Εξέλιξη που θα συζητηθεί η απόφαση του Δημοσίου να προχωρήσει στην άσκηση των warrants που έχει (επί μετοχών) της Aegean.
Αυτό γιατί στις 23 Δεκεμβρίου 2020 η Ευρωπαϊκή Ενέκρινε την παροχή από την ελληνική κυβέρνηση κρατικής ενίσχυσης 120 εκατ. € ως αποζημίωση μέρους των ζημιών που προκλήθηκαν λόγω της πανδημίας.
Η πλευρά του κράτους εισέφερε 120 με την προϋπόθεση πως οι βασικοί μέτοχοι θα έβαζαν 60 εκατ.€ (όπερ και εγένετο, με συμμετοχή στα 3,20/μτχ)
Βασική διαφορά της Aegean από αντίστοιχες ευρωπαϊκών (σχεδόν της πλειονότητας) πως δεν επιβάρυνε το δημόσιο χρέος (σε αντίθεση λ.χ. με Lufthansa, Air France/KLM, TAP e.t.c) το δε ποσό ήταν υποπολλαπλάσιο άλλων με τα οποία δανειοδοτήθηκαν- με κρατικό χρήμα- κατά παρέκκλιση των ευρωπαϊκών κανόνων.
Το δημόσιο δεν απέκτησε άμεση μετοχική θέση, ούτε έβαλε εκπρόσωπο του στο δ.σ της Aegean, όπως συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές αεροπορικές.
Αλήθεια ποια η ουσιώδης διαφορά εάν υπήρχαν ένα-δύο μέλη στο δ.σ.
Αυτό που διαφεύγει από τη μία πλευρά- που επικρίνει την χρηματοδότηση της Aegean- είναι η πολύ βασική παράμετρος της επιτοκιακής διαφοράς
(άλλα κόστη το 2020 κι άλλα σήμερα), με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Από την άλλη το Δημόσιο, το υπ.Οικονομικών θα έπρεπε να αναφέρεται σε έσοδο 85 εκατ. και όχι όφελος- εκτός εάν σε κάποια άλλη στιγμή της περιόδου άσκησης του δικαιώματος (έως αρχές Ιουλίου 2026) το τίμημα επαναγοράς από την Aegean ήταν χαμηλότερο, έστω στα 65 εκατ.
Υπάρχει ωστόσο και μία άλλη παράμετρος, εξίσου σημαντική για όσους υπεραμύνονται της συμφωνίας.
Με 120 εκατ. το Δημόσιο πέτυχε την συμμετοχή των βασικών μετόχων με άλλα 60 εκατ., με αποτέλεσμα η εταιρεία όχι μόνο να ξεπεράσει με τις μικρότερες απώλειες την κρίση, να παράξει θετικό αποτέλεσμα, να εισφέρει άμεσα και έμμεσα έκτοτε καταβάλλοντας φόρους, εισφορές, δημιουργώντας υπεραξία για το ΑΕΠ.
Από αυτή την άποψη τα 35 εκατ. υποαξίας που “βαρύνουν” το Δημόσιο έχουν πολλαπλώς αποδοθεί και εισφερθεί στα δημόσια έσοδα.