Φώτης Στεφανής
Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε «έξω από το κουτί», να αλλάξουμε πρώτα την νοοτροπία μας, να δούμε το δάσος με διαφορετική οπτική, ώστε να το κρατήσουμε «ζωντανό». Διότι, αν το βλέπουμε σαν μια γυάλινη σφαίρα, όλο και περισσότερο θα «πέφτει από τα χέρια μας» και θα γίνεται κομμάτια
Αναμφίβολα, οι φετινές πυρκαγιές υπήρξαν οι πιο καταστροφικές των τελευταίων ετών. Κατά την φετινή καλοκαιρινή περίοδο κάηκαν περισσότερα από 1.500.000 στρέμματα, η πλειονότητα των οποίων αποτελεί δασικές εκτάσεις που συνιστούν το 1,09% της συνολικής ηπειρωτικής έκτασης της χώρας, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος των κατεστραμμένων εκτάσεων από πυρκαγιές για την χρονική περίοδο 2006-2022 ήταν αισθητά μικρότερος, ανερχόμενος στο 0,33% της συνολικής έκτασης της χώρας.
Πολλοί θα αναρωτηθούν «τις πταίει» και φτάσαμε σε αυτό το σημείο, δηλαδή να έχει καεί σχεδόν ολόκληρη η περιφερειακή ενότητα Έβρου (περίπου 723.440 στρέμματα) και να έχουμε υποστεί μία τεράστια οικολογική ζημιά, καθώς έχουν ήδη καταστραφεί σημαντικά οικοσυστήματα, όπως το δάσος της Δαδιάς και το Δέλτα του Έβρου. Παράλληλα, τα σύνορα της πατρίδας μας ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα, αφού εκ των πραγμάτων αποκαλύφθηκαν σημαντικές αμυντικές θέσεις. Την ίδια στιγμή καταστρέφεται η αγροτική παραγωγή και το ζωϊκό κεφάλαιο για χιλιάδες αγρότες και κτηνοτρόφους, με συνέπεια ένας ολόκληρος νομός να απειλείται με οικονομικό αφανισμό, που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των κυμάτων οικονομικής μετανάστευσης σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα ή ακόμη χειρότερα στο εξωτερικό.
Η φετινή καταστροφή των 1.500.000 στρεμμάτων γης, βάσει της με αριθμό 176005/3875π.ε./23-01-2013 απόφασης του ΥΠ.ΕΝ. για περίοδο αποκατάστασης 30-50 ετών και δασικό επιτόκιο 3,5%, ανέρχεται σε περίπου 2,7 δις ευρώ (1.500.000 στρέμματα Χ 1.848,00€/στρέμμα ), αποτελεί δηλαδή περίπου το 1,45% του ελληνικού Α.Ε.Π. (στοιχεία 2021)!!!. Βεβαίως στο ποσό αυτό δεν περιλαμβάνεται και η δευτερογενής ζημιά που είναι η απώλεια εισοδημάτων από το δάσος κοκ που είναι και αύτη εξίσου σημαντική.
Εκτίμησή μου είναι ότι δεν φταίει αποκλειστικά και μόνο η κακή οργάνωση της Ελληνικής Πολιτείας ως προς την καταστολή των πυρκαγιών. Εάν κοιτάξουμε τα στατιστικά και τους αριθμούς θα προσέξουμε ότι στην πατρίδα μας αντιστοιχεί 1 πυροσβέστης ανά 453 κατοίκους, ενώ επίσης έχουμε τα περισσότερα πυροσβεστικά εναέρια μέσα και οχήματα στην Ευρώπη. Ενδεικτικά η Γαλλία και η Ελλάδα έχουν τον ίδιο αριθμό πυροσβεστικών οχημάτων, ενώ όσον αφορά τα εναέρια μέσα η Γαλλία διαθέτει 64, ενώ η Ελλάδα 92. Διαπιστώνει κανείς, λοιπόν, ότι δεν υστερούμε ιδιαίτερα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη σε υποδομές και μέσα κατάσβεσης. Αυτό στο οποίο υστερούμε δραματικά είναι η νοοτροπία και η κουλτούρα της πρόληψης και της αντιπυρικής προστασίας.
Ειδικότερα, οι άλλες χώρες προετοιμάζονται για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών δώδεκα μήνες νωρίτερα, ενώ εμείς παίρνουμε τις απαιτούμενες πρωτοβουλίες μόνο δύο μήνες πριν την έναρξη της θερινής περιόδου. Επίσης, εμείς θεωρούμε ότι το δάσος πρέπει να είναι άβατο και ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν υποδομές εντός των δασών, όπως είναι οι δρόμοι, τη στιγμή που στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη και εντός δασικών εκτάσεων ιδιαίτερου κάλλους, επιτρέπεται η διάνοιξη δρόμων ακόμα και από εθελοντικούς συλλόγους, με απώτερο σκοπό την προστασία των δασών. Όλες αυτές οι εκτάσεις που έχουν καεί θα κηρυχθούν αναδασωτέες, διότι έτσι επιτάσσουν οι διατάξεις του Συντάγματος. Δυνάμει, όμως, της οικείας δασικής νομοθεσίας, επιτρέπεται μία σειρά παρεμβάσεων ακόμη και σε αναδασωτέες εκτάσεις, οι οποίες πολύ συνοπτικά είναι οι παρακάτω:
-Η εγκατάσταση δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.),
-Η διάνοιξη εθνικών, επαρχιακών, δημοτικών οδών και σιδηροδρομικών γραμμών,
-Η εκτέλεση μεγάλων έργων υποδομής,
-Η κατασκευή ηλεκτρικών δικτύων ή εγκαταστάσεων έργων ύδρευσης και αποχέτευσης,
-Η εγκατάσταση κεραιών,
-Η εκτέλεση έργων πολιτιστικού χαρακτήρα,
-Η εκτέλεση Στρατιωτικών έργων.
Κατά πρώτον, γίνεται αντιληπτό ότι ποτέ μα ποτέ δεν καίγονται τα δάση προκειμένου να γίνουν λατομεία ή μεταλλεία, άλλωστε δεν το επιτρέπει ο νόμος σε μια αναδασωτέα έκταση να ξεκινήσει οικονομική δραστηριότητα αυτού του είδους. Μάλιστα για να γίνει ένα Λατομείο σε αναδασωτέα έκταση , θα πρέπει αυτή να αποχαρακτηριστεί από αναδασωτέα , γεγονός που απαιτεί είκοσι και πλέον έτη και μέχρι να αδειοδοτηθεί ένα λατομείο θα παρέλθουν και άλλα 8-10 έτη δηλαδή σύνολο άνω των 30 ετών από τον καιρό που ξέσπασε η πυρκαγιά. Αντιθέτως, στις καμένες αναδασωτέες εκτάσεις, βλέπουμε συχνά να εγκαθίστανται διάφορες άλλες οικονομικές δραστηριότητες, με κυρίαρχες τα τελευταία χρόνια τις Α.Π.Ε.
Τον τελευταίο, μάλιστα, καιρό ακούσαμε ακόμη και για χρήση drones, τα οποία θα πετούν και θα εντοπίζουν ταχέως τις εκτάσεις που καίγονται . Είναι κοινά αποδεκτό ότι μια πυρκαγιά μπορεί να αντιμετωπιστεί πολύ αποτελεσματικά στα πρώτα τριάντα λεπτά, όμως για να αντιμετωπιστεί πρέπει να υπάρχει πρόσβαση στα επίγεια μέσα κατάσβεσης, διότι συχνά τα εναέρια μέσα είτε δεν είναι διαθέσιμα είτε προσέρχονται την επόμενη μέρα της πυρκαγιάς. Σε κάθε περίπτωση, όμως, εάν οι πυρκαγιές εκδηλωθούν ή συνεχιστούν σε βραδινές ώρες, θα είναι αδύνατο ούτως ή άλλως να πετάξουν τα ενάερια μέσα, οπότε και πάλι θα ζήσουμε φαινόμενα τύπου «Έβρου».
Το δάσος, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι άβατο, αλλά πρέπει να προστατεύεται. Θα πρέπει, λοιπόν, να δημιουργηθούν τέτοιες υποδομές που να μπορούν να συνεισφέρουν στην ουσιαστική αντιμετώπιση των πυρκαγιών και όχι μόνο σε θεωρητική βάση. Σε καμία περίπτωση στην οποία υπήρξε άμεση πρόσβαση, όπως π.χ. σε δρόμους κοντά σε λατομεία ή κοντά σε σημαντικά έργα υποδομής, η σημειωθείσα πυρκαγιά δεν προκάλεσε τόσο μεγάλη ζημιά, όσο σε μέρη στα οποία δεν υπήρχε καμία πρόσβαση ή οι υπάρχοντες δρόμοι ήταν ασυντήρητοι. Σημειωτέον, ότι τις πρώτες κρίσιμες ώρες της πυρκαγιάς στον Έβρο, παρά τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι εκτάσεις γύρω από λατομεία προστατεύτηκαν, ακριβώς διότι εκεί υπήρξε ευχερής πρόσβαση στα χερσαία πυροσβεστικά μέσα.
