Ένα σημαντικό ποσοστό χρηστών (66%) βασίζεται στα αποτελέσματα της τεχνητής νοημοσύνης χωρίς να αξιολογεί την ακρίβειά τους, ενώ το 56% δηλώνει ότι έχει υποπέσει σε σφάλματα στην εργασία του εξαιτίας της
Σύμφωνα με πρόσφατη παγκόσμια μελέτη, περισσότεροι από τους μισούς πολίτες παγκοσμίως δηλώνουν απρόθυμοι να εμπιστευθούν την τεχνητή νοημοσύνη, γεγονός που καταδεικνύει τη βαθιά ένταση ανάμεσα στα προφανή οφέλη και τους αντιλαμβανόμενους κινδύνους της τεχνολογίας.
Η μελέτη “Trust, Attitudes and Use of Artificial Intelligence: A Global Study 2025“, υπό την επιστημονική καθοδήγηση της Καθηγήτριας Nicole Gillespie, Chair of Trust στο Melbourne Business School του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης, και του Dr Steve Lockey, Research Fellow στο ίδιο ίδρυμα, πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την KPMG και αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη παγκόσμια έρευνα για την εμπιστοσύνη, τη χρήση και τις στάσεις του κοινού απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη.
Η μελέτη βασίστηκε σε στοιχεία που συλλέχθηκαν από περισσότερους από 48.000 συμμετέχοντες σε 47 χώρες, από τον Νοέμβριο 2024 έως τον Ιανουάριο 2025.
Παρά το γεγονός ότι το 66% των πολιτών δηλώνει ότι χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη με κάποια συχνότητα, λιγότεροι από τους μισούς παγκοσμίως (46%) εμφανίζονται διατεθειμένοι να την εμπιστευτούν.
Σε σύγκριση με την προηγούμενη μελέτη που διεξήχθη σε 17 χώρες πριν από την κυκλοφορία του ChatGPT το 2022, παρατηρείται μείωση στα επίπεδα εμπιστοσύνης και αύξηση της ανησυχίας του κοινού, καθώς η υιοθέτηση της τεχνολογίας έχει ενταθεί.
«Η εμπιστοσύνη του κοινού στις τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και η ασφαλής και υπεύθυνη χρήση τους, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τη διαρκή αποδοχή και ενσωμάτωσή τους», σημειώνει η Καθηγήτρια Gillespie.
«Δεδομένων των επιπτώσεων της τεχνητής νοημοσύνης στην κοινωνία, την εργασία, την εκπαίδευση και την οικονομία, η ενσωμάτωση της φωνής του πολίτη στον δημόσιο διάλογο είναι πλέον πιο αναγκαία από ποτέ».
Η τεχνητή νοημοσύνη στην εργασία
Η εποχή της συνεργασίας με την τεχνητή νοημοσύνη έχει πλέον ξεκινήσει, με τρεις στους πέντε εργαζόμενους (58%) να δηλώνουν ότι τη χρησιμοποιούν συνειδητά, ενώ ένας στους τρεις (31%) την αξιοποιεί σε εβδομαδιαία ή καθημερινή βάση.
Η εκτεταμένη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αποδίδει σημαντικά οφέλη, με την πλειονότητα των εργαζομένων να αναφέρει αυξημένη αποδοτικότητα, ταχύτερη πρόσβαση στην πληροφορία και ενίσχυση της καινοτομίας. Σχεδόν οι μισοί (48%) δηλώνουν ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης έχει συμβάλει στην ενίσχυση δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη δημιουργία εσόδων.
Ωστόσο, η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στον χώρο εργασίας δημιουργεί και σύνθετους κινδύνους για τους οργανισμούς. Σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι παραδέχονται ότι κάνουν χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης κατά τρόπο που παραβιάζει τις εταιρικές πολιτικές — μεταξύ άλλων, μέσω της ανάρτησης ευαίσθητων εταιρικών δεδομένων σε δημόσια διαθέσιμα εργαλεία, όπως το ChatGPT.
Ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων (66%) βασίζεται στα αποτελέσματα της τεχνητής νοημοσύνης χωρίς να αξιολογεί την ακρίβειά τους, ενώ το 56% δηλώνει ότι έχει διαπράξει λάθη στην εργασία του εξαιτίας της.
Η διαχείριση αυτών των κινδύνων καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη, καθώς πάνω από τους μισούς εργαζόμενους (57%) αναφέρουν ότι αποκρύπτουν τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και παρουσιάζουν την παραγόμενη εργασία ως δική τους.
Η εφησυχασμένη αυτή χρήση της τεχνητής νοημοσύνης ενδέχεται να αποδίδεται στο γεγονός ότι η διακυβέρνηση για υπεύθυνη χρήση της υπολείπεται των εξελίξεων. Μόλις το 47% των εργαζομένων δηλώνει ότι έχει λάβει σχετική εκπαίδευση, ενώ μόνο το 40% αναφέρει ότι ο οργανισμός του διαθέτει πολιτική ή κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση της.
