Θετικά είναι τα πρώτα σχόλια τόσο της κυβέρνησης όσο και των διοικήσεων των τραπεζών αναφορικά με την πρόταση της Τραπέζης της Ελλάδος για τη διαχείριση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω της δημιουργίας “bad bank”.

Ο διοικητής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρας, ολοκλήρωσε την παρουσίαση της πρότασης προς τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες, αφού έκαναν ένα πρώτο θετικό σχόλιο, σύμφωνα με το οποίο η πρόταση βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση, επιφυλάχθηκαν να τη μελετήσουν αναλυτικότερα.

Ο κεντρικός τραπεζίτης μαζί με το επιτελείο του πραγματοποίησαν κατ’ ιδίαν παρουσιάσεις της “bad bank” τόσο στους διευθύνοντες συμβούλους της Eurobank και της Alpha Bank, Φ. Καραβία και Β. Ψάλτη, όσο και στους διευθύνοντες συμβούλους της Τράπεζας Πειραιώς και της Εθνικής Τράπεζας, Χρ. Μεγάλου και Π. Μυλωνά, ενώ αναλυτική ενημέρωση πραγματοποιήθηκε και προς τη διοίκηση της Attica Bank.

Ο Γ. Στουρνάρας, με κάθε ευκαιρία, αναλύει την εκτίμησή του ότι λόγω του κορονοϊού έρχεται μια νέα γενιά κόκκινων δανείων και αν δεν ληφθούν τώρα γενναίες αποφάσεις, το πρόβλημα θα διαιωνίζεται, χωρίς το τραπεζικό σύστημα να είναι σε θέση να λειτουργεί ουσιαστικά, με δραματικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία.

Σημειώνεται ότι ο διοικητής της ΤτΕ έχει στείλει ήδη την πρότασή του τον πρωθυπουργό, Κ. Μητσοτάκη, και στον υπουργό Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρα, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει υπάρξει αναλυτική και εμπεριστατωμένη απάντηση.

Ωστόσο, ερωτηθείς ο υπουργός Οικονομικών, κατά τη διάρκεια του 3ου Athens Investment Forum, για την πρόταση Στουρνάρα, απάντησε ότι η «η κυβέρνηση είναι ανοιχτή σε συγκεκριμένες συστημικές λύσεις υπό όρους και προϋποθέσεις που διασφαλίζουν το κράτος», ενώ και οι τραπεζίτες στην ίδια εκδήλωση τόνισαν ότι η πρόταση βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση.

Μετά την ολοκλήρωση των παρουσιάσεων, η Τράπεζα της Ελλάδος θα ξεκινήσει δυναμικά την παρουσίαση της πρότασης στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στις εποπτικές αρχές της Φραγκφούρτης. Ήδη, πάντως, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, υποστηρίζει την ίδρυση σε εθνικό επίπεδο «κακών τραπεζών», που θα απορροφήσουν κόκκινα δάνεια, την ώρα που εντείνονται οι ανησυχίες για μια νέα γενιά προβληματικών δανείων στην ευρωζώνη, λόγω της κρίσης του κορωνοϊού.

Οι τράπεζες έχουν καταβάλει μεγάλες προσπάθειες μείωσης του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο τέλος του 2018, τα κόκκινα δάνεια ήταν 81,8 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2019 μειώθηκαν στα 68,5 δισ. ευρώ, ενώ τον φετινό Μάρτιο υποχώρησαν περαιτέρω, στα 60,9 δισ., λόγω της συναλλαγής Cairo (7,6 δισ.) της Eurobank.

Αυτήν την περίοδο, βρίσκεται σε εξέλιξη από την Alpha Bank η διαδικασία για τη συναλλαγή Galaxy, ύψους 10,8 δισ. ευρώ. Η τράπεζα αναμένει δεσμευτικές προσφορές μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου και στοχεύει σε συμφωνία για την πώληση του Galaxy μέχρι το τέλος του έτους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να υποχωρήσει το απόθεμα στο ποσό των 50,1 δισ., ενώ ανάλογες συναλλαγές μεθοδεύουν για τους επόμενους μήνες τόσο η Τράπεζα Πειραιώς όσο και η Εθνική Τράπεζα.

Υπολογίζεται όμως ότι με τις τιτλοποιήσεις με κρατική εγγύηση που δρομολογούνται ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανειακών χαρτοφυλακίων θα διαμορφωθεί πέριξ του 25%. Το συγκεκριμένο ποσοστό εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη, καθώς ο μέσος όρος είναι 2,7%, και αυτό εξηγεί σε κάποιον βαθμό και τις πιέσεις.

Η παρουσίαση του σχεδίου της ΤτΕ συμπίπτει με την έναρξη μιας νέας φάσης για τις τράπεζες πανευρωπαϊκά, με αιχμή του δόρατος τη χάραξη στρατηγικής για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης στο ενεργητικό των τραπεζών (εξέταση δημιουργίας πανευρωπαϊκού σχήματος για την αντιμετώπιση των NPLs της Covid-19).

Τι προβλέπει η πρόταση της ΤτΕ

Το σχέδιο της ΤτΕ μπαίνει στο τραπέζι υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, καθώς ο κορωνοϊός πιέζει για τη διερεύνηση όλων των πιθανών λύσεων για τη μείωση των NPLs, εφόσον αυτές είναι εφαρμόσιμες. Υπό την προϋπόθεση αυτή, και στο κλίμα που έχει διαμορφωθεί, η κυβέρνηση είναι πολύ ανοιχτή να συζητήσει κάθε συμπληρωματική του «Ηρακλή» διέξοδο για την αποφόρτιση των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια. Έτσι, η λύση της “bad bank” που προτείνει η ΤτΕ θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικά στο υπάρχον σχήμα του «Ηρακλή», που έχουν ήδη αγκαλιάσει όλες οι τράπεζες, αλλά και παράλληλα, μελλοντικά, με έναν «Ηρακλή ΙΙ» ή και με πανευρωπαϊκό σχήμα για τη μείωση των NPLs.

Το παρόν σχέδιο, που έχουν επεξεργαστεί σε όλες τις πτυχές του οι Rothschild, Boston Consulting και Deloitte, προβλέπει τη δημιουργία Asset Management Company, στην οποία θα μπορούν να μεταβιβαστούν όλα τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών.

Στις τράπεζες θα δίνεται χρόνος για την απορρόφηση των ζημιών από τη μεταβίβαση των κόκκινων δανείων, ενώ το σχήμα θα συνοδεύεται και από κάποιου τύπου κρατική εγγύηση.

Η πρόταση της ΤτΕ φιλοδοξεί όχι μόνο να συμβάλει στην εξολοκλήρου απαλλαγή των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια, φέρνοντας τον δείκτη NPL σε μονοψήφιο ποσοστό στα τέλη του 2021, αλλά να λύσει και το πρόβλημα του αναβαλλόμενου φόρου, το οποίο αντιμετωπίζεται μόνο προσωρινά με τα hive-down των τραπεζών.

Με τη λύση που προτείνει η ΤτΕ επισημαίνει ότι οι ενδεχόμενες ζημίες που σχετίζονται με το υφιστάμενο απόθεμα NPLs των τραπεζών θα καλύπτονται αποκλειστικά από τις ίδιες, και όχι από τον Έλληνα φορολογούμενο, μέχρι του ελάχιστου ορίου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποκλείεται οποιαδήποτε διασύνδεση του προτεινόμενου σχήματος με ενδεχόμενα σενάρια εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης (δηλαδή με τον κίνδυνο ενεργοποίησης των κανόνων της οδηγίας BRRD για την εξυγίανση των τραπεζών με κεφάλαια των μετόχων, των ομολογιούχων και των καταθετών).

