Στα «ψιλά γράμματα» πέρασε η πληροφορία σχετικά με την επανεπένδυση της ΕΚΤ σε κρατικά ομόλογα που είχαν αγοραστεί, λόγω πανδημίας, από τον Μάρτιο του 2020 και μετά.
Είναι γνωστό ότι η Φραγκφούρτη ήταν ο κύριος αγοραστής έκτοτε, προκειμένου να αντισταθμίσει τον κίνδυνο αύξησης των αποδόσεων των bonds που είχαν βρεθεί στο επίκεντρο των πωλήσεων. Τότε, η ΕΚΤ είχε αποτρέψει τον κατακερματισμό της ευρωπαϊκής αγοράς χρέους. Επί της ουσίας, είχε αποσοβήσει τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης χρέους όπως το 2010-2011.
Πρακτικά, όμως τι σημαίνει το γεγονός ότι, από χθες, η Κεντρική Τράπεζα «βάζει φρένο» σε αυτήν την τακτική; Μα ότι αποσύρεται από τις αγορές ο μεγαλύτερος αγοραστής-εγγυητής, επί της ουσίας, του χρέους των χωρών/οικονομιών της ευρωζώνης. Δηλαδή από χθες, Δευτέρα, κάθε εκδότης χρέους –δηλαδή κάθε κράτος ξεχωριστά– είναι μόνος του με τα κάθε λογής funds, που προφανώς θα επιδιώξουν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία να βγάλουν κέρδος είτε από το σορτάρισμα είτε από το λονγκάρισμα μιας σειράς ομολόγων.
Αναλυτές αναφέρονται, ήδη, σε μια κατάσταση που θα προσομοιάζει στο «παιχνίδι της γάτας με τον ποντικό»… Διόλου υπερβολική η προηγούμενη παρομοίωση, προειδοποιούν. Πώς θα παίζεται, πλέον, το bet στη δευτερογενή αγορά, δηλαδή εκεί όπου τιμολογείται η πραγματική αξία του δημόσιου, αλλά και του ιδιωτικού, χρέους μιας χώρας –όπως και μιας επιχείρησης–, και μάλιστα χωρίς την παρουσία ενός διαιτητή (ΕΚΤ), που θα μπορεί να επιβάλλει την τάξη σε αυτήν την αναμέτρηση;
Ποιος είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει; Η ανάδειξη των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία μιας χώρας, λ.χ. η υπερχρέωση, η αδυναμία δημοσιονομικής πειθαρχίας, η υψηλή σχέση χρέους προς ΑΕΠ, ο χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης και όλα όσα συνθέτουν την παθογενή κατάσταση της ευρωοικονομίας. Ποιες θα μπορούσαν να είναι, δυνητικά, οι οικονομίες με τον μεγαλύτερο βαθμό κινδύνου, οι πιο ευάλωτες; Προφανώς, όσες έχουν δημόσιο χρέος αναλογικά αυξημένο «εις χείρας τρίτων», δηλαδή η διασπορά σε φορείς, ΕΚΤ, funds.
Και για να γίνει πιο σαφές: Η περισσότερο εκτεθειμένη στις διαθέσεις των funds αγορά χρέους είναι της Γαλλίας, καθώς το 52% βρίσκεται υπό τη διαχείριση ξένων επενδυτών/funds. Φτάνει δε στο 118% του ΑΠΕ (σ.σ. στα 2,565 τρισ. το 2023). Το ανησυχητικό; Το Παρίσι θα πρέπει να βρει να δανειστεί πάνω από 300 δισ. το 2025, ποσό-ρεκόρ για την Ευρώπη, με τους «τιμολογητές» κινδύνου να διευρύνουν (επιβαρύνουν) το ασφάλιστρο (πριμ ρίσκου), προκειμένου να δανείσουν τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της γηραιάς ηπείρου. Που μόλις απέκτησε τον τρίτο πρωθυπουργό της, μέσα στο 2024.
ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK