Η αμερικανική J.P. Morgan Chasse σε report με τίτλο
- “Don’t let a bad idea ruin a good stock market”
παραθέτει μια εντελώς contrarian άποψη για το ενδεχόμενο αναβάθμισης του Ελληνικού Χρηματιστηρίου στις ανεπτυγμένες αγορές.
Εξηγεί αναλυτικά τα επιχειρήματα που στηρίζουν την θέση ότι θα ήταν προτιμότερο για την Ελλάδα να παραμείνει στις αναδυόμενες αγορές (MSCI Emerging Markets).
Η επενδυτική τράπεζα εξηγεί ότι μόνο οι μετοχές των Εθνική Τράπεζα, Eurobank και ΟΠΑΠ θα καλύπτουν τις προϋποθέσεις για τον δείκτη των αναπτυγμένων αγορών στην Ευρώπη (DM Europe) και θα χρειάζονταν όμως πέντε μετοχές για να μπει στον δείκτη.
- “Έχουμε ακούσει κάποιους επενδυτές να ελπίζουν ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στις αγορές MSCI DM και ότι το βλέπουν αυτό ως θετικό καταλύτη.”
Διαφωνούμε και με τις δύο δηλώσεις:
- Θεωρούμε ότι η μετακίνηση της Ελλάδας στις ανεπτυγμένες αγορές είναι εξαιρετικά απίθανη,
- Θεωρούμε μια μετακίνηση στις ανεπτυγμένες αγορές ως αρνητικό καταλύτη.
Μια μετακίνηση στις ανεπτυγμένες αγορές θα συρρικνώσει τις επενδύσιμες επιλογές από την ελληνική αγορά, αφού το κατώτατο όριο μεγέθους σε κεφαλαιοποίηση διπλασιάζεται από τις αναδυόμενες αγορές και θα καθιστούσε την Ελλάδα τη μικρότερη αγορά στον δείκτη MSCI Europe με 0,13% συμμετοχή στον δείκτη.
Η Ελλάδα στις ανεπτυγμένες αγορές θα ήταν μικρότερη από την Αυστρία και την Πορτογαλία.
Οι παγκόσμιοι επενδυτές των αναδυόμενων αγορών, όπου η Ελλάδα είναι με συμμετοχή 0,52% και 4,2% στον δείκτη MSCI EM EMEA λαμβάνουν την Ελλάδα εξίσου σοβαρά υπόψη και κατέχουν συμμετοχή στην αγορά όσο οι Φιλιππίνες ή η Χιλή, δύο χώρες όπου η JPM διαθέτει ομάδες έρευνας στις χώρες, σημειώνει η JPM.
- Ενώ υπάρχει σίγουρα ένα όφελος από το καθεστώς της αναβάθμισης σε ανεπτυγμένη αγορά, πιστεύουμε ότι θα ήταν μια υποβάθμιση στον κατάλογο των αγορών στις οποίες δίνουν προσοχή οι επενδυτές.
Θυμόμαστε όταν η Ελλάδα αναβαθμίστηκε σε ανεπτυγμένη αγορά το 2001, το ενδιαφέρον στην αγορά έπεσε και δεν βλέπουμε γιατί αυτή τη φορά να είναι διαφορετικά.
Η Ελλάδα είναι άγνωστο αν θα μπορούσε να συγκεντρώσει σημαντικά μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την Πορτογαλία ή την Αυστρία.
Συζητήσαμε με την ευρωπαϊκή ομάδα στρατηγικής μας που μας είπε ότι έχουν λάβει λιγότερες από πέντε ερωτήσεις τον τελευταίο χρόνο σχετικά με τη Νορβηγία, την Ιρλανδία, την Αυστρία και την Πορτογαλία, λιγότερες από πέντε ερωτήσεις μαζί.
- Yπάρχουν επενδυτές που είναι overweight στην Ελλάδα και θέλουν η αγορά να παραμείνει στις αναδυόμενες αγορές και δεν έχουμε ακούσει ακόμη ούτε έναν Ευρωπαίο διαχειριστή να θέλει να προσθέσει την Ελλάδα στους δείκτες αναφοράς των αναπτυγμένων αγορών.
Σύμφωνα με την ομάδα έρευνας μας για τους δείκτες, μια αναβάθμιση της Ελλάδας από αναδυόμενη σε ανεπτυγμένη αγορά θα οδηγήσει σε εκροή 1,8 δισ. δολαρίων, εξηγεί ο αμερικανικός οίκος.
Τι θα σήμαινε μια αναβάθμιση για τις τράπεζες
Το επιχείρημα θα μπορούσε να είναι ότι οι ισχυρές θεμελιώδεις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών σε ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, θα μπορούσε να στηρίξει τις σχετικές αποτιμήσεις του κλάδου έναντι της ανεπτυγμένης αγορά στην Ευρώπη.
Θεωρητικά πιστεύουμε ότι αυτό είναι ένα βάσιμο επιχείρημα, αλλά πρακτικά η Ευρώπη παραμένει ένα δύσκολο σημείο αναφοράς, όσον αφορά τις αποτιμήσεις.
Συγκρίνοντας τις ελληνικές τράπεζες θεμελιωδώς με συναφείς τράπεζες, όπως οι ιρλανδικές τράπεζες ή επιλεγμένες ιταλικές και ισπανικές τράπεζες, δείχνει ότι ενώ υπάρχει κάποιο περιθώριο για re-rating, σχετικά περιορισμένο και οι ελληνικές τράπεζες δεν βρίσκονται σε ακραίο επίπεδο αποτίμησης.
Ως εκ τούτου, συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι η συμμετοχή σε δείκτες των αναδυόμενων αγορών παραμένει ένας σημαντικός τεχνικός παράγοντας στήριξης για τις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Από τη μία πλευρά, το ενδιαφέρον των επενδυτών των αναδυόμενων αγορών παραμένει πολύ ισχυρό, με τη συζήτηση να επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις μακροπρόθεσμες δυνατότητες του τομέα και όχι στους βραχυπρόθεσμους παράγοντες.
Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται κατά περίπου 50% φθηνότερες από τις αντίστοιχες τράπεζες των χωρών Κεντρικήw και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής”, καταλήγει ο αμερικανικός οίκος.