Σημαντικές αλλαγές για τη συνταξιοδότηση αλλά και την ασφάλιση στον ΕΦΚΑ προβλέπει για τους αγρότες ο πρόσφατος νόμος που ψηφίστηκε την περασμένη Τετάρτη από τη Βουλή.

Οι διατάξεις καθιστούν ευκολότερη και απλούστερη την ασφάλιση, ενώ προβλέπουν την έκδοση της σύνταξης βάσει της ημερομηνίας των γενεθλίων των αγροτών, όπως ισχύει για όλους τους υπόλοιπους ασφαλισμένους. Αυτό βέβαια δεν αντισταθμίζει τις ανατροπές που έρχονται τα επόμενα χρόνια, τόσο από την αύξηση των εισφορών, όσο και από την εφαρμογή του νέου μειωμένου αφορολόγητου ορίου.

Η διπλή παρέμβαση του νέου νόμου αφορά χιλιάδες αγρότες ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ. Προβλέπει αφενός ότι το 2019 οι αγρότες θα βγαίνουν πλέον στην σύνταξη με βάση την ημερομηνία των γενεθλίων τους, δηλαδή τον μήνα κατά τον οποίο κλείνουν τα 67. Η σύνταξή τους θα αρχίζει –όπως και για όλους τους υπόλοιπους ασφαλισμένους– από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα. Τροποποιείται ταυτόχρονα ο υπολογισμός της σύνταξης από έτη σε μήνες. Αφετέρου, καθίσταται ευκολότερη και απλούστερη η εγγραφή στο μητρώο ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ με την έναρξη εργασιών στη ΔΟΥ ή με απογραφικό δελτίο.

Αναλυτικά, ακόμη και το 2018, οι αγρότες και κτηνοτρόφοι κατέθεσαν αίτηση συνταξιοδότησης με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά στην αρχή του έτους, εφόσον ήταν γεννημένοι το 1951 και κατά συνέπεια εντός του τρέχοντος έτους συμπληρώνουν τα 67 έτη, ανεξάρτητα από τον μήνα των γενεθλίων τους. Οσο για τις νέες αγροτικές συντάξεις, αυτές πληρώθηκαν πρώτη φορά τον Ιούλιο και χορηγούνται αναδρομικά από 1ης Ιανουαρίου. Παράλληλα, οι αγρότες πλήρωσαν εισφορές μέχρι και 31/12/2017, το τέλος δηλαδή της χρονιάς κατά την οποία γίνονταν 66 ετών.

Από 1/1/2019 και εξής, οι αγρότες θα μπορούν να συνταξιοδοτούνται και να πληρώνονται οποιονδήποτε μήνα του χρόνου κλείνουν τα 67, ενώ θα καταβάλλουν εισφορές μέχρι και τη διακοπή της ασφαλιστέας ιδιότητας.

Ταυτόχρονα, ρυθμίζεται ένα πρόβλημα που ταλαιπωρούσε σημαντικό αριθμό ασφαλισμένων αγροτών, κυρίως λόγω της μεγάλης καθυστέρησης για την υπαγωγή στην ασφάλιση του τέως ΟΓΑ. Και αυτό, γιατί λόγω της πολύπλοκης διαδικασίας ελέγχου των δικαιολογητικών, οι ασφαλισμένοι έμεναν ανασφάλιστοι αρκετό καιρό, στερούμενοι κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων. Οταν, δε, κρίνονταν υπακτέοι στην ασφάλιση του οργανισμού, βρίσκονταν μπροστά στο οξύμωρο να ξεκινούν την ασφάλισή τους με οφειλές, λόγω της αναδρομικής απογραφής τους.

Πλέον θα μπορούν να υπάγονται στην ασφάλιση από την πρώτη ημέρα του μήνα έναρξης άσκησης της ασφαλιστέας δραστηριότητας, αν απαιτείται έναρξη εργασιών στην αρμόδια ΔΟΥ. Διαφορετικά, η ασφάλιση θα ξεκινάει την πρώτη ημέρα του μήνα υποβολής στον ΕΦΚΑ του απογραφικού δελτίου, με την επιφύλαξη της εκ των υστέρων ολοκλήρωσης του ελέγχου. Μάλιστα, η διάταξη προβλέπει ότι με τον τρόπο αυτό θα επιλυθεί και η καθυστέρηση των ήδη εκκρεμών αιτήσεων.

Βέβαια, από το 2019 οι αγρότες θα βρεθούν μπροστά σε νέες αυξήσεις εισφορών, ενώ το 2020 λόγω της μείωσης του αφορολογήτου θα κληθούν να πληρώσουν και υψηλότερους φόρους.

Από του χρόνου, καταργείται η «έκπτωση» 15% για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών, που ισχύει το 2018, κι έτσι οι εισφορές θα υπολογίζονται στο άθροισμα του καθαρού δηλωτέου εισοδήματος συν τις καταβλητέες εισφορές του προηγούμενου έτους. Παράλληλα, από τον Ιανουάριο του 2019 οι εισφορές κύριας ασφάλισης των αγροτών θα διαμορφωθούν στο 18% (από 16% που είναι σήμερα). Αντίστοιχα θα αυξηθούν και τα επόμενα χρόνια, ώστε το 2022 να φθάσουν το 20% που ισχύει για όλους τους υπόλοιπους (19% το 2020, 19,5% το 2021 και 20% το 2022). Να σημειωθεί ότι ως καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές θεωρούνται οι εισφορές που είχε υποχρέωση να καταβάλλει ο ασφαλισμένος αγρότης κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, όπως προκύπτουν μετά τη διενέργεια της ετήσιας εκκαθάρισης, ανεξάρτητα εάν αυτές τελικά καταβλήθηκαν ή όχι από τον ασφαλισμένο.

Καθημερινή