Η ιστορία δείχνει ότι πολλές από τις κοινωνικές και εργασιακές αλλαγές που πραγματοποιούνται σε περιόδους κρίσεων αποκτούν τελικά μόνιμο χαρακτήρα. Με παρόμοιο τρόπο, η πανδημία του κορωνοϊού είναι πιθανό να επιφέρει ορισμένες μόνιμες αλλαγές στα εργασιακά παγκοσμίως. Όπως είδαμε να συμβαίνει τον τελευταίο χρόνο, καθιερώθηκαν νέα μοντέλα εργασίας, μέσω της υιοθέτησης νέων εργαλείων συνεργασίας, αρκετά από τα οποία αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Επίσης, αναδείχθηκαν και δεξιότητες, οι οποίες θα είναι απαραίτητες για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους του μέλλοντος.
Αν και εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα, υπάρχουν ταυτόχρονα και αρκετοί λόγοι για να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον.
1. Η υβριδική εργασία ήρθε για να μείνει
Η πανδημία έφερε ριζικές αλλαγές, όμως αυτές οι αλλαγές επιταχύνθηκαν, δεν προκλήθηκαν από τον COVID-19. Πώς θα είναι λοιπόν το μέλλον της εργασίας;
Η έρευνα του Ομίλου Adecco “Επαναπροσδιορίζοντας την κανονικότητα – Ορίζοντας τη νέα εποχή της εργασίας”, σε πάνω από 8000 άτομα παγκοσμίως, καθρεφτίζει το πώς θέλουν οι εργαζόμενοι να μοιάζει ο μελλοντικός κόσμος της εργασίας. Από αυτό μπορεί κανείς να προβλέψει ότι η υβριδική εργασία (δηλ. ένα μείγμα εργασίας στο γραφείο και απομακρυσμένης εργασίας) ήρθε για να μείνει, πράγμα που απαιτεί από μόνο του μια αλλαγή νοοτροπίας για τους εργοδότες μιας και η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων αντί των ωρών θα γίνει ο νέος κανόνας.
Αυτός ο νέος τρόπος μέτρησης της παραγωγικότητας, σε συνδυασμό με τα υβριδικά μοντέλα εργασίας, απαιτεί οι ηγέτες των επιχειρήσεων και τα διευθυντικά στελέχη να αναπτύξουν soft skills και αυξημένη συναισθηματική νοημοσύνη, ώστε να διασφαλίσουν την ομαλή συνεργασία με τις ομάδες τους, οι οποίες θα εργάζονται σε μεγάλο βαθμό από απόσταση.
2. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης θα επικρατήσουν των σχέσεων εξουσίας
Μετά το πέρας της πανδημίας, δεν αναμένεται η επιστροφή στην κανονικότητα όπως τη γνωρίζαμε. Οι εταιρείες θα πρέπει να λαμβάνουν ακόμα περισσότερο υπόψη τις ανάγκες όλων των ενδιαφερόμενων μερών για να φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η ανάγκη οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ όλων των μερών θα παραμείνει ακόμα και μετά το πέρας της υγειονομικής κρίσης. Στη σύγχρονη εργασιακή πραγματικότητα, είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ η συνεργασία εργοδοτών και εργαζομένων να βασίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και όχι σε μία απρόσωπη και τυπική επικοινωνία με προσήλωση μόνο στην τήρηση της ιεραρχίας και την επιβολή κάποιου αντιπαραγωγικού ελέγχου.
3. Ένα πιο πράσινο μέλλον
Καθώς οδηγούμαστε σε μια νέα κανονικότητα, πολλές χώρες χρησιμοποιούν την πανδημία ως ευκαιρία να συμπεριλάβουν περιβαλλοντικές πολιτικές στις στρατηγικές ανάκαμψης τους. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς ο Ομίλος Adecco, μέσω της μελέτης Skills For The Green Economy, έχει προβλέψει ότι παγκοσμίως, περισσότερες από 1,47 δισεκατομμύρια θέσεις εργασίας συνδέονται με την πράσινη οικονομία.
