του Βίκτωρα Τροκούδη
Η μείωση του επιτοκίου καταθέσεων της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης στο 2,5% ήταν μια
κίνηση που είχε ήδη προαναγγελθεί σε μεγάλο βαθμό.
H μείωση φέρνει το επιτόκιο στο χαμηλότερο επίπεδό του από τον Φεβρουάριο του 2023 και 1,5 ποσοστιαία μονάδα κάτω από την κορυφή του 4%.
Ακόμα και πριν από τη δημοσίευση των στοιχείων για τον πληθωρισμό αυτής της
εβδομάδας, η μείωση θεωρούνταν σχεδόν βέβαιη.
Και με τον πληθωρισμό να μειώνεται για πρώτη φορά σε τέσσερις μήνες στο 2,4%, η απόφαση για μείωση του επιτοκίου ήταν σχεδόν δεδομένη.
Σημαντικό είναι ότι τόσο ο δομικός πληθωρισμός όσο και ο πληθωρισμός στον
τομέα των υπηρεσιών μειώθηκαν, με τον τελευταίο να βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο
από τον Απρίλιο του 2024.
Δεδομένου ότι ο πληθωρισμός μειώνεται, η ΕΚΤ φαίνεται να επικεντρώνεται περισσότερο
στον ρόλο της στη στήριξη της οικονομίας της Ευρωζώνης, η οποία αντιμετωπίζει μια σειρά προκλήσεων.
Για παράδειγμα, η αύξηση της ανεργίας υπονομεύει την καταναλωτική
εμπιστοσύνη, εμποδίζοντας τις προσπάθειες της ΕΚΤ να ενισχύσει τις δαπάνες των
νοικοκυριών και, κατά συνέπεια, την οικονομική ανάπτυξη.
Το μεγάλο ερώτημα τώρα είναι αν θα υπάρξει παύση στις μειώσεις των επιτοκίων.
Η Isabel Schnabel, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, δήλωσε πρόσφατα ότι τα επιτόκια. έχουν μειωθεί σε τέτοιο βαθμό που «δεν μπορούμε πλέον να πούμε με βεβαιότητα ότι η νομισματική μας πολιτική παραμένει περιοριστική».
Ο Pierre Wunsch, διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας του Βελγίου, προειδοποίησε επίσης ότι η ΕΚΤ δεν πρέπει να «βαδίσει υπνωτισμένη» προς υπερβολικές μειώσεις επιτοκίων.
Με την πρώτη ματιά, η κατεύθυνση της ΕΚΤ φαίνεται ξεκάθαρη.
Η ανάπτυξη παραμένει ασθενής, ο πληθωρισμός πλησιάζει τον στόχο του 2% και δεν υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις από τους μισθολογικούς δείκτες ή άλλους οικονομικούς παράγοντες που να υποδηλώνουν νέα άνοδο του πληθωρισμού ή κίνδυνο «υπερθέρμανσης» της οικονομίας, γεγονός που δείχνει προς την κατεύθυνση περαιτέρω μειώσεων.
Το όφελος των μειώσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι εμφανές στις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών.
- Παρόλο που ο S&P 500 σημείωσε αρχικά μεγάλη άνοδο μετά τη νίκη του Τραμπ
στις προεδρικές εκλογές, οι ευρωπαϊκές αγορές μετοχών ήταν εκείνες που υπεραπέδωσαν
φέτος, με τον δείκτη Euro Stoxx 600 να έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 10%, ενώ ο S&P 500 έχει σημειώσει άνοδο μόλις 1,5%.
Οι μετοχές του αμυντικού κλάδου έχουν εκτοξευθεί, καθώς οι Ευρωπαίοι ηγέτες κινούνται
ταχύτατα για την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της περιοχής, υπό το φως των
πρόσφατων δηλώσεων του Προέδρου Τραμπ σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ωστόσο, η σημαντική αύξηση του δημοσιονομικού δανεισμού ενέχει τον κίνδυνο υψηλότερων επιτοκίων.

Επιπλέον, υπάρχει και η επικείμενη επιβολή δασμών 25% από τις ΗΠΑ στις εισαγωγές από την ΕΕ. Εάν εφαρμοστεί, αυτό πιθανότατα θα έχει σημαντική επίδραση στην οικονομική
δραστηριότητα της Ευρωζώνης, καθυστερώντας τις επενδυτικές αποφάσεις και καθιστώντας
τα καθημερινά αγαθά και υπηρεσίες ακριβότερα, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε
στασιμοπληθωρισμό.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η ΕΚΤ θα
απομακρυνθεί από μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων, καθώς αυτός θα ήταν ο μόνος τρόπος
να στηρίξει τη ζήτηση και να υποστηρίξει την οικονομία της Ευρωζώνης.
Με τα επιτόκια να μειώνονται, είναι σημαντικό να εξεταστούν διαφορετικές επιλογές για την ανάπτυξη των χρημάτων σε πραγματικούς όρους, καθώς η διαφορά μεταξύ πληθωρισμού και των καλύτερων επιτοκίων αποταμίευσης είναι πλέον σχεδόν μηδενική.
Για παράδειγμα, η Plum προσφέρει πρόσβαση σε ευρωπαϊκές μετοχές και ETFs, συμπεριλαμβανομένου ενός δείκτη Euro Stoxx 600 tracker. Αυτό επιτρέπει στους επενδυτές να αποκτήσουν ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο που ευθυγραμμίζεται με τους οικονομικούς τους στόχους, με χαμηλό κόστος.
Για όσους δεν επιθυμούν να αναλάβουν κίνδυνο πέρα από ένα πολύ χαμηλό
επίπεδο, το Plum Interest, το οποίο ακολουθεί στενά το επιτόκιο της ΕΚΤ, μπορεί να είναι μια πιο ελκυστική επιλογή.
- {O Βίκτωρ Τροκούδης είναι CEO & Founder της έξυπνης χρηματοοικονομικής εφαρμογής Plum.}