Θεσμικοί και επιχειρηματικοί φορείς καταθέτουν στο περιοδικό ΧΡΗΜΑ τις απόψεις τους για το παρόν και το μέλλον του εξαγωγικού τομέα, επισημαίνοντας όσα πρέπει να υλοποιηθούν στο εξής προς την κατεύθυνση αυτή.
Αλκιβιάδης Καλαμπόκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων Κρήτης (ΣΕΚ)
στην Κυρέλα Πέτρου
Κύριε Καλαμπόκη, παρά τις συνεχόμενες κρίσεις, οι εξαγωγές παρουσιάζουν ένα ανοδικό momentum, που το 2023 αναμένεται να φθάσει σε νέα υψηλά. Πού αποδίδεται από την πορεία;
Δύο παράγοντες συμβάλλουν για την ανοδική πορεία που παρατηρείται στις ελληνικές εξαγωγές τα τελευταία χρόνια. Ο ένας είναι η αύξηση των παραγόμενων ποσοτήτων με την ταυτόχρονη αύξηση των τιμών, λόγω της πληθωριστικής τάσης που υπάρχει πρόσφατα. Ο άλλος παράγοντας, ο οποίος αφορά κυρίως τον αγροδιατροφικό τομέα, είναι ότι, εξαιτίας της μειωμένης σοδειάς (και άρα παραγωγής) σε ανταγωνίστριες χώρες, ιδίως στην Ισπανία, έχει αυξηθεί πολύ η ζήτηση του ελληνικού ελαιολάδου.
Το momentum όμως δεν είναι στιγμιαίο, αλλά αποτελεί τη συνέχεια μιας τάσης που καταγράφεται αρκετές οικονομικές περιόδους, για αυτό και βλέπουμε τις αυξήσεις να συνεχίζονται χρόνο με τον χρόνο. Έχει διευρυνθεί η εξαγωγική βάση, που σημαίνει ότι έχουν προστεθεί περισσότεροι παραγωγοί στον εξαγωγικό στίβο, οι οποίοι έχουν καταλάβει την αναγκαιότητα να στραφούν στην παγκόσμια αγορά, διότι η ελληνική αγορά, από μόνη της, δεν επαρκεί.
Άρα, οι αυξημένες ποσότητες, ο πληθωρισμός, τα παγκόσμια γεγονότα, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου στις ανταγωνίστριες χώρες, η επισταμένη ματιά των Ελλήνων παραγωγών στο εξωτερικό έχουν οδηγήσει στην ανοδική πορεία των ελληνικών εξαγωγών.
Στην Κρήτη, από το 2020 και μετά, παρατηρείται συνεχώς αυξητική πορεία, με κάθε χρονιά να σημειώνεται και νέο ρεκόρ. Το 2022, μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά, οι εξαγωγές μας έφτασαν, χωρίς τα πετρελαιοειδή, τα 682,10 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση ίση με 10,8%.
Ποια είναι η δική σας εμπειρία από τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην εξαγωγική δραστηριότητα; Ποιες οι ευκαιρίες και ποιες οι δυσκολίες;
Ευκαιρίες υπάρχουν πολλές, γιατί αναδύονται νέες αγορές και δημιουργούνται νέες ανάγκες όχι μόνο διατροφικές, αλλά και ανάγκες σε βιομηχανικά προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται στην Ελλάδα, κυρίως από χώρες που τώρα αναπτύσσονται.
Δυσκολίες επίσης υπάρχουν πολλές. Πολλά προβλήματα που ταλανίζουν τους εξαγωγείς από το παρελθόν δεν έχουν ακόμα λυθεί, όπως η διευκόλυνση των όρων του εξαγωγικού εμπορίου, που δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι αυτή τη στιγμή. Προβλήματα επίσης υπάρχουν κατά την εξαγωγική διαδικασία σε χώρες με τις οποίες δεν υπάρχουν διμερείς συμφωνίες με την Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα, άρα η ΕΕ θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για διεύρυνση των διμερών συμφωνιών, ώστε να εξαλειφθούν αυτές οι δυσκολίες και οι χρονοβόρες διαδικασίες που τις συνοδεύουν. Επιπρόσθετο εμπόδιο αποτελεί το μεταφορικό κόστος, το κόστος πρώτων υλών, αλλά και το κόστος δανεισμού από τις τράπεζες. Τέλος, η μη ξεκάθαρη θέση της Ελλάδας για τα συστήματα διατροφικής επισήμανσης, και συγκεκριμένα το NUTRI-SCORE, που φαίνεται να επικρατεί, θα αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα για μεγάλο αριθμό των παραδοσιακών μας προϊόντων.