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η μεταφορά των κόκκινων δανείων των τραπεζών στην Asset Management Company θα διενεργείται στην καθαρή λογιστική αξία των δανείων και έναντι αυτών η τράπεζα θα λαμβάνει ομολογίες, χωρίς rating. Στη συνέχεια, η AMC θα τιτλοποιεί το χαρτοφυλάκιο σε τίτλους υψηλής, μεσαίας και χαμηλής διαβάθμισης και θα πουλά σε επενδυτή τουλάχιστον το 50% των τίτλων υψηλής διαβάθμισης (senior notes) και ενδεχομένως τμήμα των τίτλων μεσαίας διαβάθμισης (mezzanine notes). Για τη διευκόλυνση της πώλησης, και προκειμένου να καλύπτεται η διαφορά μεταξύ της αξίας των τίτλων με την οποία τα δάνεια είναι γραμμένα στα βιβλία των τραπεζών και έχουν μεταβιβαστεί στην AMC και της τιμής στην οποία θα τα αγοράζει ο επενδυτής, οι τίτλοι θα συνοδεύονται από κρατική εγγύηση.

Η τράπεζα θα εγγράφει τη ζημία από την πώληση των τιτλοποιημένων NPLs σε βάθος επταετίας, ανάλογα με τις εισπράξεις από το χαρτοφυλάκιο και τη ροή αποπληρωμής από την AMC. Με την πώληση τουλάχιστον του 50% των senior ομολόγων, η τράπεζα θα πληροί τις προϋποθέσεις αποαναγνώρισης του χαρτοφυλακίου NPL.

Τι θα συμβεί με τον αναβαλλόμενο φόρο

Σύμφωνα με το σχέδιο που προτείνει η ΤτΕ, η τράπεζα θα αναλαμβάνει να πληρώνει, για μία πενταετία ή επταετία, ένα ποσό ετησίως ως προμήθεια για την κρατική εγγύηση. Η προμήθεια όμως δεν θα καταβάλλεται στο Δημόσιο με μετρητά, αλλά με διαγραφή από την τράπεζα ισόποσης αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπιστεί, παράλληλα με τη μείωση των NPLs, η μείωση του αναβαλλόμενου φόρου, που τον Μάρτιο του 2020 ανερχόταν σε 15,5 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 54% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών.

Σημειώνεται ότι το κόστος των τιτλοποιήσεων που διενεργούν οι τράπεζες, αλλά και η κεφαλαιακή επιβάρυνση από την εφαρμογή του λογιστικού προτύπου IFRS9 για τον σχηματισμό προβλέψεων έναντι πιθανών μελλοντικών πιστωτικών κινδύνων, θα ροκανίσουν τα «καθαρά» εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, ενισχύοντας περαιτέρω το ποσοστό συμβολής των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.

Η πρόταση για τη δημιουργία AMC, υποστηρίζει η ΤτΕ, δεν αποσκοπεί απλώς σε κεφαλαιακή ελάφρυνση, αλλά σε εκτέλεση συναλλαγών με όρους αγοράς και με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών. Παράλληλα, θα αξιοποιήσει τις υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και τις συμμετοχές τρίτων μερών στους τομείς διαχείρισης των NPLs, και έτσι δεν θα ανατραπούν οι συμφωνίες που έχει συνάψει κάθε τράπεζα με τις εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων, των οποίων η συνδρομή θα αποτελέσει μέρος της λύσης.

Συνοπτικά, η πρόταση της ΤτΕ αποσκοπεί στη δραστική μείωση του αποθέματος των κόκκινων δανείων, αλλά και των νέων που θα δημιουργηθούν, επιτρέποντας στις τράπεζες να εγγράψουν σταδιακά τις ζημίες από το εγχείρημα, διατηρώντας πάντα τα κεφάλαιά τους πάνω από τα ελάχιστα απαιτούμενα εποπτικά όρια.

Στο τέλος του πρώτου τριμήνου, και πριν αρχίσουν να αποτυπώνονται στα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονταν σε 60,9 δισ. ευρώ και ο λόγος τους προς το σύνολο των δανείων στο 37,4%. Η ΤτΕ έχει εκτιμήσει ότι η επιτυχής ολοκλήρωση των συναλλαγών πώλησης NPLs, μέσω τιτλοποίησης δανείων με την ταυτόχρονη χρήση του προγράμματος χορήγησης εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου («Ηρακλής»), θα μειώσει τον δείκτη NPL περίπου στο 25%, ποσοστό που εξακολουθεί να παραμένει πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού-SSM (2,7% και 3,2%, αντίστοιχα, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019).