Η κλιματική αλλαγή αλλά και οι δράσεις για ένα πιο πράσινο μέλλον θα επιφέρουν και κάποιες προκλήσεις. Μία από τις σημαντικότερες είναι το γεγονός ότι οι απώλειες θέσεων εργασίας θα είναι αναπόφευκτες και η εμφάνιση νέων δεν θα γίνει αυτομάτως, αλλά σταδιακά. Για αυτόν τον λόγο, πρέπει να διατηρηθεί η κινητικότητα και η ευελιξία στην αγορά εργασίας μέσω του επαναπροσδιορισμού και της αναβάθμισης των προσόντων των εργαζομένων. Πράγματι, χωρίς δεξιότητες, οποιαδήποτε πρόοδος προς την πράσινη μετάβαση θα είναι αδύνατη.
4. Προτεραιότητα θα είναι η παραγωγικότητα και προστασία των εργαζομένων
Καθώς λόγω των παρατεταμένων lockdown η εργασία από το σπίτι για μεγάλο διάστημα έγινε ο κανόνας, πολλοί προέβλεπαν ότι η παραγωγικότητα θα μειωνόταν σημαντικά. Τα στοιχεία δείχνουν όμως το αντίθετο.
Η κρίση του COVID-19 έχει επιταχύνει αδιαμφισβήτητα τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Καθώς επιταχύνεται η νέα ψηφιακή πραγματικότητα, οι εταιρείες και οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να μείνουν πίσω. Τα μέτρα για την προστασία θέσεων εργασίας σε αντικείμενα που δεν έχουν μέλλον δεν αποτελούν βιώσιμη στρατηγική. Αντίθετα, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στον επαναπροσδιορισμό των δεξιοτήτων των εργαζομένων και την αναβάθμιση της εκπαίδευσης τους για να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αγοράς εργασίας του μέλλοντος.
Ο Alain Dehaze, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Adecco, έχει εκφράσει την άποψη ότι πρέπει σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς να προστατευτούν οι άνθρωποι μέσω της στήριξης προγραμμάτων δια βίου μάθησης. Ο επαναπροσδιορισμός και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων είναι επείγουσα ανάγκη και πρέπει να σχεδιαστεί σε βάθος χρόνου. Αυτό επισημάνθηκε και στο Jobs Reset Summit του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF), όπου ειπώθηκε ότι εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, έως το 2030 περισσότεροι από τους μισούς νέους παγκοσμίως δεν θα έχουν τις δεξιότητες που απαιτούνται για τις θέσεις εργασίας του μέλλοντος.
Έτσι, καθώς αναμένεται η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, πρέπει οι εταιρείες να επενδύσουν στον επαναπροσδιορισμό και την αναβάθμιση των ταλέντων τους. Αυτή η προσέγγιση είναι προς όφελος τόσο των εργαζομένων όσο και των εργοδοτών, καθώς είναι σαφές πως η επανεκπαίδευση και ανακατανομή ρόλων σε έναν οργανισμό κοστίζουν λιγότερο από την απόλυση και την αναζήτηση νέων καταλληλότερων στελεχών.
5. Η ανθεκτικότητα στο επίκεντρο
Η έναρξη της πανδημίας είδε τις επιχειρήσεις και τις κοινωνίες να προσαρμόζονται σε μια νέα κανονικότητα. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, το ηλεκτρονικό εμπόριο έγινε ο κανόνας και ολόκληροι τομείς, όπως η εκπαίδευση, η εφοδιαστική αλυσίδα και η υγειονομική περίθαλψη, άλλαξαν τον τρόπο λειτουργίας τους, ώστε να προσαρμοστούν στα αλλεπάλληλα lockdowns.
Οι έρευνες υποδεικνύουν ότι η οικοδόμηση της ανθεκτικότητας και της προσαρμοστικότητας των οργανισμών και των εργαζομένων είναι το κλειδί και για τις δύο πλευρές.
Σχολιάζοντας το μέλλον τις εργασίας, ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Cluster Head Ελλάδας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας, του Ομίλου Adecco, δηλώνει σχετικά: «Ένα είναι σίγουρο, ότι το μέλλον της εργασίας ήρθε νωρίτερα απ’ ό,τι περιμέναμε και όλοι μας θα πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτό. Για την ομαλότερη προσαρμογή, οι επιχειρήσεις πρέπει να δώσουν έμφαση στη διασφάλιση της κοινωνικής προστασίας, την ανάπτυξη δεξιοτήτων και την καλή ποιότητα εργασίας.»