του Βασίλη ΚΟΡΚΙΔΗ
Οι πολυεθνικές εταιρείες είναι γεγονός ότι ερευνούν προσεκτικά τις επενδυτικές ευκαιρίες σε διαφορετικούς τομείς της οικονομίας στην Ελλάδα. Ωστόσο, οι επενδυτές για να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις εξετάζουν την ικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης να αποδείξει ότι μπορεί να απομακρύνει τα εμπόδια στις επενδύσεις και να αυξήσει τον ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης. Αυτό μπορεί να καθοριστεί μόνο από τα μηνύματα που στέλνει η ελληνική κυβέρνηση σε διεθνείς και εγχώριους επενδυτές, με ειλικρίνεια, αμεσότητα και σαφήνεια στο πλαίσιο ενός στρατηγικού διαλόγου με θετική προβολή στους τομείς με περιθώρια επενδύσεων που υπάρχουν στην μεταμνημονιακή Ελλάδα. Για να στηριχθεί η Ελλάδα στις επενδύσεις πρέπει να προσπαθήσει όμως να διευκολύνει περαιτέρω το εμπόριο και τις υπηρεσίες, ώστε να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της, αφού η οικονομία κινείται αργά και αδύναμα.
Ως γνωστό η απόδοση της επένδυσης, σε σχέση με το ρίσκο που αναλαμβάνεται, είναι μία πολυσύνθετη σχέση που καλούνται να αξιολογήσουν οι επενδυτές, θεσμικοί και ιδιώτες, πριν δεσμεύσουν τα κεφάλαια τους. Φυσικά, όσο μεγαλύτερη διάθεση για ανάληψη ρίσκου έχει ένας επενδυτής τόσο μεγαλύτερη και η πιθανότητα για μεγάλα κέρδη, αλλά και ζημίες.
Τι συμβαίνει όμως όταν το ρίσκο αυξάνεται πέρα από τα αποδεκτά επίπεδα και κυριαρχεί η αβεβαιότητα για την κατάσταση και τις προοπτικές μιας οικονομίας;
Αυτό είναι ένα σημείο καμπής στο οποίο, αρχικά αλλάζει το μίγμα των επενδυτών στην αγορά και σταδιακά παρατηρείται μείωση των θέσεων και αποεπένδυση. Τελικά, αυτό που μένει είναι μια γενικότερη εντύπωση των ξένων και εγχώριων επενδυτών ότι η συγκεκριμένη αγορά είναι αναξιόπιστη.
Αυτή δυστυχώς η περιγραφή, που αποδίδεται ακόμα στην Ελλάδα και είναι εύκολο να δει κανείς το γιατί.
Ξεκινώντας από το διαρκώς μεταβαλλόμενο φορολογικό περιβάλλον που βασίζεται σε υψηλούς συντελεστές φορολογίας σε κεφάλαιο και εργασία.
Συνεχίζοντας με τη γραφειοκρατία και την αναποτελεσματικότητα των δημοσίων υπηρεσιών. Ολοκληρώνοντας με την περιορισμένη εξωστρέφεια, έρευνα και καινοτομία.
Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθούν και τα ζητήματα δικαιοσύνης και διαφθοράς που παρουσιάζονται ανά μερικούς μήνες και φυσικά στο ισχυρότερο πλήγμα αξιοπιστίας που δέχθηκε το Ελληνικό Χρηματιστήριο τους τελευταίους μήνες με το σκάνδαλο της Folli Follie.
Σκεφτείτε έναν ξένο αναλυτή που θέλει να εξετάσει τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις μιας οποιαδήποτε Ελληνικής εισηγμένης εταιρείας, και πως θα έχει πλέον την σιγουριά για την εγκυρότητα των στοιχείων που βλέπει.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα, είτε μιλάμε για άμεσες είτε για έμμεσες ξένες επενδύσεις.
Τα ρίσκα, δυστυχώς, αθροίζουν σε μια μεγάλη έλλειψη εμπιστοσύνης στην Ελληνική αγορά και αυτό μεταφράζεται σε ένα αρκετά υψηλό “risk premium” για τη χώρα μας που πρέπει να ενσωματώσουν οι επενδυτές στην ανάλυσή τους, κάτι που οδηγεί σε απόφαση μη επένδυσης ή ακόμα και αποεπένδυσης. Επιπλέον το καλύτερο μέτρο της επενδυτικής εμπιστοσύνης, που πιστεύουν οι επενδυτές για μια οικονομία, είναι η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου της χώρας. Αυτή τη στιγμή η απόδοση του φλερτάρει με το 4.4%, ένα αρκετά υψηλό επίπεδο που αυτομάτως δείχνει ότι οι αγορές θεωρούν την Ελλάδα ως μια επιλογή υψηλού ρίσκου και αμέσως ορίζει και ιλιγγιώδη επιτόκια δανεισμού για τις Ελληνικές τράπεζες και επιχειρήσεις. Σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν και οι κινήσεις των ξένων επενδυτών στο ΧΑ οι οποίοι ας μην ξεχνάμε πως πραγματοποιούν πάνω από τις μισές συναλλαγές της αγοράς.
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία, οι ξένοι συμμετέχουν πάνω από 60% της συνολικής κεφαλαιοποίησης της αγοράς και τους τελευταίους μήνες παρατηρούνται περισσότερες εκροές παρά εισροές ξένων κεφαλαίων στο ΧΑ. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι πολύ σημαντική η ύπαρξη μιας κυβέρνησης που καταλαβαίνει την οικονομία και τις διεθνείς αγορές και μπορεί να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς για μελλοντικούς επενδυτές. Παράλληλα, είναι σαφές ότι ένα υγιές και επαρκώς κεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα που να είναι σε θέση να χρηματοδοτεί με ανατγωνιστικό κόστος δανεισμού τις Ελληνικές επιχειρήσεις, κρίνεται απαραίτητα αναγκαίο.
Βεβαίως, ακόμα και σε αυτά τα πολύ δύσκολα χρόνια της κρίσης, η Ελλάδα έχει να δείξει υγιείς επιχειρήσεις οι οποίες αναπροσάρμοσαν τις λειτουργίες τους, μείωσαν το δανεισμό τους, και κατάφεραν να επιβιώσουν.
Την ίδια στιγμή, τομείς όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, το real estate, η αγροδιατροφή, η ναυπηγοεπισκευή και η υγεία παρουσιάζουν ισχυρές προοπτικές. Αυτό που όμως λείπει είναι η εμπιστοσύνη, η οποία απαιτεί πολύ χρόνο και κόπο για να τη χτίσεις και αρκεί μία κακιά στιγμή για να την γκρεμίσεις. Η εμπιστοσύνη είναι λοιπόν το βασικό στοιχείο για να αρχίσουν οι ξένοι επενδυτές να κοιτούν ξανά την Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό.
Χρόνια πολλά!
{Ο κ. Βασίλης Κορκίδης είναι
Πρόεδρος ΕΒΕΠ & ΠΕΣ Αττικής}