Πριν από κάποια χρόνια βρέθηκα στο εξωτερικό για την φόρτωση ενός μεγάλου μηχανήματος και την ώρα που αντιληφθήκαμε ότι ο υφιστάμενος δρόμος δεν είναι επαρκής σε πλάτος, έσπευσε στο σημείο ο κατά τόπον αρμόδιος Δασάρχης και μας ενημέρωσε ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε έναν άλλο δρόμο, ο οποίος διέρχεται μέσα από ένα λατομείο και από ένα δάσος ιδιαίτερου κάλλους με σκηνές και με μία οργανωμένη δομή που φάνταζε σαν «ινδιάνικη πολιτεία». Τότε ακριβώς αντιλήφθηκα για πρώτη φορά, όταν ο ίδιος ο Δασάρχης στην Γερμανία μου είπε ότι «εμείς παραχωρούμε δασικές εκτάσεις και επιτρέπουμε την διάνοιξη δρόμων με απώτερο σκοπό την προστασία των δασών, διότι κάποιος που εισέρχεται καθημερινά στο δάσος είναι ο καλύτερος συνεργάτης μας για την προστασία του».
Αλήθεια, γιατί δεν κάνουμε κι εμείς στην Ελλάδα κάτι αντίστοιχο και γιατί επιπλέον δεν δίνουμε κίνητρα με κάποια μορφή επιδότησης σε ιδιώτες να διανοίξουν δρόμους μέσα σε δάση και να εγκαταστήσουν εκεί τις επιχειρήσεις τους, ούτως ώστε να δρουν και αυτές ως ένας προστατευτικός μηχανισμός για τα δάση μας; Αυτό θα μπορούσε να προβλεφθεί με πολύ αυστηρούς όρους και καινοτόμες πρακτικές, όπως π.χ. να συμφωνήσουμε ότι ποσοστό έως 2% συγκεκριμένων δασικών εκτάσεων θα εκχερσωθεί και θα αποτελέσει μέρος ενός ιδιαίτερου ολοκληρωμένου σχεδίου δασοπροστασίας, με σκοπό την αμεσότερη, αποτελεσματικότερη και συντομότερη κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών.
Οι δρόμοι πρόσβασης είναι το πιο κρίσιμο μέγεθος για την κατάσβεση μιας πυρκαγιάς, όπως επίσης και οι αντιπυρικές ζώνες. Όλες οι λατομικές και μεταλλευτικές επιχειρήσεις προσκομίζουμε τραπεζικές εγγυητικές για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Θα μπορούσαμε κάλλιστα, αντί αυτού, να εκτελούμε προστατευτικά έργα, δεδομένου ότι αφενός μεν διαθέτουμε την απαραίτητη τεχνογνωσία και αφετέρου έχουμε στην διάθεσή μας και τα κατάλληλα μηχανήματα ώστε να προβούμε στη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών και δρόμων πρόσβασης, αντί να αναγκαζόμαστε να καταβάλουμε τραπεζικές προμήθειες, οι οποίες δεν αφήνουν και κανένα απολύτως περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Επιπλέον, όλοι οι δρόμοι πρόσβασης σε λατομεία δεν θα πρέπει για κανέναν απολύτως λόγο να δασώνονται, αλλά απεναντίας θα πρέπει μετά το πέρας της σχετικής εκμετάλλευσης να διατηρούνται ανοιχτοί, διότι είναι απολύτως χρήσιμοι για την κατάσβεση της πυρκαγιάς. Βεβαίως, προς τον σκοπό αυτό απαιτείται η τροποποίηση της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του δασικού νόμου 998/79 και, σε κάθε περίπτωση, η εξάλειψη της επικρατούσας λογικής ότι οι δασικοί δρόμοι είναι μόνον αυτοί στους οποίους διακινούνται δασικά είδη.
Συμπερασματικά, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε «έξω από το κουτί», να αλλάξουμε πρώτα την νοοτροπία μας, να δούμε το δάσος με διαφορετική οπτική, ώστε να το κρατήσουμε «ζωντανό». Διότι, αν το βλέπουμε σαν μια γυάλινη σφαίρα, όλο και περισσότερο θα «πέφτει από τα χέρια μας» και θα γίνεται κομμάτια……
Ο κ. Φώτης Στεφανής είναι Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων