Eξαιρετικά ενδιαφέρουσα χαρακτηρίζεται η αυριανή συνεδρίαση του διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Προς το παρόν η Christine Lagarde μοιάζει να είναι η μοναδική κεντρική τραπεζίτης που πιστεύει ότι το παγκόσμιο κύμα της ακρίβειας και του πληθωρισμού είναι προσωρινό.
- Γι’ αυτό σκοπεύει να διατηρήσει τα επιτόκια του Ευρώ στα χαμηλά σημερινά επίπεδα, μέχρι το τέλος του 2022. Σε αντίθεση με άλλες κεντρικές τράπεζες, η ΕΚΤ δηλώνει ότι θα συνεχίσει, αυξάνοντας μάλιστα τις αγορές ομολόγων στη διάρκεια του 2022 μέσω του κανονικού προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης QE.
Για την Ελλάδα η σημασία της αυριανής συνεδρίασης στην Φρανκφούρτη έχει μια επιπλέον μεγάλη σημασία περιμένοντας τις επίσημες ανακοινώσεις της Christine Lagarde αφού λόγω έλλειψης επενδυτικής βαθμίδας δεν μπορεί να συμμετάσχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE και κατά συνέπεια η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει την επανεπένδυση κεφαλαίων από ομόλογα που λήγουν για νέες αγορές, μετά το τέλος του προγράμματος Pandemic Emergency Purchase Program – PEPP.
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ, ανεξάρτητα του χρόνου που θα ληφθούν, είναι κομβικής σημασίας για τη διαχείριση του χρέους, καθώς εάν δοθεί ένα αρνητικό μήνυμα στις αγορές θα αυξηθούν τα επιτόκια δανεισμού και συνεπώς το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους, ενώ με το θετικό σενάριο, της διατήρησης μιας “ειδικής σχέσης”, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα.
Η αβεβαιότητα για τις αποφάσεις της ΕΚΤ για τη μεταχείριση των ελληνικών ομολόγων μετά τον Μάρτιο του 2022 ανάγκασε τον οίκο Moody’s να παγώσει την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
Προς το παρόν η χώρα έχει διασφαλίσει το “ελάχιστο”.
Μετά τη λήξη του προγράμματος ΡΕΡΡ -λογικά τον Μάρτιο του 2022- η ΕΚΤ θα αγοράζει μέσω των προγραμμάτων επαναγοράς ελληνικούς τίτλους, κάτι που από μόνο του διασφαλίζει ολόκληρο το εκδοτικό πρόγραμμα του 2022 και ενδεχομένως και των αρχών του 2023, συνολικού ύψους 10 δισ. € κατά μέσο όρο…