Με 4,7% αύξηση της παραγωγής έκλεισε το 2017 για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια σηματοδοτώντας την επιστροφή στην ανάπτυξη μετά από 4 χρόνια διαρκούς ύφεσης.
Τα αποτελέσματα του 2017 είναι θετικά καθώς η αξία πωλήσεων ανήλθε στα 555 εκ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 2% σε σχέση με το 2016. Αντιστοίχως, σχεδόν κατά 10% αυξήθηκε και ο όγκος των εξαγωγών προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια χρονιά τον εξωστρεφή χαρακτήρα του κλάδου και την συνεισφορά του στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας και στο ΑΕΠ.
Ωστόσο, μεγάλη ανησυχία προκαλεί στον κλάδο η σημαντική καθυστέρηση που παρατηρείται στην υλοποίηση του χωροταξικού σχεδιασμού για την υδατοκαλλιέργεια, δηλαδή η καθυστέρηση θέσπισης οργανωμένων θαλάσσιων εκτάσεων εντός των οποίων χωροθετούνται μονάδες υδατοκαλλιέργειας (ΠΟΑΥ). Υπενθυμίζεται πως το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις Υδατοκαλλιέργειες θεσπίστηκε το 2011 και η καταληκτική ημερομηνία ίδρυσης των ΠΟΑΥ είναι τον Νοέμβριο 2019. Αν και έχουν περάσει 7 χρόνια από την υποβολή των πρώτων αιτήσεων για την ίδρυση ΠΟΑΥ, δεν έχει ιδρυθεί ούτε μια, επισημαίνεται από τον ΣΕΘ.
Όπως αναφέρεται: “Αυτή την στιγμή ο κλάδος παράγει συνολικά στο 95% της αδειοδητημένης δυναμικότητας του και παρ’ όλη την αυξανόμενη ζήτηση για τα προϊόντα ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας, αλλά και το επενδυτικό ενδιαφέρον, είναι εγκλωβισμένος στα γρανάζια της ελληνικής διοίκησης”.
Ο Γενικός Διευθυντής ΣΕΘ κ. Πελεκανάκης υπογράμμισε πως “ο κλάδος μετά από 4 χρόνια κατάφερε να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης. Αποδεικνύεται ωστόσο πως η μεγαλύτερη απειλή για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια δεν είναι ούτε ο αυξανόμενος διεθνής ανταγωνισμός, αλλά ούτε και η οικονομική κρίση της χώρας. Η μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι να εγκλωβιστεί από τις αγκυλώσεις της ελληνικής διοίκησης την ώρα που και η ζήτηση και ο ανταγωνισμός μεγαλώνει. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστρεπτικό για την προοπτική της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας. Οι επιπτώσεις της τετραετούς ύφεσης του κλάδου ακόμα δεν έχουν αντισταθμιστεί και τυχόν στασιμότητα θα έχει ως αποτέλεσμα τον εξοστρακισμό μας από βασικές αγορές. Στο διάστημα που απομένει, η πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα”.