υπάρξει ένα χρονικό «δίχτυ» προσαρμογής, προκειμένου όσοι μπορούν να αρχίσουν να αποπληρώνουν δανειολήπτες να τυγχάνουν σχετικής ευελιξίας.
Με βάση τον πρώτο διαχωρισμό, δάνεια σε αναστολή ύψους 6,75 δισ. αφορούν σε επιχειρήσεις και 15,75 δισ. σε φυσικά πρόσωπα. Περαιτέρω επιμέρους κατηγοριοποίηση παραπέμπει σε δάνεια μικρών (ακόμη και προσωπικών) εταιρειών, που υπολογίζονται στα 2 με 2,5 δισ. και, σύμφωνα με τις ενδείξεις, ενέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να καταστούν μη εξυπηρετήσιμα. Δάνεια μεσαίων-μεγάλων επιχειρήσεων διαχωρίζονται σε δύο κατηγορίες και χαρακτηρίζονται ανάλογα με το προφίλ τους:
- Οικονομική κατάσταση προ Covid-19, κλιμακωτά αξιολόγηση φερεγγυότητας.
- Βαθμός επιβάρυνσης κατά τη διάρκεια του lockdown, επικινδυνότητα κλάδου στον οποίο δραστηριοποιούνται.
- Ικανότητα προσαρμοστικότητας με την άρση του lockdown, ρυθμός παραγωγής κύκλου εργασιών, δηλαδή για ποιες εταιρείες το ισοζύγιο «εσόδων-εξόδων» είναι θετικό (ή αρνητικό) από την αρχή του τρίτου τριμήνου (Ιούλιος), άρα θα μπορούν να αποπληρώνουν έστω και σταδιακά από Ιανουάριο-Φεβρουάριο.
- Γενικότερη κλαδική κατάσταση και βαθμός επηρεασμού στο ενδεχόμενο τοπικών lockdowns.
Όλα αυτά σχεδιάζονται (και υπολογίζονται) με την προϋπόθεση πως η υγειονομική αντιμετώπιση του ιού δεν θα κρύβει δραματική επιβάρυνση, ότι από αρχές του 2021 θα διαφαίνεται μια καταρχήν ομαλοποίηση της κατάστασης.
Με αυτόν τον σχεδιασμό, ένα δάνειο σε 9μηνη αναστολή θα αρχίσει να αποπληρώνεται μεν από τον Ιανουάριο, με το ύψος της μηνιαίας δόσης να προκύπτει από τον συνυπολογισμό του δανείου που είχε τεθεί σε αναστολή (είτε εφάπαξ είτε επιμερισμένο) με το τρέχον μέρος της οφειλής. Κλιμακωτά όμως θα αυξάνεται (ανά μήνα) και ανάλογα με τη δυνατότητα του δανειολήπτη.
……………………..
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 6/10/2020