Τα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» των τραπεζών δεν θα επαρκούν για να μειωθεί κατευθείαν ο δείκτης NPL κάτω του 25% (οι τράπεζες δεν θα μπορούν να εγγράψουν εφάπαξ τη ζημία από την αποαναγνώριση των κόκκινων δανείων που θα απομείνουν στους ισολογισμούς), χωρίς να υπολογίζονται και τα νέα κόκκινα δάνεια του κορωνοϊού, που η ΤτΕ τα εκτιμά περί τα 10 δισ. ευρώ, με τις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών να εκτιμούν από την πλευρά τους ότι δεν θα ξεπεράσουν τα 5 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες θα πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα για να απορροφήσουν και να διοχετεύσουν στην οικονομία την αναγκαία ρευστότητα που θα εισρεύσει από τους κοινοτικούς πόρους και τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης.

Το σχέδιο της ΤτΕ θα εξεταστεί από την κυβέρνηση και, εφόσον κριθεί υλοποιήσιμο, από κοινού οι δύο πλευρές θα σπεύσουν να πείσουν τον SSM και την DG Comp για το ότι δεν προσκρούει στους κανονισμούς περί κρατικών ενισχύσεων αλλά και στην κοινοτική οδηγία BRRD για το bail-in των τραπεζών.

Το σχέδιο θα πρέπει να εξεταστεί από την κυβέρνηση και σε επίπεδο δημοσιονομικού κόστους. Με βάση υπολογισμούς που είχαν γίνει με το παλαιότερο σχέδιο για τη δημιουργία “bad bank”, το δημοσιονομικό κόστος για το ελληνικό Δημόσιο είχε εκτιμηθεί από 8 μέχρι 12 δισ. ευρώ και προκύπτει από τη διαφορά τιμής στην οποία θα «ξεφορτωθούν» οι τράπεζες τα κόκκινα δάνεια, καθώς οι τιμές πώλησής τους στην αγορά πιθανολογούνται στο ήμισυ των τιμών στις οποίες τα δάνεια έχουν εγγραφεί στα βιβλία των τραπεζών.

Κανόνες ανταγωνισμού, κανόνες δημοσιονομικής επάρκειας, κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών (το «κάψιμο» κεφαλαίων από τις τράπεζες ύστερα από το μαζικό «ξεφόρτωμα» κόκκινων δανείων σε τιμές χαμηλότερες του book value θα έχει επίπτωση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας), χρηματοδότηση και χρόνος υλοποίησης της AMC, δυσκολίες στη μεταβίβαση δανείων λόγω ανομοιογένειας, είναι ζητήματα που θα εξεταστούν από την κυβέρνηση.

Σημείο-«κλειδί» τα μορατόριουμ

Η ανάγκη, πάντως, να διευρυνθούν οι λύσεις για τη διαχείριση των NPLs εντείνεται, ενόψει και του «αγνώστου Χ» της εξέλιξης των δανείων που βρίσκονται σε μορατόριουμ πληρωμών.

Οι ευρωπαϊκές αρχές συνιστούν προσεκτικό χειρισμό των δανείων που βρίσκονται σε αναστολή πληρωμών, τονίζοντας την προσωρινότητα που πρέπει να έχει το μέτρο, ενώ η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών ανακοίνωσε στις τράπεζες ότι επαφίεται στην κρίση τους να χειριστούν, μετά την 30ή Σεπτεμβρίου, ανά περίπτωση κάθε δάνειο, αποφασίζοντας την παράταση ή μη της αναστολής.

Για τις ελληνικές τράπεζες (σημειώνεται ότι τα μορατόριουμ πληρωμών στην Ελλάδα ανέρχονται σε 20 δισ. ευρώ) οι κρίσιμες αποφάσεις θα ληφθούν μετά τις 31 Δεκεμβρίου, οπότε λήγει η συντριπτική πλειονότητα των προγραμμάτων αναστολής.

