Οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες έχουν την τάση να καταγράφουν τα κέρδη τους σε χρηματοπιστωτικά κέντρα, τα οποία επιβάλλουν χαμηλή φορολογία, παρά εκεί όπου έχουν πραγματικά το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητάς τους, σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης τονίζει πως τα στοιχεία επιβεβαιώνουν τις υποψίες που έχουν εδώ και πολύ καιρό οικονομολόγοι και ειδικοί στα φορολογικά θέματα, ότι δηλαδή οι πολυεθνικές εταιρείες εκμεταλλεύονται με νόμιμο τρόπο τα κενά στους διεθνείς κανόνες φορολογίας για να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε επικράτειες χαμηλής φορολογίας.
Οι πολυεθνικές με έσοδα πάνω από 750 εκατ. δολάρια είναι υποχρεωμένες από το 2016 να δημοσιεύουν ξεχωριστά σε κάθε χώρα που δραστηριοποιούνται καταστάσεις με τα έσοδα, τα κέρδη και τους φόρους που πληρώνουν, κάτω από την πίεση που ασκήθηκε διεθνώς υπό τον ΟΟΣΑ για να ριχθεί φως στο ζήτημα αυτό. Η πρώτη εικόνα από την ανάλυση των ανώνυμων και συνολικών στοιχείων αποκαλύπτει μία «δυσαναλογία μεταξύ των τόπων που καταγράφονται τα κέρδη και των τόπων που γίνονται οι οικονομικές δραστηριότητες», ανέφερε ο ΟΟΣΑ.
Κατά μέσο όρο, οι πολυεθνικές καταγράφουν στα επενδυτικά κέντρα το 25% των κερδών των ομίλων τους, αλλά μόνο το 4% των εργαζομένων και το 11% των περιουσιακών στοιχείων τους. Το διάμεσο ύψος των εσόδων ανά εργαζόμενο σε επικράτειες που δεν επιβάλλουν φόρο στις επιχειρήσεις ανερχόταν σε 1,4 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με την έκθεση, ενώ το αντίστοιχο ύψος σε μέρη με φορολογικό συντελεστή χαμηλότερο από 20% ήταν 240.000 δολάρια και σε μέρη με συντελεστή υψηλότερο από το 20% ήταν 370.000 δολάρια. Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι τα ευρήματα αυτά καθιστούν ακόμη πιο σημαντική την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων – που αναμένεται να ολοκληρωθούν φέτος μεταξύ σχεδόν 140 χωρών – για την καθιέρωση ενός ελάχιστου συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων.