Μπορεί ο δείκτης NPL των ελληνικών τραπεζών να παραμένει ακόμη υψηλότερα του μέσου ευρωπαϊκού όρου, η δραστική μείωση των κόκκινων δανείων που έχει επιτευχθεί μέσω του σχεδίου «Ηρακλής», ωστόσο, τονίζεται ως case study από την Επιτροπή Παρακολούθησης NPLs που δρα συμβουλευτικά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Όπως τονίζεται σε σχετική έκθεση, η εμπειρία της Ελλάδας με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνιστούσε μεγάλη πρόκληση, δεδομένης της σοβαρότητας της οικονομικής κρίσης της χώρας την προηγούμενη δεκαετία. «Στην κορύφωση της κρίσης, περίπου τα μισά από τα χαρτοφυλάκια δανείων των ελληνικών τραπεζών ήταν μη εξυπηρετούμενα. Σε απάντηση, η Ελλάδα εφάρμοσε το Σχέδιο Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων Ηρακλής (HAPS), το οποίο σχεδιάστηκε σύμφωνα με το GACS της Ιταλίας, για να αντιμετωπίσει το συντριπτικό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο πλαίσιο της πρώτης φάσης (Ηρακλής Ι), οι συστημικές τράπεζες στην Ελλάδα τιτλοποίησαν 31,3 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Σύμφωνα με το σχέδιο, οι τράπεζες μετέφεραν τα ΜΕΔ σε οχήματα ειδικού σκοπού, τα οποία στη συνέχεια εξέδιδαν ομόλογα προς τους επενδυτές. Το ελληνικό κράτος παρείχε εγγυήσεις για τα υψηλότερης διαβάθμισης ομόλογα αυτών των τιτλοποιήσεων, ενισχύοντας την ελκυστικότητά τους για τους επενδυτές. Αυτή η πρωτοβουλία ήταν καθοριστικής σημασίας για τη μείωση του δείκτη ΜΕΔ από 36% στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020 σε μονοψήφια ποσοστά μέχρι το τέλος του 2022. Η επιτυχία του προγράμματος οδήγησε στην επέκτασή του (Ηρακλής ΙΙ), με στόχο την επιπλέον έξοδο ΜΕΔ, ύψους 32 δισ. ευρώ, από τους ισολογισμούς των τραπεζών», αναφέρεται χαρακτηριστικά, υποσημειώνοντας και την απόφαση για τον «Ηρακλή ΙΙΙ» με λήξη στις 31/12/2024.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ελλάδα εμφανίζει υψηλότερο δείκτη κόκκινων δανείων (3,3% τον Σεπτέμβριο 2024), αν και πλέον, όχι τον υψηλότερο στην ΕΕ. Τα «πρωτεία» κατέλαβε η Πολωνία, με δείκτη NPL στο 4%, ενώ ακολουθούν – μετά τη χώρα μας – η Ρουμανία (3%) και η Ισπανία (2,8%).