Ιδιαίτερα για το ελαιόλαδο, που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους για την Κρήτη, καταλαμβάνοντας το 40% του συνόλου των κρητικών εξαγόμενων προϊόντων και το 68,5% στην κατηγορία των τροφίμων & ποτών, τα προβλήματα είναι πολλά και σοβαρά. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τη χαμηλή κατάταξή του στο σύστημα NUTRI-SCORE, που όπως ήδη ανέφερα παραπάνω επικρατεί μέχρι στιγμής, τη μη ξεκάθαρη ένταξη της τυποποίησης ελαιολάδου ως μεταποιητική δραστηριότητα στον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, τη μη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για τη διακίνησή του και την έλλειψη ελέγχων κ.ά.
Ποιες κινήσεις εκτιμάτε ότι πρέπει να γίνουν για τη συνέχιση της ανάπτυξης του τομέα;
Θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, να στραφούμε σε ποιοτικά πιστοποιημένα προϊόντα με σωστές και σοβαρές μονάδες παραγωγής, με business plan, επιμονή και υπομονή. Αυτές οι κινήσεις αφορούν την πλευρά των παραγωγών.
Στο εξωτερικό περιβάλλον, δηλαδή στους παράγοντες πέρα από την παραγωγή, έχουμε το θέμα της χρηματοδότησης, η οποία είναι ασφυκτικά πιεσμένη, ειδικά από τις συστημικές τράπεζες. Τα επιτόκια είναι ιδιαίτερα υψηλά, άρα το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευτεί και οδηγεί στην αύξηση του πληθωρισμού και όχι στην αποκλιμάκωση. Η επιστροφή επίσης του εξαγωγικού ΦΠΑ θα πρέπει να πραγματοποιείται με συνοπτικές διαδικασίες και ιδιαίτερα ενισχυτική θα ήταν η άμεση προκήρυξη νέου κύκλου του προγράμματος ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕ ΕΞΩ για την ενίσχυση της διεθνούς προβολής των εξαγωγικών επιχειρήσεων.
Η διευκόλυνση του εξαγωγικού εμπορίου, που ανέφερα παραπάνω, θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την Πολιτεία. Επιπλέον, η χάραξη ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού, και όχι απλά της καταγραφής των δράσεων των εμπλεκόμενων στο εξαγωγικό εμπόριο φορέων, αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Ενός σχεδίου που θα δείχνει τον δρόμο πάνω στον οποίο πρέπει να πατήσουν οι παραγωγοί, πού πρέπει να επενδύσουν, σε ποιους κλάδους, τομείς και δραστηριότητες, ώστε να μην κάνουν άστοχες επενδύσεις. Αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό.
Πρέπει να ενταθούν οι ενέργειες της ενδυνάμωσης του ελληνικού brand, το οποίο είναι προφανώς δυνατότερο σε σχέση με το παρελθόν, αλλά χρειάζεται επιπλέον ενίσχυση.
Απαραίτητος κρίνεται ο εμπλουτισμός των δράσεων του Enterprise Greece με νέα εργαλεία, πέραν της διοργάνωσης εκθέσεων, στην οποία επικεντρώνεται τώρα. Κάποια από αυτά είναι η generic διαφήμιση συγκεκριμένων κλάδων ελληνικών προϊόντων, τα in-store promotions, οι προσκλήσεις αγοραστών και δημοσιογράφων, η ενημέρωση για κλάδους και αγορές και άλλες δράσεις.
Τέλος, μία από τις διαχρονικές προτάσεις μας είναι η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός των γραφείων Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων, τα οποία αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο και πηγή πληροφόρησης για τους εξαγωγικούς συνδέσμους και φορείς, αλλά και τους ίδιους τους εξαγωγείς. Σε πολλές χώρες του εξωτερικού –πολλές εξ αυτών ανταγωνίστριες των δικών μας προϊόντων– ο ρόλος τους συνεχώς αναβαθμίζεται, βοηθώντας έτσι ουσιαστικά στην ανάπτυξη της εξαγωγικής δραστηριότητας.
Αντιθέτως, στην Ελλάδα βαδίζουμε στη μείωση και υποβάθμισή τους, ενέργειες που θα πλήξουν την ελληνική εξωστρέφεια, η οποία παλεύει τα τελευταία χρόνια να αντεπεξέλθει μέσα σε ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες, ωστόσο συνεχίζει να διατηρεί άριστες εξαγωγικές επιδόσεις.