Τροπολογία για την τιμολόγηση της διαφήμισης στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τη διευκρίνιση ζητημάτων σχετικών με τη λειτουργία του Ηλεκτρονικού Συστήματος Διάθεσης Τηλεοπτικού Διαφημιστικού Χρόνου κατέθεσε το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης.
Σύμφωνα με πηγές του υπ. ΨΗΠΤΕ, η συγκεκριμένη τροπολογία στοχεύει στη διασφάλιση της διαφάνειας και της νομιμότητας σε θέματα τιμολόγησης των διαφημίσεων στα Μέσα, καθώς και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς.
Συγκεκριμένα, βάσει των προβλέψεων της τροπολογίας:
– Όλες οι παράμετροι μιας συναλλαγής-διαφημιστικής ενέργειας είναι γνωστές σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (ΜΜΕ, διαφημιζόμενο, διαφημιστή).
– Για την εξόφληση του Μέσου, εφόσον μεσολαβεί διαφημιστική, υπεύθυνος είναι τόσο ο διαφημιζόμενος όσο και ο διαφημιστής.
Σε περίπτωση που ο διαφημιζόμενος έχει ήδη καταβάλει στον διαφημιστή την αξία της συναλλαγής με το Μέσο, απαλλάσσεται της ευθύνης.
– Τυχόν εκπτώσεις κύκλου εργασιών (τζίρου) παρέχονται μόνο αν έχει προηγηθεί έγγραφη σύμβαση μεταξύ Μέσου και διαφημιζόμενου και, αν μεσολαβεί διαφημιστής, και του διαφημιστή.
– Το τιμολόγιο εκδίδεται στο όνομα του διαφημιζόμενου. Αν μεσολαβεί διαφημιστής, το τιμολόγιο εκδίδεται στο όνομά του και αντίγραφο αποστέλλεται στον διαφημιζόμενο.
– Οι διαφημιστικές δαπάνες των διαφημιζομένων εκπίπτουν ως επιχειρηματικές δαπάνες μόνο αν γίνονται βάσει των προαναφερθεισών προβλέψεων.
– Οι επιστροφές μειώνονται από 9,9%, όπως προβλεπόταν στον «νόμο Βενιζέλου», σε 4%. Δεν επιτρέπεται να δίνονται σε είδος (διαφημιστικός χρόνος ή χώρος).
– Η δημιουργία του Ηλεκτρονικού Συστήματος Διάθεσης Τηλεοπτικού Διαφημιστικού Χρόνου προχωρά με φορείς υλοποίησης τους ΕΙΤΗΣΕΕ-ΣΔΕ-ΕΕΔΕ.
– Στο ηλεκτρονικό σύστημα συμμετέχουν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας, ενώ μπορούν να συμμετέχουν περιφερειακοί σταθμοί, συνδρομητικοί σταθμοί και η ΕΡΤ.
– Ως ημερομηνία έναρξης των καταχωρήσεων ορίζεται η 1η Ιανουαρίου 2019 (αντί για την 1η Σεπτεμβρίου 2018, που είχε οριστεί αρχικά).
– Τέλος, επέρχονται λοιπές διαδικαστικές αλλαγές, όπως ότι το ανώτατο όριο των προστίμων καθορίζεται σε 100.000 ευρώ.
Κατόπιν των παραπάνω, γίνεται ξεκάθαρο πως αντικαθίστανται πλήρως οι -ουδέποτε εφαρμοσθείσες- διατάξεις του «νόμου Σταμάτη» περί απευθείας τιμολόγησης.