Καθώς φοβούνται ότι πολλά από τα δάνεια σε αναστολή δεν θα μπορέσουν να επανέλθουν άμεσα σε ολική αποπληρωμή της μηνιαίας δόσης, οι ελληνικές τράπεζες θα αιτηθούν στον SSM τη σταδιακή επάνοδο των δανείων σε κανονική αποπληρωμή, κλιμακωτά στη διάρκεια του 2021, με παροχή ευελιξίας για την κατηγοριοποίησή τους ως εξυπηρετούμενων.

Σημειώνεται ότι στην 7η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνεται ότι περισσότερο από το 10% των δανείων των ελληνικών τραπεζών βρίσκεται σε μορατόριουμ πληρωμής και όταν εκπνεύσουν τα μορατόριουμ αυτά, θα φανεί η πραγματική εικόνα των NPLs και το ύψος των αναγκαίων πρόσθετων προβλέψεων.

Όπως επισημαίνει η Κομισιόν, οι αυξημένες προβλέψεις μπορεί να θέσουν υπό πίεση την ήδη χαμηλή κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, ενώ η χαμηλή κερδοφορία, μαζί με το κόστος των επικείμενων τιτλοποιήσεων, θα μπορούσε να θέσει προκλήσεις για την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών στο κοντινό μέλλον.

Το θέμα των μελλοντικών κόκκινων δανείων προβληματίζει τις τράπεζες και υπό το πρίσμα του νέου πτωχευτικού νόμου. Το νομοσχέδιο για τη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους με ρύθμιση βιώσιμων οφειλών ή πτώχευση για τις μη βιώσιμες βρίσκεται προ των πυλών για την ψήφισή του.

Ωστόσο, οι τράπεζες συνεχίζουν να βλέπουν αστοχίες που μπορούν να ανοίξουν «παράθυρο» για στρατηγικούς κακοπληρωτές, με κίνδυνο τη δημιουργία νέων κόκκινων δανείων. Η Deloitte ανεβάζει τα δυνητικά νέα κόκκινα δάνεια, σε ένα δυσμενές σενάριο, στα 9,8 δισ. ευρώ.

Από τις αιτιάσεις, πάντως, των τραπεζών παίρνει σαφείς αποστάσεις η ΤτΕ. Ο διοικητής της, Γ. Στουρνάρας, συνιστά στις τράπεζες να αναμένουν την τελική μορφή του νομοσχεδίου και τονίζει ότι το τελευταίο συνιστά μεγάλη πρόοδο σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση, καθώς εκσυγχρονίζει το ελληνικό δίκαιο σύμφωνα με τα γενικώς αποδεκτά ευρωπαϊκά πρότυπα.

Μείωση 22% των κόκκινων δανείων

Σημαντική κρίνεται πάντως η μείωση των κόκκινων δανείων κατά 22% που πέτυχαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν ακόμη στους ισολογισμούς τους στα 61,1 δισ. ευρώ από 78,4 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2019, σε επίπεδο ομίλων.

Ανάλογη είναι και η μείωση των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα, το ύψος των οποίων περιορίστηκε από τα 73,2 δισ. ευρώ στα 56,8 δισ. ευρώ στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του έτους.

Η μείωση που επιτεύχθηκε συνδέεται με την υλοποίηση των συναλλαγών που είχαν δρομολογηθεί πριν από το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης, αλλά και τις οργανικές ενέργειες, δηλαδή τις ρυθμίσεις δανείων που πραγματοποιήθηκαν μέσω των οποίων ανακόπηκε η εισροή νέων καθυστερήσεων και παγιώθηκε η τάση μείωσης του «στοκ» των κόκκινων δανείων, που καταγράφεται συστηματικά τα τελευταία τρίμηνα.

