Πτωτικά κινήθηκε τον Ιανουάριο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, οπ οποίος διαμορφώθηκε στις 99,6 (από 101,6) μονάδες. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, στη Βιομηχανία, τις Κατασκευές και στο Λιανικό Εμπόριο καταγράφεται βελτίωση του κλίματος, με το τελευταίο μάλιστα να κινείται σε υψηλά 10ετίας. Από την άλλη πλευρά όμως, η μεγάλη επιδείνωση του κλίματος που καταγράφεται στις Υπηρεσίες, με τον αντίστοιχο δείκτη να καταγράφει τη χειρότερη επίδοσή του από τον Ιούλιο του 2015, αντισταθμίζει την άνοδο στους υπόλοιπους τομείς, όπως και στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία βελτιώνεται για έναν ακόμη μήνα, αν και οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ.
Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, στην τρέχουσα συγκυρία το οικονομικό κλίμα συνδιαμορφώνεται από διαφορετικούς παράγοντες. Την αναζήτηση κατεύθυνσης στους πρώτους μήνες εκτός των προγραμμάτων, τη διαμόρφωση νέων όρων χρηματοδότησης της οικονομίας, την προεκλογική δυναμική και τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον. Το ΙΟΒΕ παρατηρεί ότι, όπως άλλωστε και σε προηγούμενες περιόδους προεκλογικά, υπάρχει το τελευταίο διάστημα βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και πως αυτή οδηγεί και σε βελτίωση των προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο. Οι αποφάσεις και εξαγγελίες, ιδίως όσες αφορούν σε δημοσιονομικά μέτρα, π.χ. σε φοροελαφρύνσεις, παροχή επιδομάτων, αλλά και αυτές για προσλήψεις μεταβάλλουν τις προσδοκίες των οικονομικών μονάδων. Στην πλευρά τον προσδοκιών των επιχειρήσεων ευρύτερα, όμως, η εικόνα είναι μικτή τους τελευταίους μήνες. Σε άλλους κλάδους και επιχειρήσεις καταγράφεται βελτίωση των προσδοκιών και σε άλλους επιδείνωση, ανάλογα με το αν απευθύνονται κυρίως στην εσωτερική ζήτηση ή στο εξωτερικό. Άλλωστε, για τις εξωστρεφείς οικονομικές μονάδες, είναι πολύ σημαντικές οι εκτιμήσεις για βελτίωση ή επιδείνωση του κλίματος διεθνώς και ιδίως για την εξέλιξη της ζήτησης για προϊόντα και υπηρεσίες από το εξωτερικό.
Αναλυτικότερα:
* Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία ενισχύεται ελαφρώς τον Ιανουάριο, μετά από ένα τετράμηνο υποχώρησης, στις 97,6 (από 96,4) μονάδες, επίδοση χαμηλότερη και εκείνης πριν ένα χρόνο (103,9 μον.). Από τις βασικές μεταβλητές του δείκτη, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση επιδεινώθηκε οριακά, ενώ το ισοζύγιο στις προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες βελτιώθηκε, με το δείκτη στις εκτιμήσεις για τα αποθέματα να παραμένει αμετάβλητος.
* Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Κατασκευές ενισχύθηκε τον Ιανουάριο, στις 60,2 (από 48,6) μονάδες, στο ίδιο επίπεδο με το αντίστοιχο περυσινό (60,5 μονάδες). Στους επιμέρους κλάδους, η τάση είναι ανοδική περισσότερο στις Ιδιωτικές Κατασκευές και λιγότερο στα Δημόσια Έργα. Από τις βασικές μεταβλητές του δείκτη, οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων βελτιώνονται, ενώ ανοδικά κινήθηκαν και οι προβλέψεις για την απασχόληση.
* Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο ενισχύθηκε και τον Ιανουάριο, κινούμενος στις 118,3 (από 112,2) μονάδες, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2008. Από τις κύριες μεταβλητές του δείκτη, οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται αισθητά, αν και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους εξασθενούν, ενώ ο δείκτης αποθεμάτων καταγράφει αποκλιμάκωση.
* Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Υπηρεσίες κινείται πτωτικά και τον Ιανουάριο για τέταρτο μήνα, στις 80,8 (από 89,7) μονάδες, στη χειρότερη επίδοσή του από τον Ιούλιο του 2015. Από τις επιμέρους μεταβλητές του δείκτη, οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων αποδυναμώνονται περαιτέρω, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση, αλλά και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της.
* Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύεται και τον Ιανουάριο, για έβδομο κατά σειρά μήνα, και διαμορφώνεται στις -28,3 (από -31) μονάδες, επίπεδο που είναι το μέγιστό του από τον Νοέμβριο του 2009. Η άνοδος αυτή εκπορεύεται από τη βελτίωση των εκτιμήσεων των νοικοκυριών για την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, αλλά και από τις καλύτερες προβλέψεις τους για τη μελλοντική εξέλιξή της, καθώς και από την ενίσχυση των προβλέψεων για μείζονες αγορές. Οι συγκεκριμένες τάσεις, πέρα από την πρόσφατη καταβολή του κοινωνικού μερίσματος και των αναδρομικών σε ειδικά μισθολόγια, καθώς και τη μη εφαρμογή της προγραμματισμένης περικοπής των συντάξεων, θεωρείται ότι οφείλονται στη σταδιακή είσοδο σε προεκλογική περίοδο. Η τελευταία επίδραση θα συνεχιστεί τους προσεχείς μήνες.
Παρά τη νέα ενίσχυση, οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ. Ωστόσο πλέον δεν απέχουν σημαντικά από τα επόμενα πιο απαισιόδοξα νοικοκυριά, δηλαδή εκείνα της Βουλγαρίας (-26 από -24,5 μον. ο δείκτης). Την πεντάδα συμπληρώνουν η Ρουμανία (-14,8 από -13,1), η Γαλλία (-13,8 από -17,5) και το Ην. Βασίλειο (-11,3 από -10,4). Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -7,8 (από -7,6) μονάδες στην ΕΕ και στις -7,9 (από -8,3) μονάδες στην Ευρωζώνη. Ανοδική τάση σημειώθηκε τον Ιανουάριο σε 6 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 7 χώρες: η Τσεχία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Φινλανδία.
Στο μεταξύ, ο δείκτης οικονομικού κλίματος επιδεινώνεται και τον Ιανουάριο, τόσο στην ΕΕ (κατά 1,4 μον., στις 106,1 μον.), όσο και την Ευρωζώνη (κατά 1,4 μον., στις 106,2) μονάδες. Πιο συγκεκριμένα, η πτώση του δείκτη στην Ευρωζώνη εκπορεύεται από την επιδείνωση του κλίματος στη Βιομηχανία (-1,8), τις Υπηρεσίες (-1,2) και το Λιανικό εμπόριο (-1,8). Αντίθετα, οι σχετικοί δείκτες ανέκαμψαν στις Κατασκευές (+0,9), αλλά και οριακά στην καταναλωτική εμπιστοσύνη (+0,4). Στις πέντε μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, ο δείκτης βελτιώθηκε στην Γαλλία (+0,5) και επιδεινώθηκε στην Ιταλία (-1,3), την Γερμανία (-0,8), την Γαλλία (-2,0) και την Ολλανδία (-4,1), παραμένοντας αμετάβλητος στην Ισπανία (+0,1).
Στην ΕΕ, η χειροτέρευση των προσδοκιών προκύπτει κυρίως ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης του δείκτη στην Πολωνία (-3,6), η οποία συνεπικουρείται από την επιδείνωση του κλίματος και στο Ην Βασίλειο (-1,7). Σε τομεακό επίπεδο δεικτών, καταγράφεται επιδείνωση του κλίματος σε όλους τους τομείς, όπως και στην Ευρωζώνη, αλλά σε μικρότερο βαθμό στις Υπηρεσίες και το Λιανικό εμπόριο