Δήλωση Νικήτα Κωνσταντέλλου, Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου ICAP CRIF
“Σε ανοδική τροχιά κινήθηκε η ελληνική οικονομία το 2021, καθώς το ΑΕΠ ενισχύθηκε κατά 8,3%, μετά την βαθιά ύφεση (-9%) που βίωσε η χώρα το 2020, εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, η οποία δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Με τη σταδιακή ομαλοποίηση της αγοράς, από τα μέσα σχεδόν του 2021, η αρνητική πορεία αντιστράφηκε και η ελληνική οικονομία επέστρεψε δυναμικά, δημιουργώντας ευοίωνες προοπτικές για την “μετά Covid” εποχή.
Οι εκτιμήσεις για την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας είναι θετικές και για το 2022, ωστόσο οι τρέχουσες εξελίξεις που επικρατούν σε διεθνές επίπεδο, εκτιμάται ότι θα αποδυναμώσουν τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά 1-1,5 ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις. Ο παρατεταμένος πόλεμος στην Ουκρανία, οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, δημιουργούν εκ νέου πολυδιάστατα προβλήματα στην αγορά, δημιουργώντας έντονο προβληματισμό και ανησυχία στον επιχειρηματικό κόσμο.
Εν αναμονή των εξελίξεων και πέρα από την θετική πορεία που κατέγραψε ο εταιρικός τομέας το 2021, η έκταση της οποίας θα διαπιστωθεί με την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των ισολογισμών για το συγκεκριμένο έτος, ενδιαφέρον έχει να αποτυπωθούν οι τάσεις που χαρακτήρισαν τους διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας τα προηγούμενα έτη, όπως αυτές προκύπτουν από τα οικονομικά δεδομένα και αποτελέσματα των ελληνικών εταιρειών.
Σαφώς, οι συνθήκες πανδημίας και τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπισή της, επηρέασαν αρνητικά το σύνολο του ελληνικού εταιρικού τομέα. Ωστόσο, διαφορετικές ήταν οι επιπτώσεις για τους επιμέρους επιχειρηματικούς τομείς. Υπάρχουν κλάδοι που κατέγραψαν σημαντικές απώλειες, αλλά και κλάδοι οι οποίοι επέδειξαν ανθεκτικότητα ή επηρεάστηκαν σε πολύ χαμηλό βαθμό. Σε γενικές γραμμές διαπιστώνεται ότι, παρά τη μείωση των πωλήσεων οι εταιρείες κατάφεραν να περιορίσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να διαχειριστούν καλύτερα τα κόστη τους, με αποτέλεσμα να διατηρήσουν ή να αυξήσουν, έστω και οριακά, τα περιθώρια κερδοφορίας. Επιπλέον, βελτιώθηκαν και οι μέσοι δείκτες αποδοτικότητας ιδίων και απασχολουμένων κεφαλαίων των συγκεκριμένων κλάδων.“