Μέσα σε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους, η Alpha Bank ενίσχυσε τα κεφάλαια της με 1 δισ. Eυρώ, με μέσο κόστος 4,875%, πολύ χαμηλότερο από οποιαδήποτε άλλη ελληνική τράπεζα.
ΜΕ AΠΟΛΥΤΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ολοκλήρωσε χθες η Alpha Bank την έκδοση ομολόγου Tier II, ενισχύοντας την κεφαλαιακή της βάση κατά 500 εκατ. ευρώ, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της σύνθετης συναλλαγής της τιτλοποίησης Galaxy και σε περιβάλλον αρκετά δυσμενές στη διεθνή αγορά ομολόγων.
Η έκδοση συγκέντρωσε το ενδιαφέρον μεγάλου αριθμού θεσμικών επενδυτών. Η κάλυψη της έκδοσης έφτασε περί τις δυο φορές, με τη συμμετοχή των ξένων θεσμικών επενδυτών να ανέρχεται στο 75%, μεταξύ των οποίων κορυφαίοι επενδυτικοί οίκοι από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ευρώπη και την Ασία.
Είναι η δεύτερη κατά σειρά έκδοση ομολόγου από την Alpha Bank και η τράπεζα εξασφάλισε το χαμηλότερο κόστος για ομολογίες Tier II μεταξύ των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση της τράπεζας.
Υπενθυμίζεται ότι το ομόλογο μειωμένης εξασφάλισης έχει διάρκεια 10,25 έτη και δυνατότητα ανάκλησης μεταξύ 5 και 5,25 ετών, ενώ η απόδοση διαμορφώθηκε σε 5,5%. Το ομόλογο είναι εισηγμένο προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο του Λουξεμβούργου – EuroMTF Market. Το βιβλίο προσφορών προσέλκυσε ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον, με τη ζήτηση να καλύπτει περί τις δύο φορές το ποσό της έκδοσης.
Η διατήρηση υψηλής κεφαλαιακής επάρκειας και η ενίσχυση των κεφαλαιακών πλεονασμάτων πάνω από τις κανονιστικές απαιτήσεις ήταν και παραμένει στο επίκεντρο της στρατηγικής της Alpha Bank. H σημερινή συναλλαγή αποτελεί επιβεβαίωση της δέσμευσης της Διοίκησης της Alpha Bank για την υλοποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου που παρουσιάστηκε στην επενδυτική κοινότητα τον Νοέμβριο του 2019, θεμελιώδες τμήμα του οποίου αποτελεί η έκδοση Tier 2.
Η έκδοση βελτιστοποιεί περαιτέρω την ισχυρή κεφαλαιακή δομή της Τράπεζας και ενισχύει τον Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας κατά περίπου 1,25% (pro forma για τη Συναλλαγή Galaxy). Επιπλέον, συμβάλλει στη διαφοροποίηση των πηγών άντλησης κεφαλαίου, αυξάνοντας το πλεόνασμα της Alpha Bank πάνω από τις συνολικές κεφαλαιακές απαιτήσεις, δίνοντας έτσι στην Τράπεζα την απαραίτητη ευελιξία για να επικεντρωθεί περαιτέρω στις πρωτοβουλίες μείωσης των ΜΕΑ και στο Σχέδιο Μετασχηματισμού, σύμφωνα με τους στόχους κερδοφορίας που έχουν τεθεί.
Σημειώνεται ότι οι Barclays, Citi, Goldman Sachs, J.P. Morgan και Nomura ενήργησαν ως από κοινού διοργανωτές του βιβλίου προσφορών και η Citi ήταν ο ανάδοχος της έκδοσης.
Επιτυχία σε δύσκολη συγκυρία για την αγορά
Το κουπόνι της νέας έκδοσης διαμορφώθηκε στο 5,5% και μαζί με το αντίστοιχο ομόλογο που εκδόθηκε στις αρχές Φεβρουαρίου 2020, σε πολύ καλύτερες συνθήκες αγοράς και με κουπόνι 4,25%, η Alpha ενίσχυσε τα κεφάλαια της με 1 δισ. ευρώ μέσα ένα χρόνο, με μέσο κόστος 4,875%, πολύ χαμηλότερο από οποιαδήποτε άλλη ελληνική τράπεζα.
Από την αρχή του έτους σημειώνεται άνοδος των μακροπρόθεσμων επιτοκίων στις αγορές, λόγω αυξανόμενων πληθωριστικών προσδοκιών. Αντίστοιχα, οι διεθνείς επενδυτές γίνονται ολοένα και πιο επιλεκτικοί στις τοποθετήσεις τους στα ομόλογα. Έτσι, το τελευταίο διάστημα, οι εκδόσεις μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών δεν ξεπερνούν συνήθως το 1 δισ. ευρώ και η κάλυψη τους κυμαίνεται έως δύο φορές το ύψος της έκδοσης. Αυτή η προϊούσα αβεβαιότητα καθιστά την άντληση κεφαλαίων ολοένα και πιο δύσκολη υπόθεση.
Σε αυτό το περιβάλλον αυξανόμενης μεταβλητότητας στις διεθνείς αγορές, η Alpha Bank κατάφερε με επιτυχία να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτικών χαρτοφυλακίων και να εκδώσει επιτυχώς το ομόλογο μειωμένης εξασφάλισης (subordinated) που προσμετράται στα εποπτικά της κεφάλαια.
Η έκδοση αυτή αποτελεί τη δεύτερη επιτυχημένη έκδοση ομολόγου Τier 2 μέσα σε μόλις ένα έτος για την Alpha Bank, καθώς:
- Επιβεβαιώνει για μια ακόμα φορά την έμπρακτη δέσμευση της διοίκησης ως προς την υλοποίηση του στρατηγικού πλάνου, όπως αυτό παρουσιάστηκε στους επενδυτές το Νοέμβριο του 2019.
- Βελτιώνει την κεφαλαιακή της σύνθεση, εναρμονίζοντας τον ισολογισμό της στα πρότυπα των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών.
- Ενισχύει περαιτέρω τα κεφαλαία της κατά Ευρώ 500 εκατ. ή κατά 125 μονάδες βάσης κεφαλαίου.
- Φέρνει τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας – μετά το Galaxy- στο 16,8%, από τους υψηλότερους μεταξύ των ελληνικών τράπεζων (με βάση τα αποτελέσματα του εννεαμήνου 2020).
- Διατηρεί την ισχυρή δυναμική της για περαιτέρω μείωση των NPEs κάτω από 10%.