“Τη διπλωματική αντίδραση της Ελλάδας, απέναντι στις τελευταίες προκλητικές παλινδρομήσεις των βόρειων γειτόνων μας, πρέπει να πλαισιώσει και μία εμπορική αντεπίθεση με αιχμή την αυθεντικότητα και ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών της Μακεδονίας μας”, επισήμανε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του στο πλαίσιο της 49ης τακτικής γενικής συνέλευσης του ΣΕΒΕ την Δευτέρα 20 Μαΐου 2024, αναφερόμενος στην κατοχύρωση του εμπορικού σήματος των μακεδονικών προϊόντων.

“Είναι γνωστό ότι η ΝΔ καταψήφισε τη Συμφωνία των Πρεσπών, να θυμίσω ότι καταθέσαμε μάλιστα και πρόταση μομφής κατά του ΣΥΡΙΖΑ, που την προώθησε. Προσέξτε, όχι γιατί δεν θέλαμε λύση στο ζήτημα, αλλά γιατί η συγκεκριμένη Συνθήκη παραχωρούσε μακεδονική εθνότητα και γλώσσα στους γείτονες μας”, είπε ο πρωθυπουργός και συνέχισε:”Ως νέα κυβέρνηση τιμήσαμε αυτή την ελληνική υπογραφή σε μια διεθνή Συμφωνία που ισχύει κατά νόμο. Βλέποντας, ωστόσο, εδώ και αρκετό καιρό την άνοδο του εθνικισμού στα Σκόπια μείναμε επιφυλακτικοί στην αποδοχή των Μνημονίων τα οποία συνόδευαν τη Συμφωνία. Δυστυχώς, οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν αυτές μας τις επιφυλάξεις. Και η στάση της νέας προέδρου και των εκεί υποστηρικτών της, δυστυχώς και του εντολοδόχου πρωθυπουργού, είναι και παράνομη και προκλητική. Γι αυτό και η Ελλάδα την απορρίπτει και την επιστρέφει. Το γειτονικό κράτος θα πρέπει να αντιληφθεί, νομίζω ότι αυτό τελικά αντιλαμβάνονται και οι περισσότεροι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, ότι ο δρόμος προς την Ευρώπη και προς την πρόοδο περνάει και από τη χώρα μας και εκεί μπορεί να σταματήσει.

Όπως και κάποιοι αντιστόρητοι εντός των συνόρων θα πρέπει να καταλάβουν ότι πατρίδα δεν μπορεί να παραιτείται από τα όπλα της. Φτάσαμε στο σημείο εκείνοι που πρώτα μας φόρτωσαν τη Συμφωνία να ζητούν τώρα να κυρώσουμε τα Μνημόνια. Και πότε; Την ώρα που τα ίδια τα Σκόπια την παραβαίνουν.

Το Εμπορικό Σήμα, λοιπόν, της Μακεδονίας, σε αυτή τη συγκυρία, γίνεται ένα ισχυρό μέσο οικονομικής διπλωματίας. Στεναχωριέμαι πραγματικά όταν ακούω από τους κορυφαίους παραγωγούς κρασιού στη χώρα μας να μας λένε ότι υπάρχουν κρασιά τα οποία εμφανίζονται ως μακεδονικά και κάποιοι πελάτες στο εξωτερικό όταν μιλούν για μακεδονικά κρασιά να έχουν υπόψη τους τη Βόρεια Μακεδονία. Είναι στο χέρι μας αυτό να το αντιστρέψουμε και θα έχετε την απόλυτη στήριξη της κυβέρνησης σε αυτή την προσπάθεια. Και όλες οι δυνάμεις του τόπου πρέπει να συστρατεύονται σε αυτή. Αλλά και δίνοντας την ευκαιρία σε όλους τους Έλληνες να ξεχωρίζουν τους αληθινούς πατριώτες του έργου και του αποτελέσματος από τους ψευτοπατριώτες του γλυκού νερού και πολύ περισσότερο από τους εμπόρους των εθνικών αισθημάτων”.

Αναφερόμενος στις ευρωεκλογές ο πρωθυπουργός κατηγόρησε τους αντιπάλους του ότι “τις αντιμετωπίζουν ως ένα πρόκριμα ανατροπής της κυβέρνησης”, λέγοντας: “Ο ένας γιατί οπωσδήποτε θέλει να γίνει πρωθυπουργός πριν ακόμα εκλεγεί βουλευτής. Ο άλλος επειδή αντί για τρίτος διεκδικεί να αναδειχθεί δεύτερος. Και πολλοί άλλοι που με αυτή την ευκαιρία θέλουν να εδραιωθούν ως «ηγέτες», πότε εμπορευόμενοι τον πατριωτισμό, πότε ακόμα, Σεβασμιώτατε, δυστυχώς και την ίδια την πίστη. Συνεπώς, και επιτρέψτε μου να κλείσω με αυτό, στις ευρωεκλογές η χώρα δεν χρειάζεται ψήφους αψήφιστες ή επιλογές που μπορεί να ανοίξουν τις κερκόπορτες σε νέες περιπέτειες, με υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα”.

Σχετικά με την ανάπλαση του χώρου της ΔΕΘ είπε ότι “η κυβέρνηση έχει βρει μια συμφωνία και με τον Δήμο και με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας για τον τρόπο με τον οποίο θα προωθήσουμε το νέο έργο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Με περισσότερο πράσινο, κάτι το οποίο ζητούσε η πόλη, έχοντας όμως ταυτόχρονα και μια ανταγωνιστική πρόταση η οποία μπορεί να προσελκύσει σημαντικούς επενδυτές από το εξωτερικό”.

Ως προς την τύχη του Κυβερνείου σημείωσε πως θα αξιοποιηθεί με τη συνεργασία της Βουλής των Ελλήνων, του Υπερταμείου και της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου. “Υπερταμείο και ΕΤΑΔ αναλαμβάνουν αμέσως τον προσδιορισμό του κόστους αποκατάστασης του κτιρίου και τους γύρω χώρους, καλύπτοντας τις σχετικές μελέτες. Ενώ, στη συνέχεια, η Βουλή των Ελλήνων θα εξετάσει το ύψος και τους τρόπους χρηματοδότησης, έτσι ώστε το εμβληματικό αυτό κτίριο να παραμείνει ένα δημόσιο κτίριο με χρήσεις οι οποίες θα είναι απολύτως συμβατές με τον ιστορικό του χαρακτήρα”, είπε ο κ. Μητσοτάκης.