Το φαινόμενο αυτό φαίνεται να σχετίζεται και με την αίσθηση πίεσης που βιώνουν οι εργαζόμενοι, καθώς το 50% εκφράζει ανησυχία μήπως μείνει πίσω εάν δεν χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη.
«Τα ευρήματα δείχνουν ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης από τους εργαζομένους ενισχύει την απόδοση, αλλά ταυτόχρονα εισάγει κινδύνους λόγω εφησυχασμού και έλλειψης διαφάνειας. Υπογραμμίζουν τη σημασία της αποτελεσματικής διακυβέρνησης, της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας μιας κουλτούρας υπεύθυνης, ανοιχτής και υπόλογης χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης», δήλωσε η Καθηγήτρια Gillespie.
Η τεχνητή νοημοσύνη στην κοινωνία
Τέσσερις στους πέντε πολίτες αναφέρουν ότι έχουν προσωπικά βιώσει ή παρατηρήσει οφέλη από τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, όπως η μείωση του χρόνου για επαναλαμβανόμενες εργασίες, η αυξημένη εξατομίκευση, η μείωση κόστους και η βελτίωση της προσβασιμότητας.
Παράλληλα, ίδιο ποσοστό (80%) δηλώνει ανησυχία για τους κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ δύο στους πέντε (40%) έχουν ήδη βιώσει αρνητικές επιπτώσεις. Οι ανησυχίες περιλαμβάνουν τη μείωση της ανθρώπινης επαφής, απειλές για την κυβερνοασφάλεια, εξάπλωση παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων, ανακριβή αποτελέσματα και απώλεια δεξιοτήτων. Το 64% εκφράζει ανησυχία ότι οι εκλογικές διαδικασίες ενδέχεται να επηρεάζονται από bots και περιεχόμενο που παράγεται μέσω της τεχνητής νοημοσύνης.
Η εποχή της τεχνητής νοημοσύνης είναι πλέον πραγματικότητα – το 66% χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη τακτικά, ενώ το 83% πιστεύει ότι η αξιοποίησή της θα αποφέρει ένα ευρύ φάσμα ωφελειών
Το 70% των πολιτών θεωρεί απαραίτητη τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ μόνο το 43% πιστεύει ότι το υφιστάμενο νομικό και κανονιστικό πλαίσιο είναι επαρκές.
Υπάρχει σαφής δημόσια απαίτηση για διεθνή ρύθμιση και για συνεργασία της βιομηχανίας με τις κυβερνήσεις για τον περιορισμό των κινδύνων. Το 87% των συμμετεχόντων επιθυμεί αυστηρότερη νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης που παράγεται από την τεχνητή νοημοσύνη και αναμένει από τα μέσα ενημέρωσης και τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να ενισχύσουν τους μηχανισμούς ελέγχου εγκυρότητας.
«Η έρευνα αναδεικνύει μια εντεινόμενη αντίφαση: οι πολίτες απολαμβάνουν οφέλη από την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης στην εργασία και την κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα βιώνουν και αρνητικέςσυνέπειες. Η πραγματικότητα αυτή ενισχύει τη δημόσια απαίτηση για πιο ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο και αποτελεσματική διακυβέρνηση, καθώς και την ανάγκη για διαφάνεια και ασφάλεια στη χρήση των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης», δήλωσε η Καθηγήτρια Gillespie.
Ο David Rowlands, Global Head of AI της KPMG International, δήλωσε ότι η έκθεση αναδεικνύει σημαντικές ευκαιρίες για τους οργανισμούς να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο, υιοθετώντας ενισχυμένη διακυβέρνηση και προληπτική προσέγγιση για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης από εργαζόμενους, πελάτες και ρυθμιστικές αρχές.
«Αναμφισβήτητα πρόκειται για τη σημαντικότερη τεχνολογική καινοτομία της γενιάς μας. Είναι κρίσιμο η τεχνητή νοημοσύνη να βασίζεται στην εμπιστοσύνη, ιδίως υπό το πρίσμα της ραγδαίας εξέλιξής της. Οι οργανισμοί έχουν καθοριστικό ρόλο στην εξασφάλιση ότι τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης είναι όχι μόνο αξιόπιστα, αλλά και άξια εμπιστοσύνης», σημείωσε.
Ο Rowlands πρόσθεσε: «Οι πολίτες αναζητούν διασφαλίσεις σχετικά με τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν, γεγονός που σημαίνει ότι το πλήρες δυναμικό της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο εφόσον υπάρξει εμπιστοσύνη στα συστήματα που λαμβάνουν ή υποστηρίζουν αποφάσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που η KPMG ανέπτυξε τη μεθοδολογία Trusted AI – ώστε η εμπιστοσύνη να είναι όχι μόνο απτή, αλλά και μετρήσιμη για τους πελάτες μας».
Οι αναδυόμενες οικονομίες δείχνουν τον δρόμο
Οι πολίτες σε αναδυόμενες οικονομίες εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά υιοθέτησης της τεχνητής νοημοσύνης, τόσο στην εργασία όσο και στην προσωπική τους ζωή. Παρουσιάζουν επίσης μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, αποδοχή και αισιοδοξία ως προς τη χρήση της, συγκριτικά με τους πολίτες ανεπτυγμένων οικονομιών.
Δηλώνουν υψηλότερα επίπεδα εξοικείωσης με την τεχνητή νοημοσύνη (64% έναντι 46%) και μεγαλύτερη συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη (50% έναντι 32%). Επιπλέον, αναφέρουν σημαντικότερα οφέλη από τη χρήση της (82% έναντι 65%).
Μόλις το 46% των πολιτών παγκοσμίως δηλώνει πρόθυμο να εμπιστευθεί τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης
Στις αναδυόμενες χώρες, τρεις στους πέντε πολίτες δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις ανεπτυγμένες οικονομίες περιορίζεται σε δύο στους πέντε.
«Η υψηλότερη υιοθέτηση και εμπιστοσύνη στην τεχνητή νοημοσύνη που παρατηρείται στις αναδυόμενες οικονομίες πιθανότατα συνδέεται με τα μεγαλύτερα συγκριτικά οφέλη και τις ευκαιρίες που προσφέρει στους πολίτες των χωρών αυτών, καθώς και με τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει η τεχνολογία στην οικονομική τους ανάπτυξη», ανέφερε η Καθηγήτρια Gillespie.
Ο Νίκος Μανιάτης, Partner, Head of Technology and Innovation, KPMG στην Ελλάδα σημείωσε «Η παγκόσμια μελέτη της KPMG επιβεβαιώνει αυτό που ήδη βιώνουμε καθημερινά στους οργανισμούς: η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει κάθε πτυχή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, αλλά η πρόκληση της εμπιστοσύνης παραμένει κρίσιμη. Είναι πλέον ξεκάθαρο πως δεν αρκεί να χτίζουμε ισχυρές τεχνολογικές υποδομές — οφείλουμε να επενδύσουμε εξίσου σε μηχανισμούς διακυβέρνησης, διαφάνειας και εκπαίδευσης.
Οι οργανισμοί που θα ξεχωρίσουν την επόμενη πενταετία θα είναι εκείνοι που θα τολμήσουν να υιοθετήσουν την τεχνητή νοημοσύνη με τρόπο υπεύθυνο και συμμετοχικό. Αυτό σημαίνει εκπαίδευση, ξεκάθαρες πολιτικές και συνεργασία με τους εργαζομένους, τους πελάτες και τους ρυθμιστικούς φορείς.»
O Νίκος Δημάκος, Partner, Head of Consulting, KPMG στην Ελλάδα δήλωσε «Η παγκόσμια μελέτη του 2025 για την εμπιστοσύνη, τις στάσεις και τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αποκαλύπτει ένα κρίσιμο παράδοξο: ενώ η χρήση του της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνεται παγκοσμίως, οι προηγμένες οικονομίες εμφανίζουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης, αποδοχής και εκπαίδευσης σε σχέση με τις αναδυόμενες. Συγκεκριμένα, μόνο το 39% των πολιτών σε προηγμένες οικονομίες εμπιστεύεται το AI, έναντι 57% στις αναδυόμενες, ενώ αντίστοιχα μόνο το 32% έχει λάβει εκπαίδευση στην AI, έναντι 50%.
Αυτό το μοτίβο δίνει ένα καθαρό μήνυμα: η τεχνολογική πρόοδος από μόνη της δεν είναι αρκετή. Η υπεύθυνη και βιώσιμη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης, ξεκάθαρους κανονισμούς και — κυρίως — επένδυση στην εκπαίδευση και την ψηφιακή παιδεία των πολιτών. Η εμπιστοσύνη χτίζεται μέσα από διαφάνεια, θεσμική επάρκεια, κριτική κατανόηση και υπεύθυνη χρήση. Οι κοινωνίες που επενδύουν στην παιδεία των πολιτών και στην υπεύθυνη διακυβέρνηση είναι εκείνες που απολαμβάνουν περισσότερα οφέλη και λιγότερους κινδύνους. Για τις χώρες που επιδιώκουν να αξιοποιήσουν την AI ως μοχλό ανάπτυξης, το δίδαγμα είναι σαφές: πρέπει να προχωρήσουν ταυτόχρονα στην τεχνολογική υιοθέτηση και στην κοινωνική ετοιμότητα.»