Τη θέση του ότι δεν φαίνεται τάση ανάτασης στην οικονομία της Θεσσαλονίκης, με την αγορά να κινείται σε δύο ταχύτητες και να βγαίνουν περισσότερο κερδισμένοι αυτοί που έχουν εξαγωγικό προσανατολισμό, διατύπωσε ο Α΄ αντιπρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), Μανώλης Βλαχογιάννης, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα έρευνας που παρουσιάστηκε σήμερα και αφορά σε αποτίμηση του 2018.
Την έρευνα πραγματοποίησε για λογαριασμό του ΕΒΕΘ, η “Palmos Analysis”, έγινε σε δείγμα 160 επιχειρήσεων, στο χρονικό διάστημα από τις 22/1-8/2 2019, με τη χρήση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου μέσω του συστήματος PrimoQ, ενώ την παρουσίασε ο γενικός διευθυντής της εταιρείας ερευνών, Πασχάλης Τεμεκενίδης.
Μετά την παρουσίαση της έρευνας ο κ. Βλαχογιάννης επισήμανε μεταξύ άλλων ότι στην αγορά της Θεσσαλονίκης γίνονται ανακατατάξεις που δείχνουν να ανοίγει η ψαλίδα μεταξύ των επιχειρήσεων μελών του ΕΒΕΘ που βρίσκονται σε ανοδική πορεία έναντι αυτών που κινούνται πτωτικά και τόνισε ότι από την έρευνα προκύπτει ξεκάθαρα η πόλωση. Πρόσθεσε, ότι χαρακτηριστικό στοιχείο της έρευνας είναι η δυσκολία των επιχειρηματιών – μελών του ΕΒΕΘ να αντιμετωπίσουν τα φορολογικά και ασφαλιστικά τους βάρη, γεγονός που «δείχνει το μεγάλο βάρος που σηκώνουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα».
Η έρευνα σε αριθμούς
Σύμφωνα με την έρευνα του ΕΒΕΘ, το 36% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι το 2018 ο κύκλος εργασιών του μειώθηκε, από 32,5% το 2017 και το 28% ότι αυξήθηκε, έναντι του 29,52%, αντίστοιχα. Αναφορικά με την απασχόληση, ποσοστό 58% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα, δήλωσαν ότι κράτησαν σταθερές πέρυσι τις θέσεις εργασίας τους, το 22% τις αύξησε και μόλις το 18% πραγματοποίησε συρρίκνωση του προσωπικού του.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα των επιχειρήσεων είναι η αντιμετώπιση των φορολογικών υποχρεώσεων και κατά σειρά σπουδαιότητας αναδείχθηκαν: ρευστότητα, μείωση του κύκλου εργασιών, επισφάλειες από πελάτες και αδυναμία πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό.
Μοιρασμένες είναι οι τοποθετήσεις των επιχειρήσεων αναφορικά με το εάν το 2018 ήταν καλύτερο, χειρότερο, ή το ίδιο, με κριτήριο τις εξαγωγές τους. Στο πλαίσιο αυτό, καλύτερο από το 2017 ανέφερει το 34% των επιχειρήσεων, περίπου ίδιο το 31% και χειρότερο το 28%.
“Ψύχραιμες” θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι απόψεις των εκπροσώπων των επιχειρήσεων για το 2019, με το 34% των επιχειρήσεων να δηλώνει ότι “βλέπει” καλυτέρευση το 2019, σε σχέση με το 2018, ποσοστό μικρότερο ωστόσο έναντι του 2017, όταν το αντίστοιχο νούμερο έφτανε στο 36,14%.
Ισορροπημένες καταγράφηκαν οι απαντήσεις των επιχειρήσεων για τις σχέσεις τους με τις τράπεζες. Στο ερώτημα εάν ως επιχείρηση είναι ικανοποιημένη από την αντιμετώπιση της από τις τράπεζες το τελευταίο τρίμηνο, το 45% αναφέρει όχι/μάλλον όχι, το 46% ναι/μάλλον ναι και το 9% δεν ξέρω/δεν απαντώ.
«Είναι η πρώτη φορά φέτος, ύστερα από τον Απρίλιο του 2009, που ο αριθμός όσων απάντησαν ότι είναι ικανοποιημένες από την αντιμετώπιση των τραπεζών, είναι ίδιος με όσες δήλωσαν ότι δεν είναι», επισήμανε χαρακτηριστικά ο γενικός διευθυντής της εταιρείας ερευνών.
Την ίδια στιγμή, για το επόμενο τρίμηνο οι επιχειρήσεις, σε ποσοστό 34%, δήλωσαν ότι οι πωλήσεις τους θα παραμείνουν αμετάβλητες, το 32% ότι θα αυξηθούν και το 29% ότι θα μειωθούν. Όσον αφορά στο ζήτημα της απασχόλησης στις επιχειρήσεις της έρευνας, το επόμενο τρίμηνο το 66% εκτίμησε ότι θα παραμείνει αμετάβλητη, το 16% πως θα αυξηθεί και το 14% ότι θα μειωθεί.
Για την ρευστότητα το επόμενο τρίμηνο, το 43% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι θα είναι αμετάβλητη, το 38% ότι θα μειωθεί και το 17% πως θα αυξηθεί. Για την ικανοποίηση των δανειακών αναγκών της επιχείρησης τους, το 28% των ερωτώμενων περιμένει δυσμενέστερους όρους το επόμενο τρίμηνο, το 40% τους ίδιους όρους, το 26% δεν ξέρει/δεν απαντά και μόλις το 6% ευνοϊκότερους όρους.