Αυτό δείχνουν τα στοιχεία των ισολογισμών των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, βάσει των οποίων τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 16,3 δισ. ευρώ και κατά 17,3 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλων:

 

  • Eurobank: Τη μεγαλύτερη μείωση, κατά 8,1 δισ. ευρώ, εμφανίζει η Eurobank, λόγω της ολοκλήρωσης της συναλλαγής Cairo, συνολικής αξίας 7 δισ. ευρώ, καθώς και της συναλλαγής Pillar, αξίας 2 δισ. ευρώ, το 2019. Η τράπεζα έχει ήδη επιτύχει δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο 15,3% σε επίπεδο ομίλου (17,2% στην Ελλάδα), περιορίζοντας το «στοκ» των δανείων σε καθυστέρηση στα 6,2 δισ. ευρώ συνολικά (από 14,3 δισ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο), από τα οποία τα 5,6 δισ. ευρώ στην Ελλάδα (από 13,6 δισ. ευρώ).

 

  • Alpha Bank: Ακολουθεί η Alpha Bank, με μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 3,5 δισ. ευρώ, που επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της πώλησης του χαρτοφυλακίου κόκκινων επιχειρηματικών δανείων με την επωνυμία Neptune. Η διοίκηση της Alpha Bank στοχεύει στη μείωση του δείκτη NPEs στο 24% (από 43,5% στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του έτους), μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Galaxy, μέσω της οποίας θα τιτλοποιήσει κόκκινα δάνεια αξίας 10,5 δισ. ευρώ έως τα τέλη του χρόνου. Το «στοκ» των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της τράπεζας θα περιοριστεί από τα 21,2 δισ. ευρώ στα 11 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου και στα 8,5 δισ. ευρώ, περίπου.

 

  • Εθνική Τράπεζα: Έπεται η Εθνική Τράπεζα, που κατέγραψε στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του έτους μείωση των κόκκινων δανείων κατά 2,9 δισ. ευρώ, επιτυγχάνοντας τη μείωση του δείκτη των NPEs στο 30%, περίπου. Η διοίκηση της Εθνικής ολοκλήρωσε το δεύτερο εξάμηνο του 2019 την πώληση τριών χαρτοφυλακίων κόκκινων δανείων, του χαρτοφυλακίου Mirror αξίας 1,2 δισ. ευρώ, του χαρτοφυλακίου Symbol αξίας 900 εκατ. ευρώ και του χαρτοφυλακίου Icon αξίας 1,6 δισ. ευρώ, ενώ βρίσκεται στην τελική φάση για το κλείσιμο άλλων δύο μικρότερων συναλλαγών. Συγκεκριμένα, του χαρτοφυλακίου Marina και του χαρτοφυλακίου Danube, αξίας 300 και 200 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα. Σε πλήρη εξέλιξη είναι επίσης η τιτλοποίηση του χαρτοφυλακίου Frontier, συνολικής αξίας άνω των 6 δισ. ευρώ, μέσω της οποίας το «στοκ» των κόκκινων δανείων θα μειωθεί περίπου στα 5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021 από 10,4 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και ο δείκτης NPE θα μειωθεί κοντά στο 15%.

 

  • Τράπεζα Πειραιώς: Η Τράπεζα Πειραιώς μείωσε το «στοκ» των κόκκινων δανείων κατά 2,8 δισ. ευρώ, περίπου, στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του έτους και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στο τέλος της ίδιας περιόδου στα 23,3 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου, από τα οποία τα 22,6 δισ. ευρώ είναι δάνεια σε καθυστέρηση στην Ελλάδα. Η διοίκηση της Πειραιώς έχει δρομολογήσει τέσσερις συναλλαγές και συγκεκριμένα την πώληση του χαρτοφυλακίου Iris αξίας 600 εκατ. ευρώ, του χαρτοφυλακίου Trinity αξίας 300 εκατ. ευρώ και τις τιτλοποιήσεις Phoenix και Vega, αξίας 2 και 5 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, το σύνολο των οποίων θα ολοκληρωθεί εντός του 2020 και στις αρχές του 2021. Στόχος είναι μέσω αυτών των συναλλαγών το «στοκ» των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να μειωθεί στα 16 δισ. ευρώ και ο αντίστοιχος δείκτης NPE να υποχωρήσει στο 30%.

………………………………

Περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Σεπ-Οκτ